20 Οκτ 2012

Κορώνη - χαϊδεμένη από το κύμα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Βγαίνοντας από τη μεσσηνιακή πρωτεύουσα και προχωρώντας ΝΔ φθάνουμε στην παραλιακή κωμόπολη της Μεσσηνίας, την Κορώνη, χτισμένη σε θέση περίοπτη στο Μεσσηνιακό κόλπο. Απέχει 52 χλμ. από την Καλαμάτα και από την Αθήνα 4 ώρες και έχει 1.600 κατοίκους. Είναι αλήθεια ότι όσοι δεν έτυχαν να περάσουν από τα μέρη της Κορώνης πιστεύουν ότι θα δουν ένα μικρό πανόραμα ελληνικής ιστορίας. Μπορεί να φταίει το φημισμένο βενετσιάνικο κάστρο που δεσπόζει πάνω από την πόλη, με τους προμαχώνες και τα τείχη που φτάνουν μέχρι τη θάλασσα, ή ακόμα και η μεσαιωνική τεχνοτροπία που συναντά κανείς στα σοκάκια της πόλης. Από εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο, με λιμάνι-ναύσταθμο, ήδη από το 13ο αιώνα, η Κορώνη εξελίχθηκε σε παραδοσιακό θέρετρο με γραφικούς κολπίσκους, ήρεμη φύση, όμορφες αμμουδερές παραλίες και πεντακάθαρες ακτές.
Βαδίζοντας στα στενά σοκάκια της πόλης θαυμάζετε τα παλιά αρχοντικά διώροφα σπίτια της, μεσαιωνικού ρυθμού, το λιμάνι γεμάτο ψαροκάικα και ιστιοφόρα, ενώ στις ψαροταβέρνες της βρίσκετε πάντα φρέσκα θαλασσινά. Στο μουσείο υπάρχουν αρχαία νομίσματα από διάφορες εποχές, από τα πρώτα που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα, διάφορα αγγεία, κίονες και κιονόκρανα. Όταν ανεβείτε στο κάστρο της διαπιστώνετε ότι όλος ο Μεσσηνιακός κόλπος ανοίγεται μπροστά σας και τότε καταλαβαίνετε το πόσο στρατηγική είναι η θέση της. Στο Δήμο Κορώνης υπάγονται 10 κοινότητες με συνολικό πληθυσμό 12.000 κατοίκους. Η πόλη διαθέτει αρκετά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια κι έχει καθημερινή συγκοινωνία από Αθήνα και Καλαμάτα.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ
Μία πετρώδης γλώσσα της στεριάς μπαίνει μέσα στη θάλασσα σχηματίζοντας ένα μικρό ακρωτήρι, στο ΝΑ άκρο του αριστερού ποδιού της Μεσσηνίας που βλέπει ανοικτά στο Μεσσηνιακό κόλπο και όχι μόνο. Στο ψηλότερο σημείο αυτής της χερσαίας γλώσσας υψώνεται το θρυλικό κάστρο της Κορώνης, που φιγουράρει σε όλους τους ταξιδιωτικούς οδηγούς, με τους δυο μεγάλους τετράγωνους πύργους. Έτσι, μία φυσικά οχυρή θέση, έγινε φρούριο δυσκολόπαρτο κι ασφαλές καταφύγιο των κατοίκων της γύρω περιοχής, που είναι πνιγμένη στο πράσινο της ελιάς και της συκιάς. Πίσω από τα ψηλά τείχη και πέρα από τον περίβολο η θέα είναι καταπληκτική και σε αποζημιώνει. Απέραντο γαλάζιο από τη μια και μια δεντρόφυτη νησιωτική πολιτεία από την άλλη μεριά.
Στη βόρεια πλευρά του μικρού ακρωτηρίου απλώνεται σήμερα η γραφική πολίχνη της Κορώνης, χτισμένη αμφιθεατρικά με ωραία σπίτια, που σκαρφαλώνουν μέχρι τους πρόποδες του κάστρου πάνω. Ένας κατηφορικός δρόμος, σωστό νησιώτικο καλντερίμι, με λευκά πεζούλια και γλάστρες γεμάτες πολύχρωμα λουλούδια, οδηγεί από το κάστρο σε μια μικρή κλειστή πλατεία. Μέσα στην πόλη τα καλντερίμια σχηματίζουν τεθλασμένη πορεία. Όλα τα κτίρια είναι διατηρητέα, πιστά στην τυπική μεσαιωνική αρχιτεκτονική, με τα πέτρινα μικρά μπαλκόνια και τις σιδεριές.
Μπροστά στη πόλη απλώνεται το ήμερο ψαρολίμανο με το μόλο και τα ψαροκάικα, ενώ ένας πέτρινος βραχίονας στα ανατολικά το προστατεύει από τη φουρτούνα της Θάλασσας. Φυσική ομορφιά, κρυμμένη κάτω από αιώνες ιστορίας. Από ψηλά δεν ξεχωρίζεις σχήματα, μόνο χρώματα, ζωηρά και χαρούμενα. Στο μόλο ψαροταβέρνες και ουζάδικα «τραβούν» μεγάλη κίνηση από τα γειτονικά χωριά μόλις πέσει το φως της ημέρας. Μια απόκρημνη κατωφέρεια αρχίζει από το κάστρο προς τα ΒΑ και κατρακυλάει μέχρι τη θάλασσα όπου διακρίνονται κάποια ίχνη σκαλοπατιών αρχαίων και τμήματα αρχαίου μόλου. Νότια, η ακτογραμμή ξεκινάει από τη βραχώδη κόψη του «ρεσάλτου» κάτω από το κάστρο, και φτάνει να σχηματίζει μια χαριτωμένη καμπυλόμορφη πλαζ νοτιότερα, γραφικότατη και τουριστικά αξιοποιημένη. Η πόλη ζωντανεύει αμέσως μόλις οι μέρες αρχίσουν να ζεσταίνουν.
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
Στην Αρχαϊκή εποχή (8ος αιώνα π.Χ.) οι Αργείοι επιτέθηκαν στην Ασίνη της Αργολίδας (δίπλα στο σημερινό Τολό του Ναυπλίου). Οι Ασιναίοι υποχρεώθηκαν τότε να εκπατριστούν και, ως σύμμαχοι της Σπάρτης, ήρθαν να εγκατασταθούν στη ΝΔ ακτή του Μεσσηνιακού Κόλπου, όπου τους παραχωρήθηκε γη να χτίσουν και να κατοικήσουν. Στην πιο οχυρή τοποθεσία της περιοχής δημιούργησαν τη Μεσσηνιακή Ασίνη. Μέχρι σήμερα είναι ορατά τα λείψανα της αρχαίας αυτής ακρόπολης στο κάστρο και τμήματα των λιμενικών εγκαταστάσεων της χαμηλά στην ακτή. Η Ασίνη αναφέρεται από το Στέφανο Βυζάντιο και αναγράφεται στο Συνέκδημο του Ιεροκλέους. Αργότερα, μνημονεύεται στον κατάλογο των πόλεων που περιλαμβάνονται στο λεγόμενο «Τακτικό της Εικονομαχίας» ως έδρα επισκοπής, υπαγόμενης στη μητρόπολη Κορίνθου.
Η αρχαία Ασίνη (σημερινό Καστράκι), απέναντι από το Τολό στο Ναύπλιο
Στη Μεσσηνιακή Ασίνη, λοιπόν, οι Δωριείς ή Δρύοπες Ασίνιοι παρέμειναν σύμμαχοι των Σπαρτιατών και η Ασίνη υπήρχε ως περιοικίδα πόλη μέχρι τα τέλη του 7ου αιώνα, δηλαδή μέχρι το τέλος του Β' Μεσσηνιακού πολέμου. Από τότε και μετά έγινε σπαρτιάτικη επικράτεια σε όλη τη διάρκεια του 6ου και 5ου αιώνα συνεισφέροντας με έμψυχο υλικό στις εκστρατείες της Σπάρτης και προσφέροντας μεγάλο μέρος της παραγωγής της στους Σπαρτιάτες. Μετά την ήττα της Σπάρτης στα Λεύκτρα (371 π.Χ.), η Ασίνη απομονώθηκε περισσότερο ως σύμμαχος της Σπάρτης, επειδή οι Θηβαίοι του Επαμεινώνδα ενθάρρυναν την ίδρυση της αρχαίας Κορώνης, στην ομηρική Αίπεια, περίπου εκεί όπου είναι σήμερα το Πεταλίδι, όπου και διατηρούνται ίχνη οικοδομημάτων και από όπου προέρχονται επιγραφές και γλυπτά, ενώ ορατά είναι και τμήματα του τείχους που έχτισαν το 369 π.Χ. οι Θηβαίοι με οικιστή τον Επιμηλίδη. Ο Στράβων προσδιορίζει τη θέση της μεταξύ της Ασίνης και της πόλης Θουρίας. Ο Παυσανίας αναφέρει δύο εκδοχές για την ονομασία της: Σύμφωνα με την πρώτη, η Κορώνη πήρε το όνομά της από την Κορώνεια της Βοιωτίας, καθώς ιδρύθηκε από αποίκους από την πόλη αυτή με αρχηγό τον Επιμηλίδη. Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή πήρε το όνομά της από μία χάλκινη κορώνη (νόμισμα) που βρέθηκε κατά την ανέγερση των τειχών της. Έτσι, την αρχική ακμή της Ασίνης διαδέχτηκε η παρακμή.
Η αρχαία Ασίνη (ερείπια από την Ακρόπολη)
Το 50 μ.Χ., ο Στράβων τη σημειώνει σαν χωριουδάκι, που αργοπεθαίνει. Όμως, ο Παυσανίας μετά από 100 χρόνια (περίπου 150 μ.Χ.) δεν μιλάει για κραυγαλέα παρακμή. Απλώς αφήνει την πόλη και τα χτίσματα στην άκρη και αναφέρεται στους (σεμνούς) Ασιναίους. Αργότερα (από τον 4 αιώνα και μετά), οι εισβολές Ερούλων και Σλάβων αραίωσαν τον πληθυσμό. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια της Ρωμαιοκρατίας φαίνεται ότι ο τόπος είχε νεκρωθεί εντελώς. Ώσπου οι Μεσσήνιοι της Κορώνης, τον 6ο αιώνα μ.Χ μετακόμισαν και εγκαταστάθηκαν εδώ, αρχικά στην κορυφή του βράχου, όπου βρίσκεται το μεσαιωνικό κάστρο και μετά εξαπλώθηκαν στους πρόποδες του βράχου, στη θέση της αρχαίας πόλης Ασίνη. Έδωσαν το όνομά τους στην πόλη που αναζωογονήθηκε, χρησιμοποίησαν το ανακαινισμένο απ’ αυτούς φρούριο, ξανάχτισαν σπίτια στα ερείπια της αρχαίας πόλης και επιδόθηκαν με επιτυχία σε ειρηνικά έργα, ναυτιλία γεωργία, που τους έκαναν πλούσιους. Η μεσαιωνική Κορώνη, με το ζεστό τοπικό χρώμα αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, απλώνεται πιο κάτω, χτισμένη πάνω στα ερείπια της αρχαίας Ασίνης.
Το λιμάνι της αρχαίας Ασίνης (στο βάθος το Τολό)
ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Κατά τον 7ο ή 8ο αιώνα πιθανότατα, οι κάτοικοι της πρωτοβυζαντινής Κορώνης (σημερινό Πεταλίδι Μεσσηνίας), ίσως λόγω των σλαβικών κι αραβικών επιδρομών, μετοίκησαν στην οχυρή ακρόπολη της Ασίνης, που μετονομάστηκε σε Κορώνη. Από εκκλησιαστική άποψη, στις αρχές του 9ου αιώνα, η επισκοπή Κορώνης υπάγεται στην μητρόπολη Πατρών και αναφέρεται διαδοχικά στα «Τακτικά» σε όλη τη διάρκεια της μέσης βυζαντινής περιόδου. Τον 11ο αιώνα, σε επιστολή του Μιχαήλ Ψελλού μνημονεύεται επίσκοπος Κορώνης, ενώ σε συνοδικό γράμμα (1084) του πατριάρχη Νικολάου Β', η Κορώνη αναφέρεται ως Σαρσοκορώνη. Το 1104, ο Λανδόλφος κατέφυγε με τα 18 πλοία του στο λιμάνι της, αποφεύγοντας να αντιμετωπίσει, όπως είχε εντολή από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό, τους Γενουάτες. Την ευημερία της βυζαντινής (μεσαιωνικής) Κορώνης πολλά στοιχεία πιστοποιούν: η στρατηγική της θέση προ του εχθρού των Σαρακηνών, η θεματική (διοικητική) αναδιάρθρωση της Πελοποννήσου και η μετατροπή της σε προμαχώνα κατά των πειρατών, η έναρξη εμπορικών δοσοληψιών με τους Φράγκους και τους προσκυνητές των Αγίων τόπων, η πλούσια ελαιοπαραγωγή της περιοχής και η σύνδεση της επισκοπής Κορώνης με τη Μητρόπολη Πατρών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τότε χτίζεται κατά μια άποψη στην κορυφή του κάστρου ο βυζαντινός ναός της Αγίας Σοφίας.
Τον 11ο και 12ο αιώνα, η Κορώνη συγκαταλέγεται στις πόλεις της Αυτοκρατορίας, στις οποίες οι Ενετοί, με σειρά χρυσόβουλων των Κομνηνών, διαθέτουν προνόμια για την ελεύθερη εμπορική διακίνησή τους. Μάρτυρες της ακμής είναι ο Άγγλος προσκυνητής Βενέδικτος που φαίνεται ότι έμεινε αρκετό καιρό στην περιοχή (κάπου μεταξύ 10ου και 11ου αιώνα), ο οποίος κάνει μια αξιοθαύμαστη περιγραφή της αγροτικής οικονομίας κι ελαιοπαραγωγής της Κορώνης κι ο Άραβας γεωγράφος Εντρεσή, που στις αρχές του 12ου αιώνα επισκέφτηκε την πόλη και την περιγράφει ως «μικρή μεν πλην πολύ οχυρή πόλη της Πελοποννήσου». Αυτή η ευημερία είναι που προκάλεσε τις αρπακτικές διαθέσεις των πειρατών και των Ιταλικών ναυτικών δυνάμεων. Είναι η ώρα που το βενετσιάνικο λιοντάρι αρχίζει να βρυχάται έξω από το κάστρο της.
Η ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ
Η Ενετοκρατία γνώρισε δυο φάσεις στην Κορώνη. Η πρώτη άρχισε μετά την Δ' Σταυροφορία (1203-04), τότε που Ευρωπαίοι κυρίεψαν την Κωνσταντινούπολη (1204). Ο Γουλιέλμος Σαμπλίτ και ο Γοδεφρείδος Βιλεαρδουίνος, το 1205, την κυριεύουν πολύ εύκολα απ’ τον Λέοντα Χαμαρέτο (μετά από μία μόνο σύγκρουση έξω από το κάστρο): 120 ιππότες και 400 πεζοί Φράγκοι που «βρήκαν το κάστρο γυμνό από τείχη και πύργους, νίκησαν τους άτακτους Κορωναίους, από τους οποίους μόνο ο θρυλικός Δοξαπατρής Βουτσαράς πρόβαλε πεισματική άμυνα». Μάλλον παραδόθηκε, λοιπόν το κάστρο (κατά το «Χρονικό της Κουγκέστας») διότι όσοι έμεναν μέσα σε αυτό: «λάλησαν και είπαν συμπάθεια να έχουν, το κάστρο να τους δώσουν, μόνον να τους ορκιστούν, να έχουν τους οίκους των μετά των γονικών τους».
Το 1209 περιήλθε στην κυριαρχία των Ενετών, όπως και η γειτονική της Μεθώνη, που έδιωξαν την ολιγάριθμη φραγκική φρουρά κι έγιναν κύριοι του κάστρου. Την περίοδο της Ενετοκρατίας αρχίζει η ανακαίνιση του παλαιωμένου κάστρου: πολλά σημεία του γκρεμίζονται και ξαναχτίζονται επιβλητικά και δυνατά, για να μπορεί να ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες αμυντικού πολέμου. Γι’ αυτό κατορθώνει να αποκρούσει τις πολιορκίες των Γενοβέζων και Καταλανών, αλλά και να απωθήσει το ενδεχόμενο επανένταξής της στο βυζαντινά εδάφη των Παλαιολόγων. Το ομορφοκτισμένο κάστρο γίνεται από τα τέλη του 13ου αιώνα ένας σίγουρος διαμετακομιστικός σταθμός της Βενετίας με τη Μέση Ανατολή. Η Κορώνη γνωρίζει μεγάλη ακμή και πολύς κόσμος, έμποροι προσκυνητές, άρχοντες μετασταθμεύουν στο λιμάνι αυτό του βενετσιάνικου ανεφοδιασμού. Παράλληλα, η ενδοχώρα αποκτά αξία για την αγροτική παραγωγή της και ιδιαίτερα για τις περιζήτητες ελιές, τον πρινόκοκκο (είδος βαφικής ύλης από φυτό) και τη ξυλεία. Η Κορώνη γίνεται έδρα «Βαίλου», δηλαδή επιτρόπου και μεγάλου δόγη της Βενετίας, έδρα καθολικού επισκόπου, που υπάγεται στον Πάπα, γεγονός όμως που καταπίεσε τους ντόπιους Ορθοδόξους. Λέγεται ότι στην περίοδο αυτή η Κορώνη είχε 30-40.000 κατοίκους. Σε αυτούς η Ορθόδοξη εκκλησιαστική ιεραρχία δεν θα λείψει, αλλά αυτή δεν ήταν πάντα άξια των δύσκολων περιστάσεων.
Κορώνη (Ενετικός χάρτης του 1686)
Η ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ
Μετά από αλλεπάλληλες πολεμικές αποτυχίες της Βενετίας, στα τέλη του 15 αιώνα ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Β' ήρθε στην Πελοπόννησο, πολιόρκησε την Κορώνη και την κατέλαβε το 1500. Κύματα πληθυσμών εκπατρίστηκαν τότε και κατέφυγαν σε βενετοκρατούμενες περιοχές των Ιονίων. Στα 1532, ο ναύαρχος του αυτοκράτορα Καρόλου Ε', ο Γενοβέζος Αντρέα Ντόρια, κατέλαβε την Κορώνη μετά από πολύνεκρες μάχες. Στον αγώνα εκείνο τον βοήθησαν και πολλοί εκπατρισμένοι Κορωναίοι. Δύο χρόνια αργότερα ο διαβόητος αρχιπειρατής και κατόπιν ναύαρχος του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή, Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, πολιορκεί την Κορώνη και την ανακαταλαμβάνει (1534). Τότε μεγάλο μέρος των κατοίκων εγκατέλειψε το κάστρο και την πόλη για να σωθεί στα Επτάνησα και την κάτω Ιταλία.
Από το 1534 μέχρι το 1686 διαρκεί η Α' φάση της Τουρκοκρατίας. Στα δύσκολα εκείνα χρόνια ωστόσο οι κάτοικοι της Κορώνης επανασυνδέονται θρησκευτικά, ψυχικά και πολιτικά με τους υπόλοιπους Μεσσήνιους και Μοραΐτες, υποτάσσονται στην κοινή ιστορική τους μοίρα και αποφεύγουν τον εκλατινισμό. Η Τουρκοκρατία διακόπηκε για λιγότερο από 30 χρόνια, το 1685, τότε που ο Φραγκίσκος Μοροζίνι κατέλαβε την Κορώνη για να εξισορροπήσει κάπως την απώλεια της Κρήτης από τους Οθωμανούς. Επί 50 μέρες βομβάρδιζε ο Βενετσιάνος ναύαρχος το κάστρο.
«Γυρεύει κόλπο για να μπει, λιμάνι για ν’ αράξει, γυρεύει τον Χαλίλ Πασά για να τον πολεμήσει, με τα τετρακόσια κάτεργα, μ’ εξήντα δυο φρεγάδες». Και όταν το κυρίευσε ο Μοροζίνι κατάσφαξε 1.500 Οθωμανούς υπερασπιστές του. Μετά τον ΣΤ’ Ενετο-τουρκικό πόλεμο η Κορώνη πέρασε στον έλεγχο των Βενετών, όπως και η υπόλοιπη Πελοπόννησος. Η Β' Ενετοκρατία ήταν σύντομη και ηπιότερη από την Α' για λόγους προπαγανδιστικούς και πολιτικούς. Γι’ αυτό κι επιτράπηκαν η κοινοτική οργάνωση, το ορθόδοξο ιερατείο και τα οικονομικοκοινωνικά προνόμια. Ήταν λοιπόν μια ειρηνική περίοδος για τους Κορωναίους (1685-1715). Μετά το 1715, η Πελοπόννησος πέρασε πάλι στην κυριαρχία των Οθωμανών για δεύτερη φορά.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Ήδη από το 1769-70 με την εξέγερση της Πελοποννήσου από τους Ορλόφ, η Κορώνη πλήρωσε ακριβά τη λαχτάρα των κατοίκων της για απελευθέρωση. Η μεν πόλη πολιορκήθηκε τον Μάρτιο του 1770 από τους Ορλόφ, αλλά το κάστρο δεν έπεσε και οι Τούρκοι της πόλης σκληροί και αποφασισμένοι δε δίστασαν να αιματοκυλήσουν τους Έλληνες κατοίκους της πόλης.
Έκτοτε, ενώ οι Τούρκοι της Κορώνης σύναζαν θησαυρούς στο κάστρο, οι Έλληνες εργάζονταν μυστικά για την εθνική ανάσταση. Πολλές οικογένειες στην Κορώνη είναι μυημένες στη Φιλική Εταιρεία στις παραμονές της Εθνεγερσίας (Καράπαυλοι, Σακκόπουλοι, Δαρειώτες, Αρώνης, Γεωργόπουλοι Σπουργίτες, Βουρνάς κ.ά.).
Όταν πάρθηκε το κάστρο της Καλαμάτας ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι στα Βουνάρια Κολωνίδων με τους Καράπαυλο και Δαρειώτη. Ήταν τα πρώτα μικροεπεισόδια. Όμως και οι Τούρκοι της Κορώνης αντέδρασαν πονηρά: κάλεσαν τον επίσκοπο Κορώνης Γρηγόριο, αμέσως μετά την πανηγυρική Θεία λειτουργία της 25ης Μαρτίου 1821, να παρουσιαστεί στον αρχιαγά. Όταν ο επίσκοπος πήγε στο κάστρο συνελήφθη μαζί με το διάκο του και έναν ακόμα κληρικό ως όμηρος. Και όταν τα επεισόδια άρχισαν να γενικεύονται, οι Τούρκοι κατακρεούργησαν ζωντανό τον αρχιερέα και τους δύο κληρικούς που είχαν στο κάστρο. Τα πτώματά τους τα πέταξαν στα νότια βράχια του κάστρου, στο «ρεσάλτο». Η πολιορκία του κάστρου συνεχίζεται, αλλά οι Τούρκοι ανεφοδιάζονται από την θάλασσα και κρατούν το κάστρο αποτελεσματικά. Από την άλλη, οι πολιορκητές είναι σχεδόν ανοργάνωτοι, άοπλοι, και χωρίς στρατηγικά σχέδια… Έτσι η αρχική πολιορκία εκφυλίζεται σε χερσαίο αποκλεισμό.
Μανιατάκειο ίδρυμα
Το 1823 κατέβηκε από τη Ρωσία ο αρχιμανδρίτης Άνθιμος Ζερμπίνος φέρνοντας χρήματα για την οργάνωση πολιορκίας και εφόδου κατάληψης του κάστρου. Το 1824 προετοιμάζεται μυστικά μια καταδρομική επιχείρηση. Παράλληλα οι Κορωναίοι πρόκριτοι εκδίδουν προκήρυξη. Και στις 14 Φεβρουαρίου 1824 αρχίζει η νυχτερινή έφοδος. Αλλά μια διαμάχη με τους Βούλγαρους μισθοφόρους καταστρέφει την απόπειρα. Κατά την τελική έφοδο, όσοι Κορωναίοι ανέβηκαν στο κάστρο συνελήφθησαν και σφαγιάστηκαν. Το κάστρο δεν πάρθηκε.
Σε βιβλίο που εξιστορεί τα γεγονότα του πρωινού εκείνου αναφέρονται τα εξής: «…Τον Ιανουάριο του 1824, όλοι οι πρόκριτοι και οι καπεταναίοι της επαρχίας Κορώνης, συγκεντρώθηκαν στα Βουνάρια, που ήταν η έδρα του επαρχείου της δημογεροντίας, και αποφάσισαν να καταλάβουν το κάστρο με έφοδο. Συγκέντρωσαν δύναμη από 100 Κορωναίους, 205 έμμισθους Βουλγάρους υπό τον Κώστα Σέρβο, 50 Ρουμελιώτες υπό τον Γρίβα, στον οποίον οι πρόκριτοι υπεσχέθησαν μεγάλη αμοιβή και δώρα και λίγους Μανιάτες υπό τους Μαυρομιχαλαίους. Η έφοδος έγινε ίσως στις 14 Φεβρουαρίου. Πενήντα Κορωναίοι, με ανεμόσκαλες ανέβηκαν στα τείχη και μπήκαν στο κάστρο. Κάλεσαν τότε τους συμμάχους να ανέβουν και αυτοί, αλλά υπό τον Γρίβα και τον Σέρβο δεν ακολούθησαν. Ο Γρίβας την κρίσιμη αυτή στιγμή ζήτησε εκατό χιλιάδες ρούβλια και, παρά τις παρακλήσεις και υποσχέσεις του βουλευτή Ηλία Καράπαυλου, έφυγαν όλοι εκτός από τους Κορωναίους. Μόλις οι Κορωναίοι αντελήφθησαν αυτό, προσπάθησαν να κατέβουν από τα τείχη. Μερικοί όμως δεν μπόρεσαν, έμειναν ίσως 13 που οχυρώθηκαν σε ένα σπίτι επί τρεις ημέρες. Την Τρίτη ημέρα, οι Τούρκοι έριξαν λάδι και πίσσα στο σπιτάκι και του έβαλαν φωτιά και τα παλικάρια έγιναν ολοκαύτωμα στο βωμό της Ελευθερίας. Τραγικός ο επίλογος της περίφημης εφόδου ή ‘ρεσάλτο’, όπως είναι γνωστή. Το όνομα αυτό φέρει και η θέση όπου έγινε το σκαρφάλωμα και η είσοδος στο κάστρο. Είναι η ίδια θέση όπου κατακρεουργήθηκε και πετάχτηκε ο τελευταίος επίσκοπος Κορώνης Γρηγόριος Μπίστης, τον Ιούλιο του 1821…».
Ένα χρόνο μετά, όταν ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Μεθώνη, τα πράγματα δυσκόλεψαν περισσότερο για τους Κορωναίους και όλη τη Μεσσηνία. Μόνο μετά τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (20/10/1827) φάνηκε να ροδοχαράζει η λύτρωση της απελευθέρωσης για τη Μεσσηνία. Και στις 25 Σεπτεμβρίου του 1826 φτάνει στον Μεσσηνιακό Κόλπο ο γαλλικός στόλος του Μεζόν. Τότε οι Τούρκοι παρέδωσαν επίσημα το κάστρο στο Νικηταρά Σταματελόπουλο, που έγινε ο πρώτος φρούραρχος της απελευθερωμένης Κορώνης (18/10/1828).
ΜΠΑΡΜΠΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΩΝΗ
Σε πολλούς ίσως η δημώδης φράση «Έχει μπάρμπα στην Κορώνη» να της δίνει ένα προβάδισμα τυπικό έναντι της Μεθώνης. Ο πλούτος και η δύναμη σε σχέση με άλλες ελληνικές πόλεις ήταν ο λόγος. Ο γενικός διοικητής του Μοριά στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν ο πασάς της Τριπολιτσάς. Όλοι οι τοπικοί διοικητές, οι μπέηδες, των άλλων πόλεων, ήταν φυσικά κάτω από αυτόν. Λέγεται όμως ότι ο μόνος που αποτελούσε εξαίρεση ήταν ο μπέης της Κορώνης, γιατί, σύμφωνα με έθιμο της εποχής, στην Κορώνη έστελναν για μπέη ένα στενό συγγενή του σουλτάνου. Μπορεί ο μπέης της Κορώνης να υπαγόταν διοικητικά στον πασά της Τριπολιτσάς, ουσιαστικά όμως, τον επηρέαζε σημαντικά και ο πασάς δεν τολμούσε να του αρνηθεί κανένα ρουσφέτι. Όποιος, λοιπόν, είχε κάποια σοβαρή υπόθεση στην Τρίπολη και τύχαινε να συγγενεύει με Κορωναίο προύχοντα, κατέφευγε σ' αυτόν για να μεσιτεύσει στον μπέη της Κορώνης. Ο μπέης έδινε τότε ένα σημείωμα για τον πασά της Τριπολιτσάς και έτσι γινόταν η δουλειά.
Η ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Ανεβαίνοντας τα σκαλιά και τα στενά δρομάκια από τον μόλο φτάνουμε στη βόρεια πλευρά του κάστρου, κοντά στη «μεγάλη πόρτα» του, που ανάγεται στα χρόνια της Ενετοκρατίας. Στο σημείο εκείνο η τοιχοποιία είναι επιμελημένη και ισοδομική, γιατί, όταν χτιζόταν, και χρήματα υπήρχαν και αρχιτεκτονικό γούστο περίσσευε.
Η κεντρική πύλη διατηρείται πολύ καλά. Είναι επιβλητική και μνημειακή, με χτίσιμο επιδέξιο και πέτρινο. Είναι από μόνη της ένα μνημείο αυτοτελές. Η σύνθεση της πανύψηλης αυτής πύλης μαρτυρεί όλα τα χαρακτηριστικά της ναυτικής Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου. Ψηλά επάνω, το άνοιγμα της πύλης σχηματίζει οξυκόρυφο γοτθικό τόξο και, πάνω από αυτό, ανοίγεται μεγάλο τοξωτό παράθυρο, μέσα στο οποίο υπήρχε χώρος για στάθμευση φρουράς παρατηρητών. Απ’ έξω, στη βάση ενός προμαχώνα, «στις πρώτες σειρές των δόμων, διακρίνονται 2-3 τουλάχιστον σπόνδυλοι πώρινων κιόνων κλασικής εποχής, χτισμένοι ολοζώντανοι, στοιχειωμένοι, θαρρείς σαν τη γυναίκα του πρωτομάστορα».
Από την κεντρική πύλη ανηφορίζει κανείς το γραφικό καλντερίμι, μέσα πλέον στο κάστρο, ανάμεσα στα ξερά χόρτα, τα ταπεινά ελαιόδεντρα και τις πρασινάδες των μικρών, λίγων σπιτιών που έχουν απομείνει εκεί. Πιο πάνω, το δρομάκι διχάζεται: κατευθείαν επάνω οδηγεί στον Άγιο Χαράλαμπο, στο γυναικείο μοναστήρι και στο νεκροταφείο. Αριστερά προχωρά στο ανατολικό πλευρό του κάστρου, στη μικρή χερσόνησο της «Λιβαδιάς». Παλιά, εδώ βρισκόταν το σεράι του μπέη της Κορώνης. Εδώ υπάρχει και η θυροπούλα, το «παραπορτάκι» που με κρυφή ανεμόσκαλα έβγαζε στη Λιβαδιά και από εδώ έμπαιναν μέσα οι κρυφοί απεσταλμένοι ή έβγαιναν μυστικά οι μαντατοφόροι του κάστρου. Βγαίνοντας από τη θυροπούλα βρίσκεται κανείς στον επίπεδο χώρο-αλώνι, προ των τειχών. Μπροστά υπάρχουν τα ερείπια θόλου («μπιτζιχανέ») φορτωμένα με αγριολούλουδα. Παρακάτω, νότια, σώζεται ένας άλλος «μπιτζιχανές», που οι ντόπιοι τον ονομάζουν «σκοταδαριό». Είναι ένας βαρύς προμαχώνας, ημικυκλικός απέξω. Εσωτερικά ανοίγεται μικρή είσοδος με γοτθικό περίγραμμα. Ο φρουριακός αυτός χώρος ήταν άψογα οργανωμένος με μυστικές διόδους, διεξόδους προς τη θάλασσα, κρυφές στοές επικοινωνίας, μυστικά κλιμακοστάσια, παραπλανητικούς διαδρόμους και συμμετρικά πολυβολεία γεμάτα πολεμοφόδια.
Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Το κάστρο της Κορώνης έχει μάλλον τετράγωνο σχήμα, Σε κάθε γωνία του προβάλλει σχεδόν κυκλικά ένας προμαχώνας (μπιτζιχανές). Τα τείχη τριγύρω περιτρέχονται με επάλξεις/πολεμίστρες. Τέτοιες επάλξεις έχουν και οι τέσσερις προμαχώνες. Το κάστρο έχει διπλή σειρά τειχών (όπως το Νεόκαστρο της Πύλου). Η εσωτερική πλευρά, της ακρόπολης είναι προς το δυτικό μέρος του κάστρου, δηλαδή στο ψηλότερο σημείο όπου βρίσκεται και το μοναστήρι. Εκτός από την ανατολικά πλευρά ( όπου υπάρχουν οι δύο προμαχώνες και τα σαράι του αρχιμπέη, που έβλεπε προς τη Λιβαδιά), η βόρεια και η νότια πλευρά του κάστρου υψώνονται μπρος στη θάλασσα. Η βόρεια κατηφορίζει στολισμένη με τα γραφικά σπιτάκια της πολιτείας της Κορώνης. Η νότια πλευρά γκρεμίζεται απότομα στα βράχια του «Ρεσάλτου» κι ύστερα σβήνει σε μια χαριτωμένη ακρογιαλιά. Δυτικά, η πλευρά του κάστρου έχει πάλι σπίτια της Κορώνης και, πέρα μακριά, διακρίνονται οι καταπράσινοι λόφοι της ενδοχώρας. Στην κορυφή του λόφου, υπάρχουν, όπως ήδη είπαμε, ο ναός της Αγίας Σοφίας, το νεκροταφείο και το παλαιοημερολογίτικο μοναστήρι του Προδρόμου. Χαμηλότερα, και κάτω ακριβώς από τη νότια πλευρά των τειχών, υπάρχει η Εκκλησία της Παναγίας της Ελεήτριας.
Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ
Καθώς περνάει ο επισκέπτης την πρώτη πύλη προς το γυναικείο μοναστήρι, στα αριστερά του θα δει ένα χαμηλότερο επίπεδο χώρο, μέσα στον οποίο υψώνεται η εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Το αρχικό σωζόμενο κτίσμα είναι ένας μονόχωρος, θολωτός ναός μικρών διαστάσεων. Σ’ αυτόν προσκτίστηκε δυτικά ένα δρομικό διαμέρισμα με δίρρικτη στέγη στον άξονα Ανατολής-Δύσης. Έτσι, εξωτερικά ο ναός είναι εμφανώς διμερής: έχει τον αρχικό, τετράγωνο στην κάτοψη και θολωτό στην άνοψη, πυρήνα και τον μεταγενέστερο νάρθηκα με ένα ωραίο τρίλοβο και δύο μεγαλύτερα μονόλοβα παράθυρα δυτικά. Εσωτερικά, ο κυρίως ναός έχει ένα χτιστό τέμπλο, που φέρει τρία ανοίγματα (πύλες στενόμακρες). Από τις 4 γωνίες του τετραγώνου ανοίγονται τόξα, που συνδέονται σχηματίζοντας ισάριθμα σφαιρικά τρίγωνα. Πάνω σ’ αυτά επικάθεται το χαμηλό τύμπανο του θόλου, το οποίο φέρει παράθυρα φραγμένα (πλην του ανατολικού). Τα τόξα δημιουργούνται με αλλεπάλληλες στρώσεις τούβλων. Ανατολικά σχηματίζεται ημικυκλική κόγχη, με δύο παράθυρα πλευρικά και μία φωτοθυρίδα κεντρικά. Το κτίσμα αυτό φέρει υλικά σε δεύτερη χρήση από τον παρακείμενο νότια παλαιοχριστιανικό ή βυζαντινό ναό της Αγίας Σοφίας, από τον οποίον σώζονται μόνον οι επιθεμέλιοι δόμοι και κάποιοι πεσμένοι κίονες. Ο πρώτος αυτός ναός, ρυθμού μονόκλιτης Βασιλικής, πρέπει να είναι κτίσμα του 5ου ή 6ου αιώνα μ.Χ. και κατ’ άλλους, κτίσμα μεταξύ 11ου και 12ου αιώνα. Και αυτός ο αρχικός ναός φαίνεται ότι οικοδομήθηκε με αρχαία υλικά επί ενός αρχαιότερου ναού, του Ασιναίου Απόλλωνα. Νοτιοανατολικά υπάρχουν ερείπια προσκτισμάτων του παλαιοχριστιανικού ναού (βαπτιστήριο ίσως ή παστοφόριο). Το όνομα του ναού, εξάλλου, κατά τις μοναχές και πολλούς ντόπιους αφιερώνεται στην Αγία Σοφία, την μάρτυρα, ενώ κατ’ άλλους, στη θεία Σοφία. Δεν είναι ωστόσο, τυχαίο ότι εκεί λατρευόταν με μυστικιστικές προεκτάσεις ο Απόλλωνας και ότι ένας γέρο-Κορωναίος μαρτυρεί το δίστιχο: «Αγιά-Σοφιά στην Πόλη, Αγιά-Σοφιά και στην Κορώνη».
ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Δυτικά από τα ερείπια της Αγίας Σοφίας βρίσκεται το κάτασπρο μοναστήρι του Προδρόμου. Είναι γυναικείο και εντάσσεται στο παλαιό ημερολόγιο (όπως όλα τα μοναστήρια στον Άθω και πολλά ελληνικά). Ο χώρος είναι ευρύς, επίπεδος, τα κελιά ασβεστωμένα, καθαρά, ο περίβολος χαμηλός και γεμάτος προσκυνητάρια ή γραφικοί ναΐσκοι σε πολύ μικρή κλίμακα. Δυτικά, μια σειρά εγκαταστάσεων ακουμπάει πάνω στα τείχη. Κάπου εκεί φαίνεται ότι αξιοποιούνται και παλιές εγκαταστάσεις του κάστρου, υπόγειες δεξαμενές, σκήτες, κελιά, πολεμίστρες και σπηλιές.
Σε μια τέτοια σπηλιά, που ονομάζεται «σκολειό», μπορεί να φτάσει ο επισκέπτης μόνο με τη θέληση της ηγουμένης. Είναι ένας χώρος υποβλητικός και σκοτεινός σαν κατακόμβη, γεμάτος οπές, πεζούλια και εικονίσματα, τοποθετημένα μέσα σε μικρές, σκαλιστές «αψιδώσεις» του βράχου. Εκεί βρίσκεται ο δυτικός μπιτζιχανές, ο ψηλότερος προμαχώνας του κάστρου. Οι ντόπιοι τον ονομάζουν «μεγάλη ντάπια» και χτίστηκε πάνω στις παλιές υπόγειες αποθήκες του κάστρου, που υποχρέωσαν τους κτιστάδες να τον υψώσουν σχεδόν τετράγωνο. Από αυτό το μπαλκόνι της ντάπιας, απλώνεται κάτω από τα πόδια του επισκέπτη η μικρή πολιτεία της Κορώνης.
ΤΟ ΝΟΤΙΟ ΤΕΙΧΟΣ (Η «ΠΡΟΣΗΛΙΑ ΝΤΑΠΙΑ»)
Εδώ, το βάραθρο κάτω από τα τείχη γκρεμίζεται ίσια στη θάλασσα με τα μυτερά βράχια. Η μεριά αυτή συνδέεται με πολλούς λαϊκούς θρύλους για ερωτοχτυπημένα βασιλόπουλα της Βενετίας, για βεζυροπούλες και Κορωνιές ονειροπαρμένες και για ιστορίες αλαφροΐσκιωτες γεμάτες μυστήριο. Εκεί κοντά είναι και το «Ρεσάλτο», ο χώρος του ολοκαυτώματος για την απελευθέρωση.
Όταν διαβείτε τη δυτική πύλη και κατεβείτε τα σκαλοπάτια των τειχών, θα βρεθείτε στο πλάτωμα του Ηρώου. Εκεί μέσα στο κομψό (αλλά μάλλον εγκαταλελειμμένο τελευταία) άλσος της Ελεήτριας, βρίσκεται η προτομή του επισκόπου Γρηγορίου.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σήμερα η Κορώνη έχει τα πρωτεία στην ήσυχη ζωή, με παραδοσιακό τουρισμό. Οι μέρες περνούν με αγροτικές ασχολίες και αλιεία. Καλύτεροι πελάτες της ντόπιας παραγωγής είναι οι κάτοικοι των γύρω περιοχών και οι παραθεριστές που φτάνουν στη παραλία για φρέσκο ψάρι και νόστιμους μεζέδες. Ο τόπος προσφέρεται για ωραίους περιπάτους. Όσο για τα αξιοθέατα της πόλης, η εκκλησία της Παναγιάς της Ελεήτρας, ο Άγιος Χαράλαμπος του νεκροταφείου, με την εντοιχισμένη πλάκα του Φρ. Μοροζίνη (1689), που βρίσκεται μέσα στον ναό και η μικρή εκκλησία της Αγίας Σοφίας και φυσικά όπως προαναφέραμε, η αρχαία ακρόπολη της Ασίνης, κυριαρχούν μαζί με το Καστρονήσι που θεωρείται ο βιγλάτορας της Μεσσηνίας. Η θάλασσα καθαρή και φιλόξενη, προσελκύει, εκτός από λουόμενους, και θαλάσσιες χελώνες από γειτονικό Ιόνιο, και για την προστασία τους έχουν ιδρυθεί οικολογικοί σύλλογοι μικρής εμβέλειας. Η χλωρίδα και η πανίδα δεν έχει διαταραχθεί χάρη στην ελεγχόμενη οικιστική ανάπτυξη. Με ή χωρίς μπάρμπα, η Κορώνη αξίζει την επίσκεψή σας.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Συγχαρητήρια για τη δουλειά σας. Όμως, στο συγκεκριμένο άρθρο για τη Κορώνη μας, στο σημείο που λέει για την είσοδο στο "σκολείο" της μονής, ότι πηγαίνει κάποιος μόνο με την θέληση της ηγουμένης... είναι λάθος! Οι μοναχές ίσως σας υπέδειξαν το σημείο, γιατί είναι δύσκολο να το βρεί κάποιος που επισκέπτεται το χώρο πρώτη φορά. Σε καμία περίπτωση δεν απαγορεύουν την είσοδο και δεν χρειάζεται κανείς ειδική άδεια από την ηγουμένη. Το μοναστήρι είναι ανοικτό από ανατολή και μέχρι πλέον της δύσης και όλος ο χώρος, πλήν των κελιών, είναι επισκέψιμος. Το σημειώνω για να μη βγαίνουν λάθος συμπεράσματα, ειδικά αυτή τη περίοδο που η εκκλησία "φταίει για όλα". Μετα τιμής.

Ν.Κ.