20 Οκτ 2012

Σουφλί - η πόλη του μεταξιού

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στο μέσο του νομού Έβρου, μόλις 1,5 χλμ. από τα υδάτινα σύνορα του Έβρου, και σε απόσταση 65 χλμ. ΒΑ της Αλεξανδρούπολης, απλώνεται ο δήμος του Σουφλίου με 7.500 κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή. Σκαρφαλωμένο στην ανατολική πλευρά του λόφου του Αϊ-Λια, ενός από τα τελευταία υψώματα της Ροδόπης, το Σουφλί ατενίζει την Ανατολή. Είναι η πόλη με τη διάφανη σφραγίδα του μεταξιού, με τα μοναδικά παραδοσιακά αρχοντικά, με τους αυθεντικούς και φιλότεχνους ανθρώπους. Στο Σουφλί ο μεταξόσπορος φαίνεται να ρίζωσε βαθιά. Κάτω από τις κεραμοσκεπές και μέσα στα πλακόστρωτα σοκάκια ξετυλίγεται η ιστορία του μεταξιού, ζωσμένη από τους θρύλους και τις παραδόσεις που ξεκινούν από την τρίτη χιλιετία π.Χ. στην Άπω Ανατολή, περνούν από το Βυζάντιο κι αναβιώνουν ως τις μέρες μας. Οι Σουφλιώτισσες υφάντρες συνεχίζουν να υφαίνουν την ιστορία της πόλης, με πρώτη ύλη την τέχνη τους, το μεράκι και φυσικά το μετάξι.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ευρήματα από την ελληνιστική και τη βυζαντινή περίοδο αποδεικνύουν ότι υπήρχε εγκατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, ήδη από την Αλεξανδρινή εποχή. Το Σουφλί αναφέρεται για πρώτη φορά (1667) από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή, ως Sofulu, που μας πληροφορεί ότι κατοικείτο από αμιγώς ελληνικό πληθυσμό. Την ονομασία αυτή πολύ πιθανόν την πήρε από παλιό μουσουλμανικό μοναστήρι που υπήρχε στην περιοχή, επειδή και η τουρκική λέξη «σούφι» ερμηνεύεται «λόγιος ιερωμένος». Το έντονο θρακιώτικο στοιχείο στα έθιμα της περιοχής μαρτυρεί την καταγωγή των Σουφλιωτών από το μεγάλο Θρακικό φύλο της Βαλκανικής χερσονήσου και των νησιών του ΒΑ Αιγαίου. Στα τέλη του 18ου αιώνα κατέφυγαν στο Σουφλί Θεσσαλοί και Ηπειρώτες (πιθανόν από σουλιώτικα φύλα) που αναμείχθηκαν με τον ντόπιο πληθυσμό και χρωμάτισαν με τα δικά τους πολιτισμικά στοιχεία τον τόπο.
Στην περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, το Σουφλί ήταν κεφαλοχώρι απαλλαγμένο από φόρους, με σουλτανικό φιρμάνι. Αποτελούσε ένα ισχυρό οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό κέντρο της περιοχής για πολλές δεκαετίες, και απλωνόταν και στην ανατολική όχθη του ποταμού Έβρου, με πληθυσμό της τάξης των 60.000 ατόμων. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, που το κουκούλι εισβάλλει δυναμικά σε κάθε σουφλιώτικο σπίτι, η ιστορία της πόλης συμβαδίζει με αυτήν του μεταξιού. Η πόλη αναπτύχθηκε ραγδαία και άκμασε χάρη στη σηροτροφία. Η αμπελουργία και η οινοποιεία παρουσίασαν γρήγορη ανάπτυξη. Αυτά ήταν τα δύο κύρια σκέλη της οικονομικής ζωής του τόπο.
ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΞΙΟΥ
Αρχικά το Σουφλί ήταν χτισμένο στο δίκορφο λόφο του Αϊ Λια και με την αύξησή του άρχισε να επεκτείνεται προς τα κάτω, κοντά στις όχθες του ποταμού Έβρου. Έτσι δημιουργήθηκαν δύο συνοικίες, η Καρακατσ(ι)λιά (άνω μέρος) και η Καμπιά (κάτω μέρος). Ο κάμπος του Σουφλίου, που εκτεινόταν και από τις δυο πλευρές του ποταμού Έβρου, σταδιακά μετατρέπεται σ’ ένα απέραντο μορεολίβαδο, για να τροφοδοτεί τους πρωτεργάτες του μεταξιού, τους μεταξοσκώληκες, που τρέφονται αποκλειστικά με φύλλα μουριάς. Άντρες, γυναίκες και παιδιά συμμετέχουν σε όλα τα στάδια της παραγωγής, από την εκκόλαψη του σπόρου, μέχρι την ύφανση του περίφημου σουφλιώτικου μεταξωτού. Την περίοδο της ακμής (1908), ο πληθυσμός της πόλης ξεπερνάει τους 12.000 κατοίκους, ενώ αναπτύσσονται εμπορικές σχέσεις με το Μιλάνο και τη Λυών. Την εποχή αυτή το Σουφλί αναδεικνύεται σε πολιτιστική και εμπορική πρωτεύουσα του Ν. Έβρου. Το μετάξι του Σουφλίου και οι περίφημοι κεντητοί τσεβρέδες αρχίζουν να ξεπερνούν τα σύνορα του τόπου.
Μπόλια υφαντή εκρού με δαντέλα
Στις αρχές του 20ου αιώνα αρχίζουν να λειτουργούν τα πρώτα εργοστάσια επεξεργασίας μεταξιού, από τους γνωστούς Εβραίους Αζαρία και Πάππο Αβραάμ (1903), Τζίβρε Ιακώβ (1920) και το Σουφλιώτη Χατζησάββα Παντελή (1924). Η παραγωγή των κουκουλιών την περίοδο 1900-1910 ξεπερνάει τους 800 τόνους ετησίως. Οι σηροτρόφοι μεταφέρουν τα κουκούλια μέσα σε ψάθινα κοφίνια στην κεντρική κουκουλοαγορά της πόλης, το χαρέτσι. Σαν σ’ ένα πρωτόγονο χρηματιστήριο μεταξιού, παραγωγοί, μεταξοβιομήχανοι κι έμποροι από όλη την Ελλάδα συγκεντρώνονταν για να διαπραγματευτούν την τιμή του κουκουλιού. Σήμερα το χαρέτσι διατηρεί την πέτρινη πρόσοψή του, ενώ το εσωτερικό του έχει μετατραπεί σε καφενείο.
Η άνθηση όμως της σηροτροφίας και μεταξουργίας στο Σουφλί δεν θα διαρκέσει πολύ. Με τις συνθήκες του 1922-23, η Ανατολική Θράκη και η Ρωμυλία πέρασαν στην κυριότητα του νεοσύστατου τουρκικού κράτους. Μετά τον καθορισμό των συνόρων το μεγαλύτερο μέρος των πλούσιων κτημάτων του Σουφλίου, αλλά και της εμπορικής πελατείας του, έμεινε στην αντίπερα όχθη του Έβρου, με αποτέλεσμα να περιοριστεί η σηροτροφία. Η απώλεια του μεγαλύτερου μέρους του κάμπου των 70.000 στρεμμάτων, με τα απέραντα μορεολίβαδα, αποκλειστική τροφή του μεταξοσκώληκα και εκτεινόταν πέρα από τον Έβρο, θα στερήσει το Σουφλί από τα απαραίτητα για τη σηροτροφία μορεολίβαδα.
Το Σουφλί (1910)
Επιπλέον, μετά το 1922, η σηροτροφία και το εμπόριο μεταξιού θα περιέλθουν στο ελληνικό νομικό και φορολογικό καθεστώς, με αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών σε ευρωπαϊκές χώρες. Από το 1949 οι κάτοικοι του Σουφλίου φιλειρηνικοί, φιλοπρόοδοι και εργατικοί αγωνίζονται συνεχώς για να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης τους. Όμως η εφεύρεση του συνθετικού μεταξιού και η πτώση των τιμών των κουκουλιών οδήγησαν στη συρρίκνωση της σηροτροφίας στην πόλη. Οι μουριές, μοναδική τροφή του μεταξοσκώληκα, σιγά-σιγά λιγόστεψαν κα με τον αναδασμό σχεδόν εξαφανίστηκαν. Η παρακμή της σηροτροφίας, σε συνδυασμό με την έλλειψη αντισταθμιστικών μέτρων, ανάγκασε τον πληθυσμό να μεταναστεύσει στα αστικά κέντρα ή στο εξωτερικό.
ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΟΡΟ ΣΤΗ ΜΕΤΑΞΩΤΗ ΚΛΩΣΤΗ
Από τις αρχές Μαΐου μέχρι τα τέλη Ιουνίου, το Σουφλί παλλόταν στους ρυθμούς του μεταξιού. Όλη η οικογένεια απασχολείτο νύχτα-μέρα με την εκτροφή του μεταξοσκώληκα, μια διαδικασία που απαιτεί διαρκή προσοχή και αφύπνιση. Το μεγαλύτερο μέρος του σπιτιού διαμορφωνόταν ειδικά για τις ανάγκες της σηροτροφίας, ενώ για δυο συνεχείς μήνες η παράξενη συμβίωση ανθρώπου και κάμπιας καθόριζε τη ζωή στη μικρή πόλη.
Η εκκόλαψη του σπόρου, που αποτελεί και το πρώτο στάδιο της εκτροφής του μεταξοσκώληκα, γίνεται στις αρχές Μαΐου. Ο μεταξόσπορος, που το μέγεθός του δεν ξεπερνά το κεφάλι μίας καρφίτσας, εκκολάπτεται σε 12-15 περίπου ημέρες. Από τη στιγμή που θα εκκολαφθεί ο νεαρός μεταξοσκώληκας, μέχρι τη στιγμή που ο ώριμος πια μεταξοσκώληκας θα σκαρφαλώσει στα κλαδιά για να πλέξει το κουκούλι του (τη φούσκα), μεσολαβούν 5 διαφορετικά στάδια που ονομάζονται «ηλικίες» και διαχωρίζονται μεταξύ τους από ένα ενδιάμεσο στάδιο που λέγεται «ύπνος». Συνολικά δηλαδή ο μεταξοσκώληκας περνά 5 ηλικίες και 4 ύπνους.
Κατά την εκτροφή, που διαρκεί περίπου 40 μέρες, οι σπόροι τοποθετούνται πάνω σε ξύλινα κρεβάτια, τις λεγόμενες κρεβάτες, και τρέφεται αποκλειστικά με νωπά φύλλα μουριάς, που στα πρώτα στάδια της εκτροφής, ψιλοκόβονται. Η θερμοκρασία, η υγρασία, ο αερισμός και ο φωτισμός του χώρου πρέπει να ελέγχονται σχολαστικά, ενώ όλοι φροντίζουν για την προμήθεια των μορεόφυλλων που ο μεταξοσκώληκας καταβροχθίζει με λαιμαργία. Συνολικά λοιπόν ο κύκλος των 40 ημερών είναι το ανώτατο χρονικό διάστημα που μπορεί να διαρκέσει μία εκτροφή. Στην τέταρτη ηλικία, που οι Σουφλιώτες αποκαλούν «πατιρντούδι», δηλαδή μικρό πανηγύρι, ο ήχος από το μάσημα των φύλλων ακούγεται σαν ψιλή βροχή και η λεγόμενη «ψιχάλα» κατακλύζει σπίτια και μπιζικλίκια.
Μετά το στάδιο της εκτροφής, στο τέλος της πέμπτης ηλικίας, ακολουθεί το στάδιο του κλαδώματος. Οι μεταξοσκώληκες ανεβαίνουν στα κλαδιά του πουρναριού, που έχουν τοποθετηθεί πάνω στα κρεβάτια, και αρχίζουν να πλέκουν σιγά-σιγά το κουκούλι τους γύρω από τον εαυτό τους, μέχρι να κλειστούν ολοκληρωτικά μέσα στη μεταξένια φούσκα και να μεταμορφωθούν σε χρυσαλλίδα. Το πλέξιμο του κουκουλιού ολοκληρώνεται σε 12 μέρες, υπό συνθήκες σκότους και απόλυτης ησυχίας.
Αμέσως μετά αρχίζει η διαδικασία του ξεκλαδώματος, δηλαδή το μάζεμα των χλωρών κουκουλιών από τα κλαδιά. Το ξεκλάδωμα διαρκεί δύο με τρεις μέρες. Μέσα σε 10 ημέρες από το ξεκλάδωμα πρέπει να ακολουθήσει η απόπνιξη ή το ψήσιμο των κουκουλιών, για να θανατωθεί η χρυσαλλίδα που βρίσκεται μέσα σ’ αυτά, πριν προλάβει να μεταμορφωθεί σε πεταλούδα. Αν δεν γίνει απόπνιξη των κουκουλιών, η πεταλούδα που βρίσκεται μέσα στο κουκούλι, μετά από 12 ημέρες από την ολοκλήρωση του πλεξίματος, κόβει τις κλωστές της φούσκας και βγαίνει. Τότε οι πεταλούδες ζευγαρώνουν και, αφού οι θηλυκές γεννήσουν, πεθαίνουν.
Τα ήδη ψημένα κουκούλια είναι έτοιμα να αναπηνιστούν, δηλαδή να ξετυλιχτούν σ’ ένα μονοκόμματο μεταξωτό νήμα. Μέσα σε βραστό νερό θερμοκρασίας 50 με 60 βαθμών Κελσίου, η μεταξωτή κλωστή μπορεί να «τραβηχτεί» και το κουκούλι να ξετυλιχθεί σε μια κλωστή που το μήκος της μπορεί να ξεπεράσει τα 2.000 μέτρα.
Στον κόσμο του μεταξιού οι αριθμοί είναι εκπληκτικοί. Ένα κουτί 25 γρ. μεταξόσπορου περιέχει 40.000 μεταξοσκώληκες. Για να εκτραφούν πλήρως και να δώσουν το μετάξι πρέπει να καταβροχθίσουν 500 κιλά μορεόφυλλα. Από το κάθε κουκούλι παίρνουμε περίπου 2.500 μέτρα κλωστή.
ΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΤΖΙΒΡΕ
Σήμερα, πλησιάζοντας την πόλη, οι πρώτες επιγραφές από βιοτεχνίες και οικοτεχνίες που λειτουργούν στην περιοχή προετοιμάζουν τον επισκέπτη για τη γνωριμία με την πόλη του μεταξιού. Η μισογκρεμισμένη καμινάδα του εργοστασίου Τζίβρε (στην είσοδο της πόλης), με το επιβλητικό ύψος των 35 μ., που κάπνιζε επί 60 χρόνια, έχει σταματήσει από χρόνια να καπνίζει, ξυπνάει όμως σιγά-σιγά τις μνήμες από την εποχή που το μετάξι πρωταγωνιστούσε στη ζωή των κατοίκων. Το εγκαταλειμμένο εργοστάσιο ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τους Ιταλούς αδελφούς Τσεριάνο και το 1920 αγοράστηκε από τον Αδριανουπολίτη Ιακώβ Τζίβρε. Το μετάξι και η επεξεργασία του συνδέθηκαν με τα όνειρα χιλιάδων κοριτσιών που δούλεψαν στο εργοστάσιο όλα αυτά τα χρόνια. Οι μηχανές στο εργοστάσιο του Τζίβρε διατηρούνται μέχρι και σήμερα και παρόλο που ο χρόνος έχει προσθέσει τη σκόνη του, νιώθει κανείς ότι μ’ ένα μαγικό άγγιγμα θα δουλέψουν πάλι και τα διάφανα μεταξωτά υφάσματα θα ξαναλάμψουν στο φως του ήλιου, μαζί με τα τραγούδια και τα γέλια των εργατριών. Σήμερα, ο Δήμος Σουφλίου προχωρεί στην αξιοποίηση του εργοστασίου και μετά την ανακαίνιση του, θα λειτουργήσει ως νέο πολιτιστικό-βιομηχανικό μουσείο, που θα φιλοξενεί τα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης του μεταξιού.
ΤΑ ΜΠΙΤΖΙΚΛΙΚΙΑ
Η εκτροφή του μεταξοσκώληκα, λόγω της ιδιαιτερότητάς της, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής των σπιτιών. Αυτή τη χαρακτηριστική αρχιτεκτονική μορφή δίνουν τα εντυπωσιακά κουκουλόσπιτα ή «μπιτσικλίκια»: κεραμοσκεπή διώροφα ή τριώροφα κτίρια, διάσπαρτα σ’ όλες τις γωνιές της πόλης, κυριαρχούν στο χώρο με τον επιβλητικό τους όγκο, και προορίζονταν αποκλειστικά για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα. Τα δωμάτια κατοίκησης περιορίζονται στην άκρη (οι ιδιοκτήτες έμεναν κυρίως στο ισόγειο) και στον όροφο δημιουργούνται μεγάλοι και άνετοι χώροι, όπως η σάλα και το κελάρι, με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της σηροτροφίας Ανάμεσα στα «μπιτσικλίκια» της πόλης υπάρχει και το ανακαινισμένο κουκουλόσπιτο των αδελφών Καλέση (σήμερα λειτουργεί ως Δημοτικός Ξενώνας «Κουκούλι»), που αποτελεί δείγμα ειδικής αρχιτεκτονικής. Χτίστηκε το 1850 και μέχρι το 1975 λειτουργούσε ως κουκουλόσπιτο. Το ισόγειο έχει περιμετρική λιθοδομή. το πρώτο πάτωμα είναι χτισμένο από οπτοπλινθοδομή και το δεύτερο, που περιορίζεται στη μεσαία ζώνη, κλεινόταν άλλοτε στις μακρές πλευρές από τσατμά. Στους ορόφους υπήρχαν τα κρεβάτια για τους μεταξοσκώληκες. Ο Ξενώνας προσφέρει σήμερα τη θαλπωρή του σ’ όλους τους ταξιδιώτες και περιηγητές που θέλουν να ζήσουν έστω και για λίγο τη μαγεία της εμπειρίας του μεταξιού. Έχει δυναμικότητα 11 δωματίων και 29 κλινών. Κοντά και πάνω στον κεντρικό δρόμο βρίσκεται το ξενοδοχείο «Σηροτροφείο». Κτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα, αποτέλεσε ένα από τα πιο σημαντικά κουκουλόσπιτα της περιοχής. Πρόκειται για ένα τριώροφο κτίριο από οπτοπλινθοδομή, που διακρίνεται για την κατασκευαστική του συνέπεια, τη λιτή του φόρμα, την παραδοσιακή του γραμμή και την προβεβλημένη θέση στον ιστό της πόλης.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΕΤΑΞΑΣ
Αφήνοντας πίσω τα μεταξομάγαζα που συγκεντρώνονται στην κεντρική πλατεία, ο ανηφορικός δρόμος με τα παλιά σουφλιώτικα αρχοντικά και κουκουλόσπιτα, που συνδέει το κάτω με το πάνω μέρος της πόλης, μας οδηγεί στο Μουσείο Μέταξας.
Το μουσείο στεγάζεται στο όμορφο αρχοντικό του Κουρτίδη, που χτίστηκε το 1883 και ανήκε στον Αδριανουπολίτη σχολάρχη, γιατρό και συγγραφέα Κωνσταντίνο Κουρτίδη. Είναι διώροφο με εσωτερική αυλή, ημιυπαίθριους βοηθητικούς χώρους και ξενώνα για ερευνητές. Το Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα της ΕΤΒΑ, σε συνεργασία με το Δήμο Σουφλίου, οργάνωσε στο παλιό κελάρι του αρχοντικού μόνιμη έκθεση, όπου παρουσιάζονται αναλυτικά η ιστορία της σηροτροφίας και τα διάφορα στάδια της παραδοσιακής εκτροφής του μεταξοσκώληκα και επεξεργασίας του μεταξιού και καταλήγει σε μια γενικότερη παρουσίαση των κοινωνικών και οικονομικών πτυχών της μεταξουργίας, μέσα από ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Ο επισκέπτης μπορεί να γνωρίσει το ταξίδι και τις περιπέτειες του μεταξοσκώληκα από το 3000 π.Χ. και την Κίνα, ως τον 20ο αιώνα και το Σουφλί. Μπορεί επίσης να παρακολουθήσει βήμα-βήμα τη διαδικασία παραγωγής του μεταξιού από την εκκόλαψη του σπόρου, το κλάδωμα, το ξεκλάδωμα, την απόπνιξη (ψήσιμο των χλωρών κουκουλιών), μέχρι την αναπήνιση (ξετύλιγμα της κλωστής από το κουκούλι), το καλάμισμα (τύλιγμα σε μασούρια), το ζευγάρωμα και το στρίψιμο (συνένωση νημάτων για μεγαλύτερη αντοχή) και τελικά την ύφανση των μεταξωτών στους αργαλειούς. Σήμερα, το Μουσείο Μέταξας ανήκει στο Πολιτιστικό Τμήμα της Τράπεζας Πειραιώς.
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Κοντά στο Μουσείο Μέταξας ορθώνεται η μεγαλόπρεπη τρίκλιτη βασιλική του Αγ. Γεωργίου (1854). Χτίστηκε στη θέση παλιότερου ναού (1818) και ήταν άλλοτε ο μητροπολιτικός ναός της πόλης (1924 - 1934). Έχει διώροφο γυναικωνίτη και κοσμείται με ένα περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1861, φιλοτεχνημένο από τον Μαδυτινό Σταμάτη Ταλιαδούρο. Είναι σπάνιο δείγμα ξυλογλυπτικής και αποτελεί ένα από τα καλύτερα τέμπλα του ελλαδικού χώρου. Το 1910 προστέθηκε στο ναό το εντυπωσιακό κωδωνοστάσιο. Οι σπάνιες μπαρόκ εικόνες που κοσμούν το ναό, δώρα των μεταξεμπόρων της περιοχής, μαρτυρούν τον πλούτο και την άνθηση που γνώρισε η πόλη στο παρελθόν, κυρίως χάρη στην εμπορία των κουκουλιών.
ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΜΠΡΙΚΑ
Λίγο παραπάνω στον ίδιο δρόμο, στην πλατεία Μεσοχωρίου, συναντάμε το πιο εντυπωσιακό κτίσμα και ταυτόχρονα σπάνιο δείγμα αρχιτεκτονικής, το αναπαλαιωμένο αρχοντικό του Μπρίκα, που χτίστηκε αποκλειστικά για τις ανάγκες της σηροτροφίας. Είναι τριώροφο, πλινθόκτιστο και πατά σε λίθινο βάθρο. Συνδυάζει επιτυχημένα τη βιοτεχνική αποστολή του με τη μεγαλοπρέπεια της δυτικής αρχοντικής προαστιακής βίλας. Λέγεται ότι το έχτισαν μάστορες από την Προύσα το 1890. Το κτίριο έχει συντηρηθεί και ο Δήμος σχεδιάζει να το μετατρέψει σε Μουσείο για να στεγάσει την ιστορική και λαογραφική παράδοση του τόπου.
Η ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΤΗΣ ΣΗΡΟΤΡΟΦΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ
Σήμερα πια γίνεται έντονη προσπάθεια για ανάκαμψη της σηροτροφίας. Σήμερα, η παραγωγή κουκουλιών δεν ξεπερνάει τους 5 τόνους, ποσότητα που δεν επαρκεί για τις βιοτεχνίες που συνεχίζουν να λειτουργούν στην περιοχή μέχρι σήμερα, όπως των αδελφών Τσιακίρη (1954). Σαρδανίδη Λεωνίδα (1975) και Μουχταρίδη Αθανάσιου (1976) και αναγκαστικά καταφεύγουν στην εισαγωγή του πολύτιμου νήματος από την Κίνα. Η βιοτεχνία Μπουρουλίτη, στο κέντρο της πόλης, εξακολουθεί να προμηθεύεται κουκούλια από τα γύρω χωριά Γιαννούλη, Σιδηρώ, Μάνδρα, Κυριακή, αλλά και από τις λιγοστές οικογένειες του Σουφλίου, που ακόμα ασχολούνται στα σπίτια τους με τη σηροτροφία. Τα κουκούλια στέλλονται, όμως, για αναπήνιση στη Βουλγαρία, όπου το κόστος είναι χαμηλό. Τα τελευταία χρόνια, ο Δήμος Σουφλίου με τη Δημοτική Επιχείρηση Σηροτροφίας «ΔΕΣΗΜΕΣ», προσπαθεί ν’ αναβιώσει την παραγωγή του μεταξιού με μορεώνες, με εκτροφή μεταξοσκώληκα και την κατασκευή αναπηνιστηρίου που ολοκληρώθηκε πρόσφατα. Σύντομα θα δημιουργήσει έναν επισκέψιμο χώρο εκτροφής του μεταξοσκώληκα, για όλους τους καλοκαιρινούς μήνες. Τέλος, υποστηρίζει την προσπάθεια τόσο σε επιστημονικό επίπεδο όσο και σε πρακτικό, παραχωρώντας μορεώνες σε όσους θέλουν να ασχοληθούν με τη σηροτροφία.
Κατά το Μάιο, στο δημοτικό εκτροφείο της πόλης οι μεταξοσκώληκες συνεχίζουν να πλέκουν ευλαβικά τα κουκούλια τους υπό το άγρυπνο βλέμμα του επιστάτη. Εκεί μπορεί κανείς να παρακολουθήσει όλη τη διαδικασία της εκτροφής και να δει τους αδηφάγους, αλλά συμπαθέστατους κατά τα άλλα, μεταξοσκώληκες. Το καλής ποιότητας κουκούλι σήμερα μπορεί να πιάσει μέχρι και 8 ευρώ το κιλό και αφού αναπηνιστεί, να μετατραπεί από τις σύγχρονες πια μεταξουργίες σε πανέμορφα φουλάρια, τσεβρέδες, πουκάμισα, γραβάτες. Οι τιμές είναι πιο χαμηλές για τα κουκουλάρικα και σαντούκ υφάσματα που αποτελούν την πρώτη επεξεργασία του μεταξιού. Οι ποικιλίες χρωμάτων και υφασμάτων (ολομέταξο, μεταξοβάμβακο, μαλλομέταξο) είναι εντυπωσιακές και πλημμυρίζουν τις βιτρίνες των μαγαζιών στο κέντρο της πόλης.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αμφιθεατρικά χτισμένο στο λόφο του Αϊ-Λια και στραμμένο ανατολικά, το Σουφλί προσφέρει μια πανοραμική θέα του κάμπου που άλλοτε πλημμύριζαν οι μουριές. Σήμερα, οι ελάχιστοι μορεώνες που απομένουν έχουν μεταφερθεί στα ορεινά και για να τους βρει κανείς πρέπει να ψάξει αρκετά. Στις αυλές των σπιτιών, όμως, η μουριά εξακολουθεί να απλώνει τα κλαδιά της προς τον ουρανό και κάθε άνοιξη όλοι περιμένουν τη στιγμή που θα πετάξει τα πρώτα της φύλλα. Αυτή η προσμονή δεν έχει πια καμιά πρακτική σημασία, αλλά σαν μια παλιά συνήθεια επιστρέφει μαζί με την άνοιξη στο Σουφλί. Οι τουλίπες, οι βασίλισσες των κήπων, ξελογιάζουν με τα φανταχτερά τους χρώματα και αναδίδουν αρώματα Ανατολής. Μαζί με τις μουριές και τις τουλίπες, η επιστροφή των πελαργών σηματοδοτεί την εαρινή περίοδο στο Σουφλί. Η κολόνα της ΔΕΗ στην κεντρική πλατεία της πόλης φιλοξενεί μια οικογένεια πελαργών που φαίνεται να απολαμβάνει την κίνηση και τη φασαρία από τα γύρω καταστήματα. Ο πελαργός απλώνει τις φτερούγες του πάνω από την πόλη του μεταξιού και χάνεται πίσω από το λόφο του Αϊ-Λια. Μέχρι την επόμενη άνοιξη, και πριν από τη μεταμόρφωση της πεταλούδας, το Σουφλί θα εξακολουθεί να υφαίνει την ιστορία του μεταξιού και να δίνει συνέχεια και ζωή σε κινέζικους θρύλους και βυζαντινές παραδόσεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Π. Γκαγκούλια - Α. Λούβη -Μ. Οικονόμου - Σ. Παπαδόπουλος - Μ. Ρηγίνος, «Η σηροτροφία στο Σουφλί», 1992, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.
Δ. Καρακούσης, «Θράκη: τουριστικός, ιστορικός, αρχαιολογικός οδηγός».

Δεν υπάρχουν σχόλια: