27 Οκτ 2012

Οδοιπορικό στα κάστρα της Κρήτης (Γ' Μέρος)

ΚΟΥΛΕΔΕΣ
Κατά τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866-1869, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάστηκε να στέλνει συνεχώς πασάδες στην Κρήτη, αλλά οι πολεμικές επιχειρήσεις απέβαιναν άκαρπες. Ο τελευταίος πασάς που στάλθηκε στο νησί ήταν ο Αυνή Πασάς, που αντιλαμβανόμενος την αντίσταση των Κρητικών, αποφάσισε να αλλάξει την έως τότε επιχειρησιακή τακτική και να την αναπροσαρμόσει. Τα μέτρα που πήρε ήταν τα εξής:
• Παρείχε πολιτική προστασία σ’ όσους δήλωναν υποταγή στους «μουφτήδες».
• Ο τουρκικός στόλος απέκλεισε τα βόρεια παράλια της Κρήτης, ώστε να γίνει αδύνατος ο ανεφοδιασμός των επαναστατών από την ελεύθερη Ελλάδα.
• Επικήρυξε τους πρωταγωνιστές με 500 οθωμανικές λίρες τον καθένα.
• Μετέφερε στο νησί Κούρδους και Κιρκάσιους εποίκους, για να ενισχύσει τον μουσουλμανικό πληθυσμό.
• Ανέπτυξε ολόκληρο σύστημα μεγάλων και μικρών πύργων, που οι Τούρκοι τους ονόμασαν Κουλέδες, σε επίκαιρα σημεία της Κρήτης, ώστε να ελέγχεται στρατιωτικά πλήρως το νησί.
Η Κρήτη χωρίστηκε σε 5 νομούς, οι διοικητές των οποίων ανέλαβαν την ανέγερση των Κουλέδων. Οι Κουλέδες κτίστηκαν σε ψηλούς λόφους, σταυροδρόμια, λιμάνια, περάσματα και οι φρουρές τους είχαν σκοπό την κατασκοπεία των επαναστατών, τον έλεγχο των μετακινούμενων Χριστιανών και την επικοινωνία μεταξύ τους (με σαλπίσματα ή φωτιές) σε περιπτώσεις κινδύνου, ώστε να μεταφερθεί το μήνυμα σειριακά στα κεντρικά στρατόπεδα (κισλάδες). Η λειτουργία των Κουλέδων είχε άμεσα και καταστρεπτικά αποτελέσματα για τους Κρητικούς, καθώς απέκοψε την ενδοεπικοινωνία μεταξύ τους. Οι Κρητικοί αντέδρασαν έντονα στην ανέγερση των πύργων, παρενοχλώντας τους κτίστες, χαλώντας τα κτίσματα ή καταστρέφοντας τα ασβεστοκάμινα, απ’ όπου προμηθεύονταν οι Τούρκοι τον ασβέστη για το κτίσιμο. Παρ’ όλα αυτά, ο Αυνή πασάς κατάφερε να υλοποιήσει το σχέδιο του με Βούλγαρους και Αρμένιους τεχνίτες, που ως τον Αύγουστο του 1868 είχαν χτίσει πάνω από 60 Κουλέδες, ενώ σε 2 μήνες αυξήθηκαν σε 150. Οι πύργοι αυτοί, σε συνδυασμό με τους προϋπάρχοντες, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην καταστολή της επανάστασης. Η μόνη διαφορά των Κουλέδων με τους υπόλοιπους πύργους του νησιού, ήταν ότι είχαν χτιστεί από το κράτος και όχι από ιδιώτες άρχοντες και φεουδάρχες (κυρίως Ενετούς). Οι Κρητικοί, προσπαθώντας να απελευθερωθούν, κατέστρεψαν πολλές φορές Κουλέδες, πολλοί από τους οποίους δεν υπάρχουν σήμερα. Ωστόσο, σε δεκάδες περιοχές της Κρήτης υπάρχουν σχετικά τοπωνύμια (πύργος ή κούλες), που μαρτυρούν την ύπαρξη πύργων παλαιότερα. Λόγω του μεγάλου όγκου των πύργων, εδώ δεν θα ασχοληθούμε με όλους, αλλά με μερικούς που υπάρχουν ακόμη.
ΚΟΥΛΕΣ ΑΠΤΕΡΑΣ
Το φρούριο Κουλές βρίσκεται 12 χλμ. ανατολικά των Χανίων, κοντά στη θέση Παλαιόκαστρο, πολύ κοντά στο χωριό Καλάμι και στα ερείπια της Αρχαίας Άπτερας. Το φρούριο χτίστηκε από τους Τούρκους μετά την Κρητική Επανάσταση του 1866, στη διάρκεια ενός προγράμματος για τον επανέλεγχο της Κρήτης μ’ ένα δίκτυο από οχυρωματικά έργα. Χτίστηκε από τον Τούρκο Χουσεΐν Αυνί Πασά και αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα. Το φρούριο χτίστηκε για να ελέγχει την κοιλάδα του Αποκόρωνα, από την οποία διερχόταν το πέρασμα προς τα Χανιά. Μαζί με τους άλλους Κουλέδες, που έχτισαν οι Τούρκοι στον Αποκόρωνα, έλεγχε το λιμάνι της Σούδας και υποστήριζε το κοντινό φρούριο Ιντζεδίν. Ο Κούλες της Άπτερας ή το φρούριο Σούμπασι, όπως αλλιώς ονομάζεται, σώζεται ακόμη και σήμερα, σε πολύ καλή κατάσταση. Είχε εξοπλιστεί με 2 πύργους που ήταν στραμμένοι προς τα δυτικά (ήλεγχε το πέρασμα προς τα Κεραμειά) και τα ανατολικά (προς Καλύβες). Ο πρώτος επικοινωνούσε με το φρούριο της Σούδας, ενώ ο δεύτερος με το φρούριο Ιντζεδίν και τους Κουλέδες των Καλύβων και του Νέου Χωριού. Το φρούριο ήταν το μεγαλύτερο φρουριακό συγκρότημα της εποχής του και περιλαμβάνει χώρους, οι οποίοι αναπτύσσονται συμμετρικά σε σχήμα Π, περιμετρικά σε μια ορθογώνια αυλή. Οι κυκλικοί του πύργοι καταλαμβάνουν τη ΝΔ και ΝΑ γωνία του φρουρίου, ενώ η κεντρική πύλη βρίσκεται στην ανατολική όψη του, προφυλαγμένη κατάλληλα από μια εσοχή (αυτιά). Στις επάλξεις, που ήταν στο δώμα του Κούλε, ανέβαιναν οι στρατιώτες με εσωτερικές ξύλινες σκάλες. Το φρούριο διέθετε όλους τους αναγκαίους χώρους στρατωνισμού, διαμονής αξιωματικών, αποθήκευσης, φυλάκισης, παρασκευής φαγητού, εστίασης, κ.α. Η καλή κατάσταση του φρουρίου οφείλεται στην άριστη ποιότητα κατασκευής των τοίχων του. Ο Κούλες, μετά την αποχώρηση των Τούρκων από την Κρήτη, χρησιμοποιήθηκε ως σχολείο για το χωριό Μεγάλα Χωράφια.
ΚΟΥΛΕΔΕΣ ΣΦΑΚΙΩΝ
Εκτός από τους Κουλέδες του Ασκύφου, αρκετοί Κουλέδες είχαν κατασκευαστεί στη σημερινή επαρχία Σφακίων με στόχο την κατάπνιξη της Επανάστασης και την ακινητοποίηση των Σφακιανών. Το 1868 κτίστηκε ο μικρός Κούλες στο Λουτρό, που βρίσκεται σήμερα δίπλα στο Ναό της Αγίας Αικατερίνης, στα υψώματα προς τη μεριά της Ανώπολης. Αυτός χρησιμοποιήθηκε και ως σχολείο. Άλλοι δύο Κουλέδες βρίσκονταν στον Αϊ Γιάννη και στην Ανώπολη. Στο Λουτρό υπάρχουν ακόμη τα ερείπια του τουρκικού κάστρου, του Κούλε, που κάποτε δέσποζε πάνω από τον σημερινό οικισμό. Το κτίριο έχει ορθογώνιο σχήμα και σώζονται μερικοί από τους τοίχους του. Στη δυτική πλευρά της εξόδου της Σαμαριάς, πάνω από τη σημερινή Αγία Ρούμελη, οι Τούρκοι έκτισαν τον Κούλε της Αγίας Ρούμελης, με σκοπό να αποκλείσουν τους επαναστάτες που κρύβονταν στο φαράγγι. Ο Κούλες βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση. Για να ελέγχεται η διάβαση προς τη Παλαιόχωρα, κατασκευάστηκαν ακόμη 3 Κουλέδες στην ευρύτερη περιοχή της Αγίας Ρούμελης, στις θέσεις Σκοτεινή, Αγγελόκαμπο και Σιδέρη, ενώ ένας τέταρτος βρισκόταν στα απόκρημνα βράχια του φαραγγιού της Τρυπητής. Οι Κουλέδες αυτοί είχαν οπτική επαφή και συνεργάζονταν με τους Κουλέδες του Αϊ Γιάννη και της Ανώπολης.
ΚΟΥΛΕΔΕΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ
Το σημαντικότερο πέρασμα του νομού Ρεθύμνης βρισκόταν στην περιοχή του Αγ. Βασιλείου, απ’ όπου Τούρκοι και Έλληνες μετέβαιναν από τη Μεσαρά στα Σφακιά. Εκεί λοιπόν, κτίστηκαν αρκετοί πύργοι και Κουλέδες. Ένας τέτοιος βρισκόταν κοντά στην είσοδο του Κουρταλιώτικου φαραγγιού, στο χωριό Κοξαρέ. Ο πύργος αυτός κατεδαφίστηκε από τους Επαναστάτες το 1896. Ένας άλλος Κούλες στην περιοχή, που τα χαλάσματά του είναι εμφανέστατα, σώζεται σήμερα στο λόφο που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Αμάρι και Ασώματοι, δεξιά από τη διασταύρωση που οδηγεί στη μονή Πρέβελη. Είναι κτισμένος πάνω σε ένα βράχο απόκρημνο από την ανατολική και νότια πλευρά, μέσα σε φρουριακό περίβολο. Η θέση δεσπόζει στην περιοχή και ελέγχει νότια τον όρμο του Πλακιά. Ο φρουριακός περίβολος, που πιθανόν ανήκε σε προηγούμενο ενετικό φρούριο, έχει μήκος 60-70 μ. και πλάτος 25-35 μ. Ήταν οχυρωμένος με δυο προμαχώνες, ένα στη νότια πλευρά και ένα στο βόρειο καμπυλωτό τοίχο του. Η κοιλάδα του Αμαρίου αποτελεί ένα εσωτερικό πέρασμα στο Νομό Ρεθύμνης, που είναι συνέχεια της κοιλάδας των Ποταμών, όπου κατοικούσαν οι πιο αιμοβόροι Τούρκοι, οι Αμπαδιώτες. Τη μεγάλη αυτή δίοδο, που με μικρά παρακλάδια της οδηγούσε στη Μεσαρά, οι Τούρκοι είχαν οχυρώσει καλά. Στην κοιλάδα των Ποταμών υπήρχαν οι Κουλέδες των Πρασών, των Ποταμών και της Πατσού. Ο Κούλες των Ποταμών είχε σχήμα ορθογώνιο και περιλάμβανε χώρους διαμονής της φρουράς και του επικεφαλής της, βοηθητικούς χώρους και ένα ύψωμα για τα πυροβόλα του. Στην είσοδο της κοιλάδας του Αμαρίου, στο σημείο που χωρίζεται με την κοιλάδα των Ποταμών, ήταν κτισμένος ο Κούλες Αποστόλων – Μέρωνα.
Στο ανατολικό άκρο της κοιλάδας του Αμαρίου ήταν κτισμένοι δύο Κουλέδες, του Βαθειακού και της Λοχριάς. Ο Κούλες του Βαθειακού, κτισμένος πάνω στον λόφο που βρίσκεται νότια από το χωριό, εξυπηρετούσε διπλό σκοπό. Αφενός έλεγχε την διάβαση Αμαρίου – Μεσαράς από Αποδούλου - Αγία Παρασκευή προς Κόκκινο Πύργο και αφετέρου προστάτευε σθεναρά το τουρκοχώρι Βαθειακό, που ήταν το τουρκικό κέντρο της περιοχής. Ο Κούλες του Βαθειακού σώζεται σήμερα σε καλή σχετικά κατάσταση. Έχει καταρρεύσει ο ανατολικός τοίχος του και το μεγαλύτερο μέρος της στέγης του. Ο δεύτερος Κούλες στην περιοχή, ο Κούλες της Λοχριάς, ήταν κτισμένος σε βραχώδη λόφο ανατολικά από το χωριό, σε μικρή απόσταση απ’ αυτό. Εξυπηρετούσε τη μεταβίβαση μηνυμάτων προς τους Κουλέδες της μικρής κοιλάδας Καμαρών - Γρηγοριάς, που οδηγούσε στη Μεσαρά. Είναι σχεδόν τελείως κατεστραμμένος, σε βαθμό που με δυσκολία διακρίνει κάποιος το περίγραμμα του.
ΚΟΥΛΕΔΕΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
Οι Τούρκοι έκτισαν αρκετούς κουλέδες και στο Νομό Ηρακλείου, κυρίως στην πεδιάδα της Μεσαράς, αλλά και στα υπόλοιπα περάσματα του νομού. Η περιοχή της Μεσαράς ήταν επίσης ισχυρά φυλασσόμενη περιοχή. Οι δίοδοι που οδηγούσαν σ’ αυτή ήταν οχυρωμένες με Κουλέδες, για να μη μπορεί να επικοινωνεί με τις γύρω περιοχές. Στη μικρή κοιλάδα των Καμαρών – Γρηγοριάς – Μαγαρικαρίου υπήρχαν οι Κουλέδες της Γραμμένης κι ο Κρεμαστός. Ο πρώτος είχε κτιστεί μεταξύ Γρηγοριάς και Μαγαρικαρίου, κοντά στο δρόμο. Βρίσκεται σε καλή κατάσταση, με σχεδόν ατόφια την οροφή του. Ο Κούλες που ήταν μάλλον κεντρικός (κισλά), είχε διαστάσεις 25x11 μ. και ήταν εφοδιασμένος με 24 πολεμίστρες. Η θέση του είναι οχυρή, αφού προστατεύεται σχεδόν ολόγυρα, εκτός της βόρειας μεριάς του, όπου και γίνεται η πρόσβαση. Ο Κούλες της Γραμμένης φιλοξένησε τους κατοίκους του Μαγαρικαρίου τον Μάιο του 1944, όταν οι Γερμανοί κατέστρεψαν το χωριό. Ο δεύτερος Κούλες, ο Κρεμαστός, βρισκόταν μεταξύ Γρηγοριάς και Καμαρών, πάνω σε ύψωμα ανατολικά του σημερινού δρόμου, για να μεταφέρει μηνύματα στον Κούλε του Ζαρού. Ένας άλλος κούλες εμπόδιζε την επικοινωνία της επαρχίας Μαλεβυζίου και Τεμένους με τη Μεσαρά. Είναι ο μεγάλος Κούλες των Άνω Μουλίων που βρισκόταν ανατολικά του ομώνυμου χωριού και δεσπόζει σε όλη την περιοχή. Σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση, ενώ τμήμα του χρησιμοποιείται ως στάβλος. Άλλος Κούλες υπήρχε στον λόφο βόρεια από την πόλη των Μοιρών, αλλά σήμερα στη θέση του έχουν χτιστεί δημόσιες υπηρεσίες. Από το Ηράκλειο προς το νομό Λασιθίου υπάρχουν από τα νότια τα περάσματα της Βιάννου, ενώ στα βόρεια τα περάσματα της Σελένας. Τα περάσματα προς το οροπέδιο Λασιθίου ήταν δυσπρόσιτα. Ένας Κούλες στο άνοιγμα του Περάσματος Βιάννου – Πεύκου – Καλαμιού ήταν ο Κούλες της Ρίζας. Ερείπια σώζονται και σήμερα ανατολικά της Βιάννου, στη θέση που οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους κατοίκους της περιοχής τον Σεπτέμβριο του 1943. Το κύριο σώμα του Κούλε έχει διαστάσεις 14x7 μ. περίπου. Άλλοι κουλέδες υπήρχαν στο Πανόραμα Πεδιάδος και στους Θόλους, ερείπια του οποίου σώζονται.
ΚΟΥΛΕΔΕΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ
Ο ισθμός της Ιεράπετρας, από την Παχειά Άμμο ως την Ιεράπετρα, ήταν μια δίοδος πολύ σπουδαίας σημασίας στο Νομό Λασιθίου. Η οχύρωση επομένως της διόδου αυτής εξασφάλισε την πλήρη αποκοπή των σχέσεων των επαρχιών Μιραμπέλου και Ιεράπετρας, ενώ συγχρόνως απομόνωνε την επαρχία Σητείας. Έτσι οι Τούρκοι έκτισαν Κουλέδες ή Καλέδες στην Παχειά Άμμο, στη Βασιλική, στην Επισκοπή και στο Κεντρί. Ο μικρός Κούλες της Παχειάς Άμμου βρισκόταν στη θέση Χαλέπα, ανατολικά και κοντά από το χωριό, ενώ βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Ο σκοπός του ήταν κυρίως ο έλεγχος του όρμου της Παχειάς Άμμου, αλλά και όλου του Μιραμπέλου, ενώ επικοινωνούσε με τον πύργο της Βασιλικής. Ο Κούλες της Βασιλικής βρισκόταν νότια του χωριού πάνω στο λόφο, δίπλα στον οποίο βρέθηκαν σημαντικές αρχαιότητες, και η πρόσβαση γίνεται με δρόμο που φτάνει ως εκεί. Είναι μικρός (7x7 μ.) και σκοπός του ήταν η μεταφορά των μηνυμάτων του Κούλε της Παχειάς Άμμου στον Κούλε της Επισκοπής. Ο Κούλες της Επισκοπής βρισκόταν σε χαμηλό λόφο κοντά στο ομώνυμο χωριό κι ήταν ο κεντρικός πύργος της επαρχίας (κισλά) και ο μεγαλύτερος (15x4 μ.), ενώ τμήμα του σώζεται σε άσχημη κατάσταση. Στον Κούλε υπήρχε υπόγεια σήραγγα που οδηγούσε έξω από αυτόν σε μεγάλη απόσταση. Κύριος προορισμός του ήταν η άμεση στρατιωτική επέμβαση σε περίπτωση συναγερμού. Τέλος, ο Κούλες του Κεντριού ήταν χτισμένος στη θέση που βρίσκεται το σχολείο του ομώνυμου χωριού, χωρίς να σώζεται κανένα ίχνος του. Στην επαρχία Σητείας δεν κτίστηκαν κουλέδες, αφού είχε ήδη πολλά ενετικά φρούρια και πύργους, που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ανάλογα. Κούλες είχε κτιστεί και στις Μάλλες, που ήλεγχε το βόρειο μέρος του ποταμού Σαραντάπηχου, και έμοιαζε με τον Κούλε της Ρίζας στη Βιάννο.
ΠΥΡΓΟΙ
Η ανέγερση πύργων αποτέλεσε ένα από τα οχυρωματικά μέτρα που έλαβαν οι εκάστοτε κατακτητές της Κρήτης (κυρίως Ενετοί και Τούρκοι) για να κάνουν πιο ισχυρή την κυριαρχία τους στο νησί και να προστατευτούν από τα επαναστατικά κινήματα των Κρητικών. Πύργους έκτισαν κι οι Βυζαντινοί την περίοδο 961-1204 μ.Χ., για να προστατεύσουν το θέμα (επαρχία) τους από τις ληστρικές επιδρομές των πειρατών. Ο Πύργος ήταν ένα ψηλό οικοδόμημα θεμελιωμένο πάνω σε ισχυρή βάση, που χρησιμοποιείτο κυρίως για αμυντικούς σκοπούς. Το σχήμα του ήταν κυκλικό, ημικυκλικό, τετραγωνικό ή πολυγωνικό. Πύργοι κτίζονταν πολλές φορές στην εξωτερική πλευρά των τειχών ενός κάστρου, κοντά στις πύλες του και στις γωνίες των φρουρίων. Εδώ θα ασχοληθούμε με τους μεμονωμένους πύργους που είχαν κατασκευαστεί κυρίως στο εσωτερικό του νησιού και στόχευαν στην επιβολή των κατακτητών πάνω στον Κρητικό λαό, αλλά και με λίγους πύργους που ήταν κτισμένοι στις ακτές για να εποπτεύον τη θάλασσα και να προειδοποιούν τους κατοίκους για εξωτερικούς εχθρούς και λέγονταν προειδοποιητικοί (torrete di aviso). Οι Ενετοί, το 1573, σχεδίαζαν να χτίσουν πολλούς πύργους σε όλες τις ακρογιαλιές, σε αποστάσεις που θα είχαν οπτική επαφή. Οι πύργοι αυτοί ήταν πολυώροφοι κι οδηγούσαν από όροφο σε όροφο με κινητές ξύλινες σκάλες. Ενώ τα κάστρα, φρούρια και καστέλια αποτελούσαν δημόσια κτίρια και αναγείρονταν με δημόσια δαπάνη και με αγγαρείες του ντόπιου πληθυσμού, οι πύργοι ήταν μικρά κτίρια που κτίζονταν κυρίως από μεμονωμένα άτομα ή οικογένειες φεουδαρχών με αγγαρείες ή με δικά τους έξοδα. Ήταν δηλαδή ιδιόκτητοι και μεταβιβάζονταν στους απογόνους τους. Γι’ αυτό σε εμφανές μέρος, συνήθως πάνω από το ανώθυρο της κεντρικής εισόδου, έφεραν το οικόσημο της οικογένειας που αποτελούσε και την ταυτότητα του πύργου. Έτσι, αρχικά η συστηματική ανέγερση πύργων έγινε από τους ενετούς φεουδάρχες και ύστερα από τους Τούρκους Μαλικιαναγάδες. Επίσης, εδώ θα αναφερθούμε σε κτίρια που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά των αμυντικών πύργων, αλλά ήταν οι πολυτελείς επαύλεις που διέμεναν οι άρχοντες των χωριών. Οι πύργοι, όπως έχει επικρατήσει να λέγονται, είχαν διαμορφωθεί κατάλληλα για να καλύπτουν τις οικιστικές ανάγκες των φεουδαρχών, ενώ συνάμα πρόσφεραν και διάφορες διοικητικές και στρατιωτικές υπηρεσίες. Ήταν γνωστές ως επαύλεις, κονάκια, σεράγια, που έπαιζαν κι αυτά το ρόλο του πύργου. Σύμφωνα με ιστορικά έγγραφα ο αριθμός τους ανά επαρχία ήταν: Επαρχία Σητείας 22, Μεραμπέλου 16, Ιεράπετρας 15, Πεδιάδας 24, Ρίζου 4, Καινουρίου 9, Πυργιωτίσσης 7. Ο αριθμός αυτός εκτοξεύθηκε μετά το 1869, όταν οι Τούρκοι έχτισαν πολλούς δημόσιους πύργους σε όλη την Κρήτη (κουλέδες), που αναφέρονται παραπάνω. Οι πιο πολλοί από τους πύργους δεν υπάρχουν πλέον, καθώς καταστράφηκαν από την μανία των επαναστατημένων Κρητικών. Εδώ, θα αναφέρουμε μερικούς.

ΠΥΡΓΟΣ ΑΛΗΔΑΚΗ (ΕΜΠΡΟΣΝΕΡΟ)
Ο Εμπρόσνερος είναι ένα όμορφο χωριό του Αποκόρωνα, στην είσοδο των στενών της Κράπης και του Κατρέ, που οδηγούν στα Σφακιά. Βρίσκεται σε επίκαιρη θέση ΝΔ των Βρυσών και δεσπόζει της περιοχής. Στο χωριό αυτό ήταν εγκατεστημένος κι είχε τον πύργο του ένας από τους πιο φοβερούς γενίτσαρους της Κρήτης, ο Τούρκος Ιμπραήμ Αληδάκης, που είχε αρπάξει τις περιουσίες των Χριστιανών της περιοχής και έγινε ένας από τους μεγαλύτερους μελικιαναγάδες της περιοχής. Στο διπλανό οροπέδιο του Βόθωνα έβοσκαν τα άλογα του Αληδάκη. Για να μπορεί να καλλιεργεί όλη αυτή την περιουσία, ο Ιμπραήμ είχε τους κατοίκους ως δούλους. Για να εξασφαλίσει την επικυριαρχία του στον Αποκόρωνα και να προστατευτεί από ενδεχόμενα κινήματα εναντίον του, χρησιμοποίησε τον μεγαλοπρεπή αυτό πύργο στον Εμπρόσνερο (ενετικής κατασκευής), ο οποίος επιβλέπει όλο τον Αποκόρωνα. Οι ντόπιοι λένε μάλιστα ότι κατείχε όλη την έκταση που φτάνει το μάτι από την οροφή του πύργου του, από την «Παραθύρα», που πράγματι είναι τεράστια. Η περιουσία του απλωνόταν από τον Βλιτέ ως τον ποταμό Μουσέλλα, την Ασή Γωνιά, τον Καλλικράτη και τα Ασκύφου και από τις κορυφές των Σφακιανών Βουνών ως τον Αποκόρωνα, ενώ είχε και πολλά ακίνητα στην πόλη των Χανίων.
Ο πύργος του Αληδάκη ήταν ένα αληθινό απόρθητο φρούριο, καλά εξοπλισμένο και επανδρωμένο με στρατιωτικό σώμα. Περιελάμβανε, εκτός από την πολυτελή κατοικία του, πλήρεις στρατιωτικές εγκαταστάσεις, αποθήκες, φυλακές, κ.ά.. Αποτελούνταν από 4 θόλους στη σειρά, από τους οποίους σώζεται μόνο ο τέταρτος. Οι δύο είχαν καταστραφεί πριν την Κατοχή και η σκεπή του τρίτου έπεσε στη διάρκεια της Κατοχής. Οι Σφακιανοί, μετά την αποτυχημένη επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770, διαισθάνθηκαν την πρόθεση του Αληδάκη για οριστική εξόντωση τους. Έτσι, την άνοιξη του 1774, κατέβηκαν οργανωμένοι την νύκτα από τα Σφακιά και περικύκλωσαν τον πύργο του, με στόχο να τον πυροβολήσουν το πρωί όταν θα εμφανιζόταν στην βεράντα του. Το σχέδιο όμως απέτυχε καθώς τα όπλα αυτών που είχαν αναλάβει να πυροβολήσουν πρώτοι, του Καραβάνου και του Μπουζή, στέρεψαν και ο Αληδάκης γλίτωσε. Παράλληλα, επικράτησε πανικός στους 300 φρουρούς του πύργου και πολλοί από αυτούς επιχείρησαν να διαφύγουν, βρίσκοντας θάνατο. Περίπου 120 από αυτούς έμειναν στον πύργο και κατάφεραν να αποκρούσουν προσωρινά τις επιθέσεις. Την επόμενη μέρα, οι Σφακιανοί κατάφεραν να μπουν στον πύργο κι ακολούθησε μάχη σώμα προς σώμα με τα μαχαίρια. Σκοτώθηκαν όλοι οι Τούρκοι και ο Αληδάκης, ενώ οι Σφακιανοί έχασαν 18 άντρες και 2 γυναίκες. Ο πύργος λεηλατήθηκε και όλος ο θησαυρός του Αληδάκη μεταφέρθηκε στα Σφακιά και μοιράστηκε στους επαναστάτες. Ο πύργος πυρπολήθηκε και σήμερα σώζεται ότι έχει απομείνει από τη μανία των Σφακιανών και τον χρόνο.
ΠΥΡΓΟΣ ΚΕΡΙΜΙΔΩΝ (ΕΠΙΣΚΟΠΗ)
Η Επισκοπή Μυλοποτάμου, κοντά στο Πέραμα Ρεθύμνου, την Τουρκοκρατία ανήκε στην οικογένεια των Τουρκοκρητικών Κερίμηδων (Κερίμογλου) ή Κυρίμηδων. Εδώ είχαν κτίσει πύργο για να προστατεύσουν τις περιουσίες τους. Οι Κερίμηδες ήταν κρυπτοχριστιανοί, αλλά δεν προσχώρησαν στις τάξεις των επαναστατών, όπως οι άλλες οικογένειες της Κρήτης, όταν ξέσπασε η επανάσταση του 1821. Αργότερα, την περίοδο 1881-1884, όταν πείστηκαν ότι η πλάστιγγα έγειρε με το μέρος των Κρητικών, δήλωσαν επιστροφή στην θρησκεία των προγόνων τους. Το 1822, μετά το άδοξο τέλος της επιχείρησης κατάληψης του φρουρίου του Ρεθύμνου, κατά την οποία σκοτώθηκε ο Γάλλος φιλέλληνας Λέων Βαλέστρας και 100 άλλα παλικάρια, οι υπόλοιποι επαναστάτες, με τον Χουρδοθοδωρή, τον Μελιδόνη, τον Σκουλά, τον Σμπώκο, το Νιώτη, κ.ά., προσπάθησαν να καθαρίσουν την επαρχία Μυλοποτάμου, αναγκάζοντας τους Τούρκους να καταφύγουν στο Μεγάλο Κάστρο του Ηρακλείου.
Ο Τούρκος μελικιαναγάς του Ηρακλείου Μουλά Κερίμογλου, μαζί με τα 3 αδέρφια του και 347 ορτάκηδές τους, ξεκίνησαν από το Ηράκλειο με προορισμό την Επισκοπή Μυλοποτάμου, για να προστατεύσουν τις περιουσίες τους. Όμως, οι επαναστάτες Μαυροθαλασσίτης, Ανδρακός και Χούρδος τους πολιόρκησαν στενά στον πύργο τους. Κάτω από τον κίνδυνο που διέτρεχαν οι Κερίμηδες, έστειλαν απεσταλμένους σε Ρέθυμνο και Ηράκλειο ζητώντας βοήθεια από τους Τούρκους. Ο απεσταλμένος όμως προς Ρέθυμνο δεν έφτασε ποτέ, καθώς συνελήφθη στο δρόμο. Από το Ηράκλειο, ξεκίνησαν για να βοηθήσουν τους Κερίμηδες ο Λαδάογλου με 300 Τούρκους, αλλά αποδεκατίστηκαν στο Σκλαβόκαμπο Μαλεβυζίου, στο άνοιγμα του Γωνιανού φαραγγιού, από τον Σμπώκο, τον Νιώτη, τον Ξετρύπη, κ.ά. Ύστερα από αυτά, οι Κερίμηδες παραδόθηκαν με όρους που οι ίδιοι καταπάτησαν, γι’ αυτό και σκοτώθηκαν όλοι, ακόμη και ο Μουλά Αχμέτ, εκτός από τα 3 αδέρφια του και 7 άλλους συντρόφους τους, που οδηγήθηκαν στα σπίτια τους. Οι επαναστάτες, μετά από αυτό, γκρέμισαν τον πύργο των Κερίμηδων και γι’ αυτό σήμερα δεν σώζεται τίποτε. Ωστόσο, οι ντόπιοι εξακολουθούν να ονομάζουν ως Πύργο των Κερίμηδων μια νεώτερη οικία των Κερίμηδων, δίπλα στο Επισκοπικό Μέγαρο της Επισκοπής.
ΦΡΑΓΚΙΚΟ ΚΟΝΑΚΙ ΑΠΟΔΟΥΛΟΥ
Στο Αποδούλου Αμαρίου σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση ένα οίκημα που οι ντόπιοι αποκαλούν Φράγκικο Κονάκι ή Κονάκι της λαίδης Χέιν. Την έπαυλη αυτή έκτισε ο Άγγλος λόρδος Τζων Χέιν, μετά το 1829. Ο Τζων Χέιν μεγάλωσε στην Αίγυπτο κι εκεί ο πατέρας του αγόρασε μια σκλάβα, την Καλλίτσα Αλεξανδράκη από το Αποδούλου. Η Καλλίτσα έγινε γυναίκα του Τζων Χέιν και επισκέφθηκε με τον άνδρα της το 1829 το Αποδούλου, όπου ζούσε ο πατέρας της. Το ζεύγος έκτισε το μέγαρο αυτό για να έρχεται και να παραθερίζει. Το σπίτι μετατράπηκε σε πύργο από τους Τούρκους κατά την επανάσταση του 1866. Μέσα του οχυρώθηκαν 300 Τουρκαλβανοί και πολιορκήθηκαν από τους επαναστάτες. Κι ενώ ετοιμάζονταν να τους κάψουν, κατέφθασαν ενισχύσεις και γλίτωσαν. Έτσι σώθηκε κι ο πύργος, που στέκεται επιβλητικός ως και σήμερα.

ΠΥΡΓΟΙ ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΔΩΝ (ΜΕΣΑΡΑ)
Το χωριό Κουσές βρίσκεται 62 χλμ. νοτιοδυτικά του Ηρακλείου. Εδώ έζησαν οι κρυπτοχριστιανοί Κουρμούληδες, που αριθμούσαν στις παραμονές του Μεγάλου Ξεσηκωμού του 1821, 100 οικογένειες. Η αρχική οικογένεια αλλαξοπίστησε γύρω στο 1680. Όλοι τους διατήρησαν την πίστη τους κι όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821 την αποκάλυψαν κι έλαβαν μέρος, θυσιάζοντας την περίοδο 1821-1830 γύρω στα 100 μέλη της. Στη κυριότητα των Κουρμούληδων ανήκαν δύο πύργοι στον Κουσέ, οι οποίοι ήταν ενετικοί και θεωρούνταν απόρθητοι. Οι πύργοι αυτοί διέθεταν πολεμίστρες, αποθηκευτικούς χώρους και στα υπόγεια τους εκκλησία – κατακόμβη, όπου τελούσαν τα χριστιανικά τους καθήκοντα. Στους πύργους αυτούς, ο Μιχαήλ Κουρμούλης φιλοξένησε τον ηρωικό ιατρό Λόγιο και μαζί εκπόνησαν το σχέδιο δράσης κατά του γενίτσαρου Αγριολίδη, που τελικά κατέληξε στον άδικο χαμό του Λόγιου. Στους πύργους αυτούς φιλοξενούσαν τους Τούρκους επισήμους, τους οποίους παραπλανούσαν ότι ήταν Μουσουλμάνοι. Αναφέρεται μάλιστα, ότι όταν στον πύργο φιλοξενήθηκε ο Σερίφ Πασάς, τον είδε να βγαίνει από τον ναό της Αγίας Πελαγίας μαζί με το λοιπό εκκλησίασμα. Τότε ο Κουρμούλης είπε στον Πασά ότι «Είναι ανάγκη, για την ασφάλεια του πολυχρονεμένου μας Σουλτάνου, να παρακολουθούμε τους ταβλόπιστους ακόμη και στη λειτουργία τους». Μια άλλη φορά, με επίκεντρο τον πύργο του, ο Κουρμούλης διέλυσε κάθε υποψία ότι αυτός ήταν ο δράστης των φόνων Τούρκων επισήμων στη Μεσαρά. Κοιμήθηκε μαζί με τους απεσταλμένους αξιωματικούς του Πασά, που ήλθαν για να τον κατασκοπεύσουν, στο δώμα του πύργου. Κι ενώ κοιμόντουσαν, ο Μιχαήλ Κουρμούλης μαζί με τον αδελφό του πήγε στο χωριό Αληθινή και σκότωσαν τον γενίτσαρο Μεραμεταλή. Μετά γύρισε και ξάπλωσε στο κρεβάτι του, εξασφαλίζοντας το άλλοθι και την εκτίμηση του Πασά. Σήμερα, οι δύο πύργοι των Κουρμούληδων στο Κουσέ σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση, όπως κι η εκκλησία – κατακόμβη της Αγίας Πελαγίας.
ΠΥΡΓΟΣ ΞΩΠΑΤΕΡΑ
Ο Ξωπατέρας ή Ξώπαπας (Ιωάννης Μαρκάκης από τα Μανουσιανά) ήταν μια από τις πιο μεγάλες επαναστατικές φυσιογνωμίες της Κρήτης. Η ύπαρξη του συνδέθηκε στενά με τη μονή Οδηγήτριας, κοντά στον Σίβα Μεσαράς. Όταν ήταν μικρός έγινε μοναχός κι ονομάστηκε Ιωάσαφ. Ήταν όμως ανήσυχη και δραστήρια φύση και δεν το άφηναν ανεπηρέαστο τα μεγάλα προβλήματα της εποχής. Η καταπίεση, η σκλαβιά των Κρητικών και τα ανθρώπινα πάθη χάραξαν την ζωή του. Ήρθε σε αντίθεση με τους Τούρκους, γιατί σκότωσε έναν Οθωμανό που τόλμησε να προσβάλει την τιμή και της αξιοπρέπεια της οικογένειάς του. Αυτό ήταν αιτία να τεθεί σε αργία από τον μητροπολίτη. Σ’ αυτό βέβαια συνετέλεσε και η ανάμειξή του με τα εγκόσμια και ο γάμος του με μια όμορφη συγχωριανή του με την οποία απέκτησε παιδί. Επίσης έγινε χαΐνης (αντάρτης) και μαζί με άλλους σκορπούσαν το θάνατο στους Τούρκους. Μετά την καθαίρεση του, αν και δεν είχε δικαιώματα στη μονή, έκτισε έναν πύργο στη ΒΔ της γωνία, τον οποίο κατέστησε ορμητήριο κατά των Τούρκων. Στον πύργο αυτόν εγκλωβίστηκε θεληματικά τον Φεβρουάριο του 1828 ή 1829, όταν πολιορκήθηκε από πολυάριθμο τούρκικο στρατό. Έδιωξε τότε όλους τους επαναστάτες που τον συνόδευαν (Κόρακας, Κορνάρος, Σκουντής, παπά Μιχάλης από τον Σίβα) κι έμεινε με τον ανιψιό του Τρουλλινό και τον Βλατάκη από τις Μέλαμπες, καθώς και δύο γυναίκες, την αδελφή του και τη γυναίκα του με το παιδί τους. Εκτός από αυτού τους πέντε, έμειναν στη μονή και πολέμησαν από τα κελιά τους οι πέντε μοναχοί της μονής, μέχρι που σκοτώθηκαν. Κατά τον Κριτοβουλίδη 800 Τούρκοι, (3.000 κατ’ άλλους) κύκλωσαν τη μονή και την πολιόρκησαν στενά. Η μάχη κράτησε 3 μερόνυχτα. Οι Τούρκοι επιτέθηκαν απανωτά κατά του πύργου, αλλά ο Ξωπατέρας αντιστεκόταν γενναία. Τη δεύτερη μέρα οι Τούρκοι προσπάθησαν να κάψουν τον πύργο, αλλά ο Ξωπατέρας έριξε 10 κυψέλες με μέλισσες, που τους κράτησαν μακριά για μια ολόκληρη μέρα. Ύστερα σκοτώθηκαν όλοι, εκτός από τον ίδιο και την αδερφή του, που του γέμιζε το όπλο. Την τρίτη μέρα οι εχθροί έβαλαν φωτιά. Η αδερφή του πέθανε από ασφυξία, ενώ ο ίδιος κατέβηκε στην πόρτα με την πιστόλα στο χέρι και πυροβολούσε συνεχώς. Όταν τα πολεμοφόδια του εξαντλήθηκαν, πέταξε το πιστόλι και το χαϊμαλί του στη φωτιά. Πήρε το μαχαίρι του, άνοιξε την πόρτα και όρμησε με σπασμένο πόδι κατά των Τούρκων. Οι 3 πρώτοι που προσπάθησαν να τον συλλάβουν, έπεσαν νεκροί, ενώ οι επόμενοι κατάφεραν να του πάρουν το κεφάλι. Σύμφωνα με τις αναφορές, ο Ξωπατέρας σκότωσε 30 Τούρκος και τραυμάτισε 15. Σήμερα ο Πύργος στέκεται αγέρωχος κοντά στην είσοδο της Μονής και ο επισκέπτης μπορεί να τον θαυμάσει από κοντά κι από μέσα.
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΔΙΝΩΝ (ΡΟΓΔΙΑ)
Το μέγαρο των Μοδινών βρίσκεται στη Ρογδιά Μαλεβιζίου κι αποτελούσε το μέγαρο των φεουδαρχών της περιοχής της Ρογδιάς, της Αχλάδας και του Φόδελε. Αν και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αμυντικός πύργος, όμως έχει επικρατήσει με αυτό το όνομα. Ο πύργος, που ανήκε στους Γεώργιο και Φραγκίσκο Μοδινό, σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση. Το μέγαρο ανήκει στο Δημόσιο κι έχει κηρυχτεί διατηρητέο. Η έπαυλη κτίστηκε το πρώτο μισό του 15ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκε και για στρατιωτικούς σκοπούς. Τον Ιούλιο του 1830, το Κρητικό Συμβούλιο με τον Νίκο Ρενιέρη συνεδρίασε εδώ και αποδέχτηκε την ανακωχή που πρότειναν οι μεγάλες Δυνάμεις. Κατά τον Ιωσήφ Χατζηδάκη, στη Ρογδιά είχε ανεγερθεί και έπαυλη για τον Μοχάμεντ Αλή της Αιγύπτου, που σωζόταν μέχρι το 1881. Εδώ διέμεινε δύο φορές που επισκέφτηκε την Κρήτη. Η βίλα, που στη δεκαετία του 1850, περιήλθε στην κυριότητα της Μονής Σαββαθιανών, βρισκόταν λίγο έξω και νότια από το χωριό. Σήμερα σώζεται ένα μικρό τμήμα της μ’ ένα χαρακτηριστικό ανώθυρο, ενσωματωμένο σ’ ένα νεώτερο κτίσμα και χρησιμοποιείται ως στάβλος.
ΠΥΡΓΟΣ ΣΤΟΥΣ ΣΤΑΜΝΙΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣ
Διώροφος ενετικός Πύργος, με πολεμίστρες στο δεύτερο όροφο, υπήρχε και στους Σταμνιούς Πεδιάδας. Βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση και χρησιμοποιείται ως κατοικία. Πολύ πιθανόν ήταν ιδιωτικός και ανήκε σε φεουδάρχη της περιοχής και τούτο τεκμαίρεται από το γεγονός ότι στην αυλή υπάρχει πατητήρι (ληνός). Από κάποια έγγραφα γνωρίζουμε ενετικές οικογένειες που είχαν σχέση τους Σταμνιούς (Burgugroni, Galbo, κλπ) , σε κάποια από τις οποίες θα ανήκε το κτίριο. Οι Τούρκοι πρέπει να χρησιμοποίησαν τον πύργο, όπως φαίνεται από επισκευαστικές επεμβάσεις σε αυτόν.

ΕΠΑΥΛΗ DE MEZZO
Η Ετιά είναι ένα εγκαταλελειμμένο Μεσαιωνικό χωριό κοντά στις Λιθίνες Σητείας, που στην ακμή του ήταν το μεγαλύτερο χωριό της Επαρχίας Σητείας με πάνω από 500 κατοίκους. Αξίζει μια βόλτα ανάμεσα στα Ενετικά κτίσματα του χωριού. Εδώ στα τέλη του 15ου αιώνα, ο Ενετός άρχοντας Πιέτρο De Mezzo, που η περιοχή αποτελούσε φέουδό του, έκτισε το αρχοντικό De Mezzo, γνωστό ως Έπαυλη De Mezzo ή Σεράι. Ήταν ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα ενετικά οικοδομήματα στην Κρήτη. Το σχήμα του ήταν ορθογώνιο με τρεις ορόφους. Αρκετοί χώροι του ήταν καμαροσκέπαστοι κι είχε διακοσμηθεί πλούσια, ενώ το στέμμα της οικογένειας De Mezzo κατείχε εξέχουσα θέση ανάμεσα στις διακοσμήσεις. Οικόσημο υπήρχε και στο υπέρθυρο του κτιρίου. Ο άρχοντας De Mezzo πρέπει να ήταν φιλόξενος, όπως μαρτυρεί η γραφή στο υπέρθυρο της εισόδου «Intra vostra signiora senza rispetto» (Ας μπει η αφεντιά σου, χωρίς αναστολή). Όλο το οικοδόμημα ήταν περιτειχισμένο σας φρούριο και είχε μπροστά στην ανατολική του πλευρά μια μεγάλη αυλή. Στην ανατολική πλευρά της αυλής, υπήρχε κρήνη το νερό της οποίας διοχετευόταν σ’ αυτήν από το υδραγωγείο στο Καμαράκι, 1.5 χλμ. πιο μακριά. Στην εξωτερική μεριά του τείχους βρίσκονταν γούρνες, στις οποίες έτρεχε το νερό της κρήνης.
ΠΥΡΓΟΣ ΜΑΣΛΟΥΜ ΚΑΡΑΚΑΣΗ
Στη Νεάπολη, στην περιοχή του Αγίου Δημητρίου, πάνω από το παλιό υδραγωγείο, βρισκόταν το κονάκι του γενίτσαρου Μασλούμ Καρακάση, που αποτελούσε και τον πύργο του. Είχε κατά την παράδοση 100 πόρτες, μια κεντρική (την πορτέλα) και 30 καμάρες. Η πορτέλα έκλεινε με τον τρόπο που κλείνει στην Κωνσταντινούπολη το κάστρο της Ρούμελης (Ρούμελη Χισάρ). Είναι κτίσμα ενετικής κατασκευής του φεουδάρχη Ενετού Rasqualigo. Ο θυρεός που βρίσκεται και σήμερα, πάνω δεξιά της πορτέλας μάς επιβεβαιώνει το αδιάψευστο της ενετικής κατασκευής, όπως και το οικόσημο, που βρέθηκε. σχεδόν ανέπαφο λαξεμένο. κατά την εκσκαφή ενός χώρου του Πύργου. Στον πύργο αυτό κλείστηκαν τον Νοέμβριο του 1827 οι 300 ορτάκηδες του Καρακάση, όταν έφτασε στον Άγιο Νικόλαο (18 Νοεμβρίου) εκστρατευτικό σώμα από τη νήσο Γραμβούσα με αρχηγό τον Ι. Χάλη, με στόχο να εκπορθήσουν το φρούριο της Σπιναλόγκας και της Ιεράπετρας. Τότε 2000 Τούρκοι απ’ το Ηράκλειο ξεκίνησαν για να βοηθήσουν τον Καρακάση. Οι επαναστάτες όμως τους έκλεισαν τον δρόμο στο φαράγγι του Σεληνάρη και τους κατατρόπωσαν. Έτσι, οι έγκλειστοι στον πύργο αναγκάστηκαν να παραδοθούν και οι επαναστάτες τους συγκέντρωσαν στο τζαμί που υπήρχε στη θέση του σημερινού ναού. Τότε οι Τούρκοι παρασπόνδησαν και σκότωσαν μερικούς επαναστάτες που μπήκαν στο τζαμί. Ο Καπετάν Εμμανουήλ Καζάνης ανέβηκε στην οροφή του τζαμιού, άνοιξε μια τρύπα και έριξε μέσα καιόμενα πανιά διαποτισμένα με ρακή και αλειμμένα με λάδι και λίπος. Έτσι, ανεπτύχθησαν έντονοι καπνοί και οι Τούρκοι πέθαναν από ασφυξία. Ο Μασλούμ Καρακάσης διασώθηκε και μεταφέρθηκε αιχμάλωτος με τον αδελφό του Σεκίρ στη Γραμβούσα κι αργότερα επέστρεψε στο Νέο χωριό. Στον Πύργο φιλοξενήθηκε κατά την παραμονή του στη Νεάπολη ο σπουδαίος Χασάν Πασάς, γνωστός σαν Κωνσταντίνος Αδοσίδης Πασάς. Ο Αδοσίδης Πασάς ήταν ο πρώτος Έλληνας που είχε διοριστεί ως Βαλής της Κρήτης, επιτυγχάνοντας αφενός την ειρήνευση στο νησί και θέτοντας αφετέρου τα θεμέλια της αυτονομίας με τη Σύμβαση της Χαλέπας. Μάλιστα, ο πύργος είναι γνωστός στους ντόπιους ως σεράι του Αδοσίδη Πασά, κι όχι του Μασλούμ Καρακάση.
ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΖΟΥ
Η Ζου είναι ένας μικρός καταπράσινος οικισμός, 7 χλμ. νότια από τη Σητεία. Το όνομά της προέρχεται πιθανόν από την τούρκικη λέξη «σου», που σημαίνει νερό, καθώς στην περιοχή ρέουν άφθονα νερά από την περίφημη πηγή Ζου. Το χωριό είναι γνωστό από τα ερείπια μινωικής κατοικίας, λίγο πιο έξω από αυτό. Στο χωριό όμως υπήρχε και ένας μικρός ενετικός πύργος, που βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Ο πύργος σήμερα χρησιμοποιείται ως σπίτι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: