Φιλικός και αγωνιστής του 1821, ο Γεώργιος Λασσάνης έδρασε σαν συγγραφέας, δραματουργός και δάσκαλος. Υπήρξε στενός συνεργάτης του Αλέξανδρου Υψηλάντη διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στην προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ενώ συμμετείχε και στα πολιτικά δρώμενα του νεοσύστατου κράτους καταλαμβάνοντας υψηλά αξιώματα.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Το φθινόπωρο του 1818, εγκαθίσταται στην Οδησσό, όπου παράλληλα με τα διδακτικά καθήκοντα που πρόκειται να αναλάβει στην ελληνική εμπορική σχολή, αναπτύσσει ευρεία πνευματική και πολιτική δραστηριότητα. Δημοσιεύει άρθρα σε εφημερίδες, συντάσσει σχολικά συγγράμματα, μεταφράζει Γερμανούς συγγραφείς, γράφει και σκηνοθετεί τραγωδίες, τις οποίες παρουσιάζει στο τοπικό ελληνικό θέατρο της Φιλικής Εταιρείας. Ειδικότερα, με την ιδιότητα του δραματουργού που επιλέγει τα θέματά του από την αρχαία Ελλάδα, επιτυγχάνει να επηρεάζει το κοινό προβάλλοντας τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις υπέρ μιας Ελληνικής επανάστασης.
Η δράση του στο σχολείο της Ελληνικής παροικίας είναι εξίσου ενεργός και καινοτόμα, όσον αφορά το σύστημα και τις παιδαγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιεί. Είναι ο πρώτος δάσκαλος που εισάγει στην ελληνόφωνη εκπαίδευση τα σύγχρονά του γερμανικά πρότυπα (πρόκειται για το σύστημα του Λάνγκαστερ), ενώ εφαρμόζει και την αλληλοδιδακτική μέθοδο του Γεωργίου Κλεόβουλου. Οι αλλαγές που υιοθετεί ανταποκρίνονται στις ανάγκες του ακροατηρίου του και συμβάλλουν στην πρόοδο των μαθητών του, που στη δική του τάξη έφταναν τα 140-150 άτομα, διαφόρων εθνικοτήτων (Ρώσοι, Ρωμανοί, Σλάβοι, Γάλλοι, Ιταλοί κ.α.).
ΣΤΗΝ ΟΔΗΣΣΟ
Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την κήρυξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Λασσάνης δραστηριοποιείται για την προώθηση των σχεδίων των Φιλικών. Συμμετέχει σε συσκέψεις, τόσο στην Οδησσό όσο και στο Κίεβο, με σκοπό την καλύτερη οργάνωση του Αγώνα και αναδεικνύεται (μαζί με τους Ιωάννη Αμβροσίου και Αντώνιο Τσούνη) σε πρωτεργάτη του παραρτήματος της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό. Τον Απρίλιο του 1820 βρίσκεται στη Βλαχία, όπου έρχεται σε επαφή με το Θεόδωρο Νέγρη, ενώ μετά την επιστροφή του στην Οδησσό τον συναντάμε να παραδίδει μαθήματα, αμισθί, στην ελληνική εμπορική σχολή. Αρνείται να διοριστεί τακτικός καθηγητής, προκειμένου να ικανοποιεί τις ανάγκες της οργάνωσης. Ωστόσο, ορισμένες από τις πρωτοβουλίες που αναπτύσσει θα προκαλέσουν την αντίδραση της «Αρχής» των Φιλικών, που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και παλαιών συντρόφων του στην Οδησσό. Η διάσταση πρόκειται να αρθεί με την εκλογή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην ηγεσία της οργάνωσης. Στις 12 Μαΐου 1820, και μετά από προτροπή των Φιλικών της Οδησσού, γράφει επιστολή στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, με την οποία τον προσκαλεί να επισκεφθεί την πόλη. Ο τελευταίος θα φτάσει εκεί το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου, του ίδιου χρόνου, με σκοπό τη διευθέτηση οικονομικών ζητημάτων και την εξομάλυνση των διαφορών στους κύκλους της οργάνωσης. Οι Γεώργιος Λασσάνης και Αθανάσιος Σέκερης είναι οι πρώτοι από τους μυημένους που συναντά στην Οδησσό. Στο εξής, ο Λασσάνης θα εργάζεται ως σύμβουλος και γραμματέας του ηγεμόνα, αναπτύσσοντας στενή φιλική σχέση μαζί του, η οποία θα διαρκέσει μέχρι το θάνατο του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Οι επαφές του, άλλωστε, με την οικογένεια των Υψηλάντηδων χρονολογούνται τουλάχιστον από το 1818, οπότε ο Ν. Υψηλάντης έφθασε στην Οδησσό.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Την 1 Οκτωβρίου 1820 συνοδεύει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ισμαήλ της Βεσσαραβίας, όπου γίνεται σύσκεψη των Φιλικών, μεταξύ των οποίων ήταν οι Ξάνθος, Περραιβός, Ρήγας κ.α. Αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής ήταν να αναβληθεί η έναρξη της Επανάστασης, που είχε οριστεί για το Νοέμβριο, και να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στην προπαρασκευή της στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Για το σκοπό αυτό κρίθηκε αναγκαίο να μυηθεί στην οργάνωση ο ηγεμόνας της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσος. Ο Λασσάνης θεωρήθηκε το πιο κατάλληλο πρόσωπο για μια τέτοια αποστολή και επιφορτίστηκε με την ευθύνη του ελέγχου της κατάστασης στις ρουμάνικες χώρες, την οργάνωση των τοπικών στρατιωτικών δυνάμεων και την ενημέρωση και συνεννόηση στους κόλπους των Φιλικών. Έτσι, στις αρχές του Ιανουαρίου του 1821, φθάνει στη Βλαχία, όπου συναντάται με τους στρατιωτικούς ηγέτες των Ηγεμονιών Ολύμπιο, Φαρμάκη, Σάββα και Περραιβό. Ταυτόχρονα, έρχεται σε επαφή με τον Μ. Σούτσο και τον πρωθυπουργό του Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό και διαπραγματεύεται τη βοήθειά τους, για να διαβεί ο Υψηλάντης τον Προύθο για την κήρυξη της επανάστασης. Παρά τις όποιες αντιρρήσεις προέβαλλε αρχικά (και χάρη στη διπλωματική ικανότητα του συμβούλου του Υψηλάντη), ο ηγεμόνας δέχθηκε τελικά να διευκολύνει τα σχέδια των Φιλικών, προσφέροντας μάλιστα και την περιουσία του για τον Αγώνα.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΒΛΑΧΙΑ
Μετά την επιθυμητή εξέλιξη των διαμεσολαβητικών του προσπαθειών, ο Λασσάνης αναχώρησε για το Κισνόβι. Εκεί θα ασχοληθεί με την κατάρτιση ενός στρατιωτικού ποινικού κώδικα που θα αφορά τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Παραμονές της Επανάστασης, παίρνει μέρος στην τελευταία σύσκεψη στο σπίτι του Υψηλάντη, όπου (μαζί με τον Τυπάλδο και τους αδελφούς του ηγεμόνα) εργάζεται για τη σύνταξη σχετικής προκήρυξης. Στις 21 Φεβρουαρίου, τα ελληνικά στρατεύματα περνούν τον Προύθο και την επομένη της κήρυξης της Επανάστασης (24/2/1821) ο Υψηλάντης απονέμει στους συνεργάτες του στρατιωτικά αξιώματα. Έτσι, ο Λασσάνης ανάγεται σε πρώτο υπασπιστή και χιλίαρχο του ελληνικού στρατού. Αργότερα διορίστηκε και κυβερνήτης της πόλης Tirgoiste, έχοντας τις εξουσίες του αρχηγού στρατονομίας και του αρχιγραμματέα του Γενικού Βουλευτικού στην περιοχή της ευθύνης του. Πρωτοστάτησε και στην ίδρυση του Ιερού Λόχου, του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος των Φιλικών, που φαίνεται ότι οργάνωσε και διεύθυνε μαζί με τον Δρακούλη.
Στις 7 Ιουνίου 1821, πήρε μέρος στη μάχη του Δραγατσανίου και σώθηκε (μαζί με τον Γ. Γεννάδιο) χάρη στη βοήθεια του Γεωργακάκη Ολύμπιου. Μετά την ήττα των στρατιωτικών τους δυνάμεων και τη συνειδητοποίηση ότι ήταν αδύνατο να συνεχιστεί ο Αγώνας στις ρουμάνικες χώρες, ο Υψηλάντης με τους αδελφούς του και τον έμπιστό του σύμβουλο κατέφυγαν στην Αυστρία. Εκεί, παρά τις όποιες εγγυήσεις κατόρθωσε να εξασφαλίσει ο Λασσάνης για τον ηγεμόνα και τον ίδιο, οι δυο τους συνελήφθησαν από τις αυστριακές αρχές και φυλακίστηκαν. Αρχικά Θα κρατηθούν στο φρούριο του Munkats (1821-1823) και στη συνέχεια στο Theresienstadt (1823-1827). Παραμένει στο πλευρό του Υψηλάντη κατά την επταετή φυλάκισή του και τον ακολουθεί και μετά την απελευθέρωσή του στη Βιέννη, όπου ο τελευταίος θα πεθάνει (31 Ιανουαρίου 1821). Πηγές αναφέρουν ότι ο ηγεμόνας πέθανε στη φυλακή. Το βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι μετά το θάνατό του ο Λασσάνης κατευθύνθηκε προς τον ελλαδικό χώρο.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΜΑΧΕΣ
Κατά την επιστροφή του, συναντήθηκε στο Μόναχο με τον Βαυαρό βασιλιά Λουδοβίκο Α', ενώ επισκέφθηκε και άλλες γερμανικές πόλεις, καθώς και το Παρίσι. Στη γαλλική πρωτεύουσα υπεραμύνεται του ρόλου του Αλέξανδρου Υψηλάντη, που είχε επικριθεί για την αποτυχία του κινήματος στις Ηγεμονίες, δημοσιεύοντας άρθρα σε γαλλικές εφημερίδες. Έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη των Γάλλων και κυρίως του υπουργού των Ναυτικών, θα επιβιβαστεί σε γαλλικό πολεμικό πλοίο για να συνεχίσει το ταξίδι του.
Φθάνει στην επαναστατημένη χώρα τον Ιούλιο του 1828 και αναλαμβάνει (μετά από σύσταση του Καποδίστρια) χρέη στρατοπεδάρχου Αττικής και Βοιωτίας, υπό τη γενική εποπτεία του Δημήτρη Υψηλάντη. Θα πολεμήσει στο Σεβένικο στο Μαρτίνο, στη Θήβα, καθώς και στην τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα Βοιωτίας (Σεπτέμβριος 1829). Εκεί διαπραγματεύτηκε μαζί με τον Φιλήμονα τους όρους για την συνθηκολόγηση των Τούρκων.
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Το 1834 παντρεύεται στην Αθήνα την Πατρινή Ευφημία Λιανοσταφίδα, γάμο από τον οποίο δεν απέκτησε παιδιά. Μετά την ίδρυση του νεοσύστατου κράτους διορίστηκε γενικός επιθεωρητής του στρατού της ανατολικής Ελλάδος, ενώ διετέλεσε και υπουργός των οικονομικών (1836-1837). Παραιτήθηκε της θέσης του αυτής για λόγους ευθιξίας και στη συνέχεια ανέλαβε νομάρχης Αττικής και Αιτωλοακαρνανίας. Τιμήθηκε, ακόμη, με το βαθμό του συνταγματάρχη και το 1868 με τον αντίστοιχο του υποστρατήγου.
Θα πεθάνει στην Αθήνα, στις 8 Ιουλίου 1870, σε ηλικία 77 ετών. Σύμφωνα με επιθυμία του, ιδρύθηκε ο Λασσάνειος Δραματικός Διαγωνισμός, όπου κάθε χρόνο βραβεύονταν (με χρήματα από την περιουσία του) θεατρικά έργα (μια κωμωδία και ένα δράμα) με εθνική υπόθεση.
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Η συγγραφική παραγωγή του Γεωργίου Λασσάνη περιλάμβανε σχολικά εγχειρίδια, θεατρικά έργα, ποιήματα αλλά και ιστορικά κείμενα και πολιτικά δοκίμια. Όντας γνώστης της γαλλική, της γερμανικής και της ρωσικής γλώσσας ασχολήθηκε τόσο με την πρωτότυπη συγγραφή όσο και με μεταφράσεις. Μαζί με το φίλο και συνάδελφό του στην ελληνική εμπορική σχολή, Γ. Γεννάδιο, απέδωσαν στην απλοελληνική γλώσσα διάφορα αποσπάσματα από γερμανικά διδακτικά βιβλία, ενώ συνέθεσαν και μια εξάτομη Στοιχειώδη Εγκυκλοπαίδεια, που εκδόθηκε στη Μόσχα το διάστημα 1819-1821. Το έργο αυτό, που εισήγαγε ο Γεννάδιος στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, συγκέντρωνε το σύνολο των εγκύκλιων μαθημάτων που διδάσκονταν στη δεύτερη τάξη. Ο Λασσάνης μετέφρασε, επίσης, το γερμανικό μυθιστόρημα του Αουγκούστ Λα Φονταίν «Αριστομένης και Γόργος», που αντλούσε το θέμα του από την αρχαία Ελλάδα.
Ακόμη, έγραψε δύο δραματικά έργα για την σκηνή της Οδησσού, με σκοπό να ενδυναμώσει τα πατριωτικά αισθήματα των ομογενών του για την προετοιμασία του Αγώνα. Πρόκειται για το μονόπρακτο δράμα «Η Ελλάς και ο Ξένος» και την τραγωδία «Αρμόδιος και Αριστογείτων», που ανέβασε με επιτυχία (ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός) στο τοπικό θέατρο το 1819 και 1820. Τα κείμενα αυτά (από τα οποία το ένα είχε αφιερωθεί στο Ρήγα και τους άλλους νεκρούς αγωνιστές) κυκλοφόρησαν με διαφορετικούς τίτλους και υπέστησαν κάποιες μεταβολές από τη λογοκρισία.
Στα θεατρικά του έργα ανήκει, επίσης, το δράμα «Ο Αρνησίθρησκος του Μοριά», που συνέγραψε μαζί με το Γερμανό φίλο του, Χάρρο Χάρρινγ, και το οποίο τυπώθηκε στο Μπράσυνσβαϊχ.
Η σύνολη λογοτεχνική του παραγωγή, στην οποία περιλαμβάνονται και μερικά εθνικού περιεχομένου ποιήματα, γραμμένα στη φυλακή, δεν έχει τόση σημασία από φιλολογική όσο από ιδεολογική σκοπιά, καθώς και για τις ιστορικές πληροφορίες που μας παρέχει. Από τα καθαρά ιστορικά του έργα αναφέρουμε την «Ιστορία της Ελλάδος από το 1300 έως το 1814», αποτελούμενη από τρία τμήματα από τα οποία δημοσιεύτηκε μόνο η Τρίτη Εποχή. Δικά του είναι, επίσης, τα δοκίμια «Εξηγήσεις για την προετοιμασία της Ελληνικής επανάστασης» και το «Στρατιωτικόν της Ελλάδος». Το τελευταίο κείμενο είναι μια συνοπτική αφήγηση της ιστορίας των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων από το 1821 έως και την άφιξη του Όθωνα.
Τέλος, ο Γεώργιος Λασσάνης ήταν ο συντάκτης πολλών ημερησίων διαταγών και προκηρύξεων του Υψηλάντη, καθώς και της έκκλησης των επαναστατών της Μολδοβλαχίας προς τον τσάρο Αλέξανδρο Α'.
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ
Στην Κοζάνη διασώζεται το πατρικό του σπίτι σε κεντρική πλατεία της πόλης, που φέρει το όνομά του Γ. Λασσάνης. Το αρχοντικό του έχει χαρακτηρισθεί ως διατηρητέο οίκημα και μνημείο. Περιείχε 2 ορόφους, 1 κελάρι (όπου βρισκόταν το λουτρό και το πλυσταριό και μια αποθήκη). Επίσης το περιτριγυρίζει μια πέτρινη μάντρα. Οι διαστάσεις του αρχοντικού δεν είναι τόσο επιβλητικές, όσο άλλων στην Κοζάνη, όμως χαρακτηρίζεται από έναν αρμονικό όγκο, με μορφολογικά χαρακτηριστικά αστικής αρχιτεκτονικής και μία λειτουργικότητα σοφά προσαρμοσμένη στις καιρικές συνθήκες του τόπου. Από τις 11 Οκτωβρίου 2008 (96η επέτειος από την Απελευθέρωση της Κοζάνης) στεγάζει τη Δημοτική Χαρτοθήκη Κοζάνης.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
-Βασδραβέλλης Ι.Κ., Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της Ανεξαρτησίας αγώνας (1796-1832), 2η έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1950.
-Καμαριανού-Τσιοράν Α., Ο επιφανής φιλικός Γεώργιος Λασσάνης, Επιθεώρηση Τέχνης, Αθήνα, 1965, τχ. 21, σ. 132-151.
-Παπαδόπουλος Στ., Γεώργιος Λασσάνης. Ο Κοζανίτης αγωνιστής και λόγιος (1773-1870), Θεσσαλονίκη, 1977.
-Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1986, τ. 5.
-Παπαϊωάννου Λαζ., Γεώργιος Λασσάνης 1793-1870. Ο Φιλικός, ο πολεμιστής, ο λόγιος, Θεσσαλονίκη, 1977.
-Βακαλόπουλος Κων., Τρία ανέκδοτα ιστορικά δοκίμια του Φιλικού, Εταιρέια Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1973.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Γεννήθηκε στην Κοζάνη, το 1793, ήταν γιος γνωστού Κοζανίτη εμπόρου και έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία. Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στην Κοζάνη και 20 χρονών περίπου μετέβη στη Βουδαπέστη. Εκεί, εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στις εμπορικές επιχειρήσεις του συμπατριώτη του, Νικόλαου Τακιατζή, με την κόρη του οποίου είχε αρραβωνιαστεί.
Το 1813 αναχωρεί για τη Λειψία, όπου για 4 περίπου χρόνια σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή του τοπικού πανεπιστημίου. Θα παρακολουθήσει εκεί μεταξύ άλλων και μαθήματα φιλολογικού περιεχομένου. Επιστρέφει στη Βουδαπέστη, το 1818 και στη συνέχεια πηγαίνει στη Μολδαβία, για να ακολουθήσει επίσκεψή του σε διάφορες ρωσικές πόλεις και τη Μόσχα. Κατά την παραμονή του στη ρωσική πρωτεύουσα μυείται στη Φιλική Εταιρεία, από τον Κωνσταντίνο Πεντεδέκα (ή σύμφωνα με άλλες πηγές από το Νικόλαο Γαλάτη), πιθανόν τον Μάρτιο του 1818. Το φθινόπωρο του 1818, εγκαθίσταται στην Οδησσό, όπου παράλληλα με τα διδακτικά καθήκοντα που πρόκειται να αναλάβει στην ελληνική εμπορική σχολή, αναπτύσσει ευρεία πνευματική και πολιτική δραστηριότητα. Δημοσιεύει άρθρα σε εφημερίδες, συντάσσει σχολικά συγγράμματα, μεταφράζει Γερμανούς συγγραφείς, γράφει και σκηνοθετεί τραγωδίες, τις οποίες παρουσιάζει στο τοπικό ελληνικό θέατρο της Φιλικής Εταιρείας. Ειδικότερα, με την ιδιότητα του δραματουργού που επιλέγει τα θέματά του από την αρχαία Ελλάδα, επιτυγχάνει να επηρεάζει το κοινό προβάλλοντας τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις υπέρ μιας Ελληνικής επανάστασης.
Η δράση του στο σχολείο της Ελληνικής παροικίας είναι εξίσου ενεργός και καινοτόμα, όσον αφορά το σύστημα και τις παιδαγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιεί. Είναι ο πρώτος δάσκαλος που εισάγει στην ελληνόφωνη εκπαίδευση τα σύγχρονά του γερμανικά πρότυπα (πρόκειται για το σύστημα του Λάνγκαστερ), ενώ εφαρμόζει και την αλληλοδιδακτική μέθοδο του Γεωργίου Κλεόβουλου. Οι αλλαγές που υιοθετεί ανταποκρίνονται στις ανάγκες του ακροατηρίου του και συμβάλλουν στην πρόοδο των μαθητών του, που στη δική του τάξη έφταναν τα 140-150 άτομα, διαφόρων εθνικοτήτων (Ρώσοι, Ρωμανοί, Σλάβοι, Γάλλοι, Ιταλοί κ.α.).
ΣΤΗΝ ΟΔΗΣΣΟ
Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την κήρυξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Λασσάνης δραστηριοποιείται για την προώθηση των σχεδίων των Φιλικών. Συμμετέχει σε συσκέψεις, τόσο στην Οδησσό όσο και στο Κίεβο, με σκοπό την καλύτερη οργάνωση του Αγώνα και αναδεικνύεται (μαζί με τους Ιωάννη Αμβροσίου και Αντώνιο Τσούνη) σε πρωτεργάτη του παραρτήματος της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό. Τον Απρίλιο του 1820 βρίσκεται στη Βλαχία, όπου έρχεται σε επαφή με το Θεόδωρο Νέγρη, ενώ μετά την επιστροφή του στην Οδησσό τον συναντάμε να παραδίδει μαθήματα, αμισθί, στην ελληνική εμπορική σχολή. Αρνείται να διοριστεί τακτικός καθηγητής, προκειμένου να ικανοποιεί τις ανάγκες της οργάνωσης. Ωστόσο, ορισμένες από τις πρωτοβουλίες που αναπτύσσει θα προκαλέσουν την αντίδραση της «Αρχής» των Φιλικών, που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και παλαιών συντρόφων του στην Οδησσό. Η διάσταση πρόκειται να αρθεί με την εκλογή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην ηγεσία της οργάνωσης. Στις 12 Μαΐου 1820, και μετά από προτροπή των Φιλικών της Οδησσού, γράφει επιστολή στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, με την οποία τον προσκαλεί να επισκεφθεί την πόλη. Ο τελευταίος θα φτάσει εκεί το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου, του ίδιου χρόνου, με σκοπό τη διευθέτηση οικονομικών ζητημάτων και την εξομάλυνση των διαφορών στους κύκλους της οργάνωσης. Οι Γεώργιος Λασσάνης και Αθανάσιος Σέκερης είναι οι πρώτοι από τους μυημένους που συναντά στην Οδησσό. Στο εξής, ο Λασσάνης θα εργάζεται ως σύμβουλος και γραμματέας του ηγεμόνα, αναπτύσσοντας στενή φιλική σχέση μαζί του, η οποία θα διαρκέσει μέχρι το θάνατο του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Οι επαφές του, άλλωστε, με την οικογένεια των Υψηλάντηδων χρονολογούνται τουλάχιστον από το 1818, οπότε ο Ν. Υψηλάντης έφθασε στην Οδησσό.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Την 1 Οκτωβρίου 1820 συνοδεύει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ισμαήλ της Βεσσαραβίας, όπου γίνεται σύσκεψη των Φιλικών, μεταξύ των οποίων ήταν οι Ξάνθος, Περραιβός, Ρήγας κ.α. Αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής ήταν να αναβληθεί η έναρξη της Επανάστασης, που είχε οριστεί για το Νοέμβριο, και να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στην προπαρασκευή της στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Για το σκοπό αυτό κρίθηκε αναγκαίο να μυηθεί στην οργάνωση ο ηγεμόνας της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσος. Ο Λασσάνης θεωρήθηκε το πιο κατάλληλο πρόσωπο για μια τέτοια αποστολή και επιφορτίστηκε με την ευθύνη του ελέγχου της κατάστασης στις ρουμάνικες χώρες, την οργάνωση των τοπικών στρατιωτικών δυνάμεων και την ενημέρωση και συνεννόηση στους κόλπους των Φιλικών. Έτσι, στις αρχές του Ιανουαρίου του 1821, φθάνει στη Βλαχία, όπου συναντάται με τους στρατιωτικούς ηγέτες των Ηγεμονιών Ολύμπιο, Φαρμάκη, Σάββα και Περραιβό. Ταυτόχρονα, έρχεται σε επαφή με τον Μ. Σούτσο και τον πρωθυπουργό του Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό και διαπραγματεύεται τη βοήθειά τους, για να διαβεί ο Υψηλάντης τον Προύθο για την κήρυξη της επανάστασης. Παρά τις όποιες αντιρρήσεις προέβαλλε αρχικά (και χάρη στη διπλωματική ικανότητα του συμβούλου του Υψηλάντη), ο ηγεμόνας δέχθηκε τελικά να διευκολύνει τα σχέδια των Φιλικών, προσφέροντας μάλιστα και την περιουσία του για τον Αγώνα.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΒΛΑΧΙΑ
Μετά την επιθυμητή εξέλιξη των διαμεσολαβητικών του προσπαθειών, ο Λασσάνης αναχώρησε για το Κισνόβι. Εκεί θα ασχοληθεί με την κατάρτιση ενός στρατιωτικού ποινικού κώδικα που θα αφορά τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις. Παραμονές της Επανάστασης, παίρνει μέρος στην τελευταία σύσκεψη στο σπίτι του Υψηλάντη, όπου (μαζί με τον Τυπάλδο και τους αδελφούς του ηγεμόνα) εργάζεται για τη σύνταξη σχετικής προκήρυξης. Στις 21 Φεβρουαρίου, τα ελληνικά στρατεύματα περνούν τον Προύθο και την επομένη της κήρυξης της Επανάστασης (24/2/1821) ο Υψηλάντης απονέμει στους συνεργάτες του στρατιωτικά αξιώματα. Έτσι, ο Λασσάνης ανάγεται σε πρώτο υπασπιστή και χιλίαρχο του ελληνικού στρατού. Αργότερα διορίστηκε και κυβερνήτης της πόλης Tirgoiste, έχοντας τις εξουσίες του αρχηγού στρατονομίας και του αρχιγραμματέα του Γενικού Βουλευτικού στην περιοχή της ευθύνης του. Πρωτοστάτησε και στην ίδρυση του Ιερού Λόχου, του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος των Φιλικών, που φαίνεται ότι οργάνωσε και διεύθυνε μαζί με τον Δρακούλη.
Στις 7 Ιουνίου 1821, πήρε μέρος στη μάχη του Δραγατσανίου και σώθηκε (μαζί με τον Γ. Γεννάδιο) χάρη στη βοήθεια του Γεωργακάκη Ολύμπιου. Μετά την ήττα των στρατιωτικών τους δυνάμεων και τη συνειδητοποίηση ότι ήταν αδύνατο να συνεχιστεί ο Αγώνας στις ρουμάνικες χώρες, ο Υψηλάντης με τους αδελφούς του και τον έμπιστό του σύμβουλο κατέφυγαν στην Αυστρία. Εκεί, παρά τις όποιες εγγυήσεις κατόρθωσε να εξασφαλίσει ο Λασσάνης για τον ηγεμόνα και τον ίδιο, οι δυο τους συνελήφθησαν από τις αυστριακές αρχές και φυλακίστηκαν. Αρχικά Θα κρατηθούν στο φρούριο του Munkats (1821-1823) και στη συνέχεια στο Theresienstadt (1823-1827). Παραμένει στο πλευρό του Υψηλάντη κατά την επταετή φυλάκισή του και τον ακολουθεί και μετά την απελευθέρωσή του στη Βιέννη, όπου ο τελευταίος θα πεθάνει (31 Ιανουαρίου 1821). Πηγές αναφέρουν ότι ο ηγεμόνας πέθανε στη φυλακή. Το βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι μετά το θάνατό του ο Λασσάνης κατευθύνθηκε προς τον ελλαδικό χώρο.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΜΑΧΕΣ
Κατά την επιστροφή του, συναντήθηκε στο Μόναχο με τον Βαυαρό βασιλιά Λουδοβίκο Α', ενώ επισκέφθηκε και άλλες γερμανικές πόλεις, καθώς και το Παρίσι. Στη γαλλική πρωτεύουσα υπεραμύνεται του ρόλου του Αλέξανδρου Υψηλάντη, που είχε επικριθεί για την αποτυχία του κινήματος στις Ηγεμονίες, δημοσιεύοντας άρθρα σε γαλλικές εφημερίδες. Έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη των Γάλλων και κυρίως του υπουργού των Ναυτικών, θα επιβιβαστεί σε γαλλικό πολεμικό πλοίο για να συνεχίσει το ταξίδι του.
Φθάνει στην επαναστατημένη χώρα τον Ιούλιο του 1828 και αναλαμβάνει (μετά από σύσταση του Καποδίστρια) χρέη στρατοπεδάρχου Αττικής και Βοιωτίας, υπό τη γενική εποπτεία του Δημήτρη Υψηλάντη. Θα πολεμήσει στο Σεβένικο στο Μαρτίνο, στη Θήβα, καθώς και στην τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα Βοιωτίας (Σεπτέμβριος 1829). Εκεί διαπραγματεύτηκε μαζί με τον Φιλήμονα τους όρους για την συνθηκολόγηση των Τούρκων.
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Το 1834 παντρεύεται στην Αθήνα την Πατρινή Ευφημία Λιανοσταφίδα, γάμο από τον οποίο δεν απέκτησε παιδιά. Μετά την ίδρυση του νεοσύστατου κράτους διορίστηκε γενικός επιθεωρητής του στρατού της ανατολικής Ελλάδος, ενώ διετέλεσε και υπουργός των οικονομικών (1836-1837). Παραιτήθηκε της θέσης του αυτής για λόγους ευθιξίας και στη συνέχεια ανέλαβε νομάρχης Αττικής και Αιτωλοακαρνανίας. Τιμήθηκε, ακόμη, με το βαθμό του συνταγματάρχη και το 1868 με τον αντίστοιχο του υποστρατήγου.
Θα πεθάνει στην Αθήνα, στις 8 Ιουλίου 1870, σε ηλικία 77 ετών. Σύμφωνα με επιθυμία του, ιδρύθηκε ο Λασσάνειος Δραματικός Διαγωνισμός, όπου κάθε χρόνο βραβεύονταν (με χρήματα από την περιουσία του) θεατρικά έργα (μια κωμωδία και ένα δράμα) με εθνική υπόθεση.
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Η συγγραφική παραγωγή του Γεωργίου Λασσάνη περιλάμβανε σχολικά εγχειρίδια, θεατρικά έργα, ποιήματα αλλά και ιστορικά κείμενα και πολιτικά δοκίμια. Όντας γνώστης της γαλλική, της γερμανικής και της ρωσικής γλώσσας ασχολήθηκε τόσο με την πρωτότυπη συγγραφή όσο και με μεταφράσεις. Μαζί με το φίλο και συνάδελφό του στην ελληνική εμπορική σχολή, Γ. Γεννάδιο, απέδωσαν στην απλοελληνική γλώσσα διάφορα αποσπάσματα από γερμανικά διδακτικά βιβλία, ενώ συνέθεσαν και μια εξάτομη Στοιχειώδη Εγκυκλοπαίδεια, που εκδόθηκε στη Μόσχα το διάστημα 1819-1821. Το έργο αυτό, που εισήγαγε ο Γεννάδιος στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, συγκέντρωνε το σύνολο των εγκύκλιων μαθημάτων που διδάσκονταν στη δεύτερη τάξη. Ο Λασσάνης μετέφρασε, επίσης, το γερμανικό μυθιστόρημα του Αουγκούστ Λα Φονταίν «Αριστομένης και Γόργος», που αντλούσε το θέμα του από την αρχαία Ελλάδα.
Ακόμη, έγραψε δύο δραματικά έργα για την σκηνή της Οδησσού, με σκοπό να ενδυναμώσει τα πατριωτικά αισθήματα των ομογενών του για την προετοιμασία του Αγώνα. Πρόκειται για το μονόπρακτο δράμα «Η Ελλάς και ο Ξένος» και την τραγωδία «Αρμόδιος και Αριστογείτων», που ανέβασε με επιτυχία (ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός) στο τοπικό θέατρο το 1819 και 1820. Τα κείμενα αυτά (από τα οποία το ένα είχε αφιερωθεί στο Ρήγα και τους άλλους νεκρούς αγωνιστές) κυκλοφόρησαν με διαφορετικούς τίτλους και υπέστησαν κάποιες μεταβολές από τη λογοκρισία.
Στα θεατρικά του έργα ανήκει, επίσης, το δράμα «Ο Αρνησίθρησκος του Μοριά», που συνέγραψε μαζί με το Γερμανό φίλο του, Χάρρο Χάρρινγ, και το οποίο τυπώθηκε στο Μπράσυνσβαϊχ.
Η σύνολη λογοτεχνική του παραγωγή, στην οποία περιλαμβάνονται και μερικά εθνικού περιεχομένου ποιήματα, γραμμένα στη φυλακή, δεν έχει τόση σημασία από φιλολογική όσο από ιδεολογική σκοπιά, καθώς και για τις ιστορικές πληροφορίες που μας παρέχει. Από τα καθαρά ιστορικά του έργα αναφέρουμε την «Ιστορία της Ελλάδος από το 1300 έως το 1814», αποτελούμενη από τρία τμήματα από τα οποία δημοσιεύτηκε μόνο η Τρίτη Εποχή. Δικά του είναι, επίσης, τα δοκίμια «Εξηγήσεις για την προετοιμασία της Ελληνικής επανάστασης» και το «Στρατιωτικόν της Ελλάδος». Το τελευταίο κείμενο είναι μια συνοπτική αφήγηση της ιστορίας των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων από το 1821 έως και την άφιξη του Όθωνα.
Τέλος, ο Γεώργιος Λασσάνης ήταν ο συντάκτης πολλών ημερησίων διαταγών και προκηρύξεων του Υψηλάντη, καθώς και της έκκλησης των επαναστατών της Μολδοβλαχίας προς τον τσάρο Αλέξανδρο Α'.
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ
Στην Κοζάνη διασώζεται το πατρικό του σπίτι σε κεντρική πλατεία της πόλης, που φέρει το όνομά του Γ. Λασσάνης. Το αρχοντικό του έχει χαρακτηρισθεί ως διατηρητέο οίκημα και μνημείο. Περιείχε 2 ορόφους, 1 κελάρι (όπου βρισκόταν το λουτρό και το πλυσταριό και μια αποθήκη). Επίσης το περιτριγυρίζει μια πέτρινη μάντρα. Οι διαστάσεις του αρχοντικού δεν είναι τόσο επιβλητικές, όσο άλλων στην Κοζάνη, όμως χαρακτηρίζεται από έναν αρμονικό όγκο, με μορφολογικά χαρακτηριστικά αστικής αρχιτεκτονικής και μία λειτουργικότητα σοφά προσαρμοσμένη στις καιρικές συνθήκες του τόπου. Από τις 11 Οκτωβρίου 2008 (96η επέτειος από την Απελευθέρωση της Κοζάνης) στεγάζει τη Δημοτική Χαρτοθήκη Κοζάνης.
Ε. ΑΜΥΓΔΑΛΑΚΗ Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
-Βασδραβέλλης Ι.Κ., Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της Ανεξαρτησίας αγώνας (1796-1832), 2η έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1950.
-Καμαριανού-Τσιοράν Α., Ο επιφανής φιλικός Γεώργιος Λασσάνης, Επιθεώρηση Τέχνης, Αθήνα, 1965, τχ. 21, σ. 132-151.
-Παπαδόπουλος Στ., Γεώργιος Λασσάνης. Ο Κοζανίτης αγωνιστής και λόγιος (1773-1870), Θεσσαλονίκη, 1977.
-Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1986, τ. 5.
-Παπαϊωάννου Λαζ., Γεώργιος Λασσάνης 1793-1870. Ο Φιλικός, ο πολεμιστής, ο λόγιος, Θεσσαλονίκη, 1977.
-Βακαλόπουλος Κων., Τρία ανέκδοτα ιστορικά δοκίμια του Φιλικού, Εταιρέια Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1973.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου