Γεωγραφία
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του σημερινού νομού Θεσσαλονίκης, στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου. Είναι κτισμένη αμφιθεατρικά στις πλαγιές του Κεδρηνού Λόφου και περιβάλλεται στα βόρεια από το δάσος του Σέιχ Σου. Στη Σίνδο υπάρχει η βιομηχανική ζώνη της πόλης και στα ανατολικά βρίσκονται οι περιοχές του αεροδρομίου, της Θέρμης και του Πανοράματος.
Βόρεια-Βορειοανατολικά της πόλης υψώνεται ο Χορτιάτης, φυσική οχύρωση και πηγή μέρους του νερού που χρησιμοποιείται για την ύδρευση της. Βορειοδυτικά απλώνεται η πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, που συμπληρώνει τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης σε ύδρευση. Η πεδιάδα ευνόησε την οικονομική ανάπτυξη της πόλης και της γύρω περιοχής, καθώς σχηματίστηκε (περίπου τον 1ο π.Χ. αιώνα) από τις προσχώσεις των ποταμών που διαρρέουν το νομό κι έτσι είναι ιδιαίτερα εύφορη.
Οι τρεις αυτοί ποταμοί, ο Αξιός, ο Λουδίας και ο Γαλλικός, εκβάλλουν δυτικά της πόλης ενώ ακόμα νοτιότερα εκβάλλει ο Αλιάκμονας. Οι ποταμοί αποτέλεσαν και φυσικά υδάτινα κωλύματα σε προσπάθειες προσέγγισης της πόλης από τα νότια. Η διάβαση του Γαλλικού ποταμού από τα ελληνικά στρατεύματα, το 1912, οριστικοποίησε την άνευ όρων παράδοση των Οθωμανών. Το δέλτα του Αξιού αποτελεί υδροβιότοπο 22.000 στρεμμάτων ιδιαίτερης σημασίας, που προστατεύεται από τη συνθήκη Ραμσάρ.
Ιστορικό Κέντρο
Η πόλη της Θεσσαλονίκης έχει ένα αρκετά εκτεταμένο κέντρο, στο οποίο συγκεντρώνονται τα περισσότερα καταστήματα, δημόσιες υπηρεσίες, αξιοθέατα και χώροι αναψυχής. Η έκτασή του μπορεί να οριστεί ανατολικά από το συγκρότημα του 3ου Σώματος Στρατού, δυτικά από την Πλατεία Δημοκρατίας (πρώην Πλατεία Βαρδαρίου), βόρεια από την παραλιακή Λεωφόρο Νίκης (πρώην Λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου Α') και νότια από την οδό Ολυμπιάδος στις παρυφές της Άνω Πόλης.
Το ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης διαχωρίζεται στις συνοικίες: Λαδάδικα, Άνω Λαδάδικα, Γραγκομαχαλάς, Καπόνι, Διαγώνιος, Ναυαρίνου, Ροτόντα, Αγία Σοφία, Ιπποδρόμιο (Λευκός Πύργος). Το κεντρικότερο σημείο αποτελεί ο ενοποιημένος χώρος της Πλατείας Αριστοτέλους και της Πλατείας Αρχαίας Αγοράς (ή Δικαστηρίων) οι οποίες ενώνονται με την πεζοδρομημένη οδό Αριστοτέλους.
Κεντρικές οδικές αρτηρίες είναι οι: Τσιμισκή, Εγνατίας, Νίκης, Μητροπόλεως, Βενιζέλου και Αγίου Δημητρίου.
Κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα υπήρξε σημαντική μετατόπιση του κέντρου της Θεσσαλονίκης ανατολικότερα. Ενώ παλαιότερα η κεντρική αγορά της πόλης βρισκόταν στην περιοχή του Βαρδαρίου και εκτεινόταν έως τη σκεπαστή αγορά, πριν την πλατεία Αριστοτέλους, σήμερα έχει υπερβεί κατά πολύ αυτά τα όρια φτάνοντας στην περιοχή του Μεγάρου της Χ.Α.Ν.Θ. κοντά στον παλαιό ζωολογικό κήπο.
Άνω Πόλη
Η περιοχή της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης που διασώθηκε από την πυρκαγιά του 1917 και τη δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός, βρίσκεται στο βορειότερο και ψηλότερο τμήμα της παλιάς πόλης. Αρχίζει ουσιαστικά από τη βόρεια πλευρά της οδού Αγίου Δημητρίου φτάνοντας βόρεια ως τα τείχη της Ακρόπολης και δυτικά και ανατολικά ως τα αντίστοιχα Βυζαντινά Τείχη, που σώζονται σχεδόν ολόκληρα στην περιοχή.
Η περιοχή της Άνω Πόλης διαχωρίζεται στις συνοικίες Τσινάρι, Διοικητήριο, Βλατάδων, Τερψιθέα, Κουλέ Καφέ, Κόκκινη Βρύση, Καλλιθέα.
Παρόλο ότι η περιοχή δεν ερευνήθηκε με αρχαιολογικές ανασκαφές, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή δεν κατοικήθηκε, τουλάχιστον συστηματικά. Γειτονιές με κατοικίες δημιουργήθηκαν με την τουρκοκρατία, για να πυκνοκατοικηθεί η περιοχή στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα, καθώς εκτιμήθηκαν οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν (μικροκλίμα) και η υπέροχη θέα που προσφέρει ο τόπος.
Στην περιοχή αυτή περιλαμβάνονται σημαντικά μνημεία της Θεσσαλονίκης όπως: τα Τείχη με την Ακρόπολη και το Επταπύργιο, ο Ναός του Οσίου Δαβίδ (Μονή Λατόμου), ο Ναός του Αγίου Νικολάου Ορφανού, ο Ναός των Ταξιαρχών, η Μονή Βλατάδων, ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης, ο ναός του Προφήτη Ηλία, ένας βυζαντινός λουτρώνας της πλατείας Κρίσπου στο Κουλέ Καφέ, το Αλατζά Ιμαρέτ της οδού Κασσάνδρου, ο οθωμανικός τουρμπές στην πλατεία Τερψιθέας καθώς και πλήθος βρυσών κ.ά.
Πέρα όμως από τα μνημεία αυτά, στην περιοχή της Άνω Πόλης διασώζεται σε πολλά τμήματα ο παλιός (παραδοσιακός) πολεοδομικός ιστός της πόλης με τους στενούς λιθόστρωτους δρόμους, τα αδιέξοδα, τα μικρά ξέφωτα και τις πλατείες και προπαντός με τα μοναδικά σε λιτότητα, λειτουργικότητα και κομψότητα κτίσματα της Λαϊκής Μακεδονίτικης Αρχιτεκτονικής, αλλά και σπίτια Τουρκικών αρχιτεκτονικών επιρροών. Εξαίρετο δείγμα της οικιστικής ενότητας της Άνω Πόλης, αποτελούν τα Καστρόπληκτα σπίτια δηλαδή που κτίστηκαν την περίοδο των πληθυσμιακών μετακινήσεων των πρώτων δεκαετιών του 20 ου αιώνα, από πρόσφυγες. Τα σπίτια αυτά εφάπτονται των βυζαντινών τειχών και καταδεικνύουν την γρήγορη, πρόχειρη και ραγδαία εγκατάσταση προσφύγων στην πόλη, οι οποίοι, λόγω έλλειψης χώρου έχτισαν δίπλα στα τείχη μικρά χαμόσπιτα με στόχο την στεγαστική τους εξασφάλιση.
Νοτιοανατολική Θεσσαλονίκη
Αυτή η πλευρά της πόλης ξεκινά από οδό Βασιλέως Γεωργίου – Βασιλίσσης Όλγας (την παλαιά Οδό Εξοχών) και εκτείνεται μέχρι την περιοχή της Καλαμαριάς και της Πυλαίας. Περιλαμβάνει τις περιοχές: Σαράντα Εκκλησιές, Ευαγγελίστρια, Τριανδρία, Τούμπα, Χαριλάου, Ανάληψη, Ντεπώ, Πυλαία και Καλαμαριά.
Στις οδούς Β. Όλγας, Γ. Παπανδρέου (Ανθέων) και Μ. Αλεξάνδρου (Τζων Κέννεντυ) διατηρούνται πολλά αρχοντικά ευπόρων Θεσσαλονικέων του 19ου αιώνα, που αποτελούσαν τις εξοχικές επαύλεις των Θεσσαλονικέων στις αρχές του 20ου αιώνα. Επειδή αυτή η περιοχή είχε τα εξοχικά των εύπορων κυρίως κατοίκων ονομάστηκε Εξοχές. Η διχάλα που δημιουργείται από το διαχωρισμό της Μ. Αλεξάνδρου στις οδούς Γ. Παπανδρέου και Μαρίας Κάλλας εκτεινόμενη περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής της Σαλαμίνας, όπου είναι χτισμένο το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και το Συνεδριακό του Κέντρο, οι Μύλοι Αλλατίνι, το Ποσειδώνιο κολυμβητήριο, η Γενική Κλινική και ο Ναός του Μεγάλου Φωτίου. Επίσης η περιοχή τα τελευταία χρόνια έχει μεταβληθεί σε νεανικό στέκι με πολλά καφέ και μπαρ.
Οι συνοικίες της Νέας Κρήνης και της Αρετσούς αποτελούν το νοτιότερο παραθαλάσσιο τμήμα του δήμου Καλαμαριάς. Εκεί συγκεντρώνεται ένα πλήθος κέντρων διασκέδασης και αναψυχής σχεδόν σε όλο το μήκος της Οδού Πλαστήρα. Η υποβαθμισμένη και βαλτώδης περιοχή της Καλαμαριάς που κατοικήθηκε, κυρίως, από προσφυγικούς, εξ ανταλλαγής πληθυσμούς μετά το 1922, σήμερα έχει φτάσει να είναι μία από τις πλέον διακεκριμένες περιοχές της Θεσσαλονίκης με αλματώδη δομική, οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη. Εκεί βρίσκεται το πρώην στρατόπεδο Μακεδονομάχου Κόδρα, ο Ναυτικός Όμιλος Καλαμαριάς, το γήπεδο του Απόλλωνα Καλαμαριάς, η Ναυτική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος και το Κυβερνείο ή Παλατάκι, παλαιό τοπικό ανάκτορο των Ελλήνων Βασιλέων.
Η απαρχή του οικισμού της Πυλαίας ιστορείται από την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης της Θεσσαλονίκης. Η Καπουτζήδα ή Καπουτζήδες (Kapıcılar), που ήταν τοποθετημένη, αρχικά, στην περιοχή Τριανδρίας - Άνω Τούμπας, ήταν το πλησιέστερο χωριό της Θεσσαλονίκης από την ανατολική πλευρά της. Απείχε περίπου 10 χιλιόμετρα από το Λευκό Πύργο, που αποτελούσε και το όριο της πόλης. Πήρε το όνομα της από τους «Καπουτζήδες» (kapıcı), τους εργαζόμενους δηλαδή των τειχών της Θεσσαλονίκης. Το ίδιο απείχε και από την πλατεία Σιντριβανίου, όπου ήταν η Πύλη της Καμάρας ή αλλιώς «Κασσανδρεωτική». Μετά την επέκταση της πόλης και τη δημιουργία του συνοικισμού Χαριλάου γύρω στα 1920-1922 απείχε από το τέρμα του μόλις 2 χιλιόμετρα.
Βορειοδυτική Θεσσαλονίκη
Αποτελείται από τις περιοχές: Αμπελόκηποι, Ελευθέριο-Κορδελιό, Μενεμένη, Δενδροπόταμος, Εύοσμος, Ηλιούπολη, Σταυρούπολη, Νικόπολη, Νεάπολη, Πολίχνη, Μετέωρα, Συκιές, Καλλιθέα, Νέα Βάρνα και Ροδοχώρι.
Οι κεντρικότερες είσοδοι της πόλης ξεκινούν από εδώ: Νέα δυτική είσοδος, Οδός Μοναστηρίου, Λαγκαδά και Κωνσταντινουπόλεως, συνδέοντας την πόλη με τον αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ και την Εγνατία Οδό.
Ο Νέος και ο Παλιός Σιδηροδρομικός Σταθμός Θεσσαλονίκης, το λιμάνι της πόλης και ο Σταθμός Υπεραστικών Λεωφορείων (ΚΤΕΛ Μακεδονία) βρίσκονται επίσης στα δυτικά.
Εδώ βρίσκονται αρκετά παλαιά διατηρητέα εργοστάσια όπως ο Μύλος, το ΦΙΞ και η Βίλκα, τα οποία σήμερα λειτουργούν ανακαινισμένα ως πολυχώροι διασκέδασης.
Η Μονή Λαζαριστών χτισμένη το 1886 από τους μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, ευρέως γνωστοί ως Λαζαριστές, από την έδρα του τάγματός τους στην εκκλησία Σεν Λαζάρ (Saint Lazare) του Παρισιού, λειτουργεί σήμερα ως χώρος διεξαγωγής θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών και εκθέσεων. Αποτελεί το Πολιτιστικό Κέντρο της Δυτικής Θεσσαλονίκης και βρίσκεται στη Σταυρούπολη
Ο Βοτανικός Κήπος στην Άνω Ηλιούπολη περιλαμβάνει 1.000 είδη φυτών, μια πραγματική όαση πρασίνου 5 στρεμμάτων.
Τα Συμμαχικά Νεκροταφεία, ή αλλιώς νεκροταφεία του Ζέιτενλικ, στην οδό Λαγκαδά, όπου βρίσκονται θαμμένοι στρατιώτες από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ρωμαϊκή περίοδος
Η ρωμαϊκή Αγορά (φόρουμ) είναι έργο του 2ου- 3ου αιώνα μ. Χ. και η στοά της ήταν διπλή, με κίονες που είχαν ανάγλυφες παραστάσεις (σήμερα φυλάσσονται στο Λούβρο). Σήμερα διοργανώνονται εκθέσεις στην περιοχή της στοάς. Αξιόλογα είναι η πλατεία, τα λουτρά και το ωδείο, που χρησιμοποιείται ως θερινό θέατρο. Στην αγορά υπήρχε μια συστοιχία κιόνων που αποτελούνταν από οκτώ ειδώλεια. Τα αγάλματα αυτά ήταν της Μαινάδας, του Διονύσου, της Αριάδνης, της Λήδας, του Γανυμήδη, του Διόσκουρου, της Αύρας και της Νίκης και ήταν γνωστά στους Θεσσαλονικείς ως οι «μαγεμένες». Οι μαγεμένες (las incantadas στα ισπανοεβραϊκά) μεταφέρθηκαν στο μουσείο του Λούβρου το 1864 από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλέρ, όπου βρίσκονται ακόμα.
Το Γαλεριανό συγκρότημα συναποτελείται από τέσσερα μνημεία
Η Ροτόντα είναι ένα από τα πιο επιβλητικά αρχαία κτίρια που κατασκευάστηκε το 306 μ.Χ. από τον Γαλέριο, για τον ίδιο, με σκοπό να γίνει το μαυσωλείο του. Το σχέδιο του όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, και έτσι μετά το θάνατο του θάφτηκε μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Είναι ένα κυκλικό κτήριο, με διάμετρο γύρω στα 24 μ. και καλύπτεται από ημισφαιρικό τρούλο. Η Ροτόντα στη διάρκεια των αιώνων, πέρασε από πολλές φάσεις, δηλαδή από ρωμαϊκός ναός μετατράπηκε, επί αυτοκράτορα Θεοδόσιου, σε χριστιανικό, μετά έγινε μουσουλμανικό τζαμί και κατέληξε σε χριστιανικό ναό, όπου πιθανόν να λειτούργησε ως τόπος λατρείας των λειψάνων των μαρτύρων. Η άποψη αυτή ενισχύεται από την κυκλική μορφή του κτίσματος, αλλά και από τις φιγούρες των μαρτύρων που απεικονίζονται στα ψηφιδωτά του θόλου. μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Σήμερα χρησιμοποιείται ως τόπος λατρείας αλλά και ως εκθεσιακός χώρος. Αν επισκεφθείτε τη Ροτόντα μη παραλείψετε να θαυμάσετε τα μοναδικής ομορφιάς ψηφιδωτά που χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Η Αψίδα του Γαλέριου, γνωστή και ως Καμάρα, χτίστηκε λίγο πριν από το 305 μ.Χ., για τον εορτασμό του θριάμβου του Γαλέριου επί του Ναρσή, βασιλιά των Περσών. Δίπλα στο σωζόμενο τόξο υπήρχε ένα ακόμα ίδιο, στο σημείο όπου η θριαμβευτική πομπή από τα ανάκτορα συναντούσε τον πλέον πολυσύχναστο δρόμο στη Θεσσαλονίκη. Στα ανάγλυφα απεικονίζεται η νίκη των Ρωμαίων επί των Περσών. Από την αρχική αψίδα μόνο 3 στύλοι και τμήμα της άνω λιθοδομής έχουν διασωθεί σήμερα. Οι 2 κύριοι στύλοι καλύπτονται από σκαλιστές μαρμάρινες πλάκες. Το οικοδόμημα αποτελείτο αρχικά από 4 κύριους στύλους και 2 μικρότερους σε κάθε πλευρά, με τους τελευταίους να στηρίζουν την κεντρική δομή. Μέσω της αψίδας ήταν δυνατή η πρόσβαση στο παλάτι του Γαλέριου, νότια, και τη Ροτόντα, βόρεια. Χαρακτηριστικό της αψίδας του Γαλέριου είναι η πλούσια διακόσμηση με παραστάσεις και μορφές, που πολλές φορές είναι περιττές. Άλλωστε όπως αναφέρουν και οι ιστορικοί «η τέχνη των αναγλύφων αποβλέπει περισσότερο στις οπτικές αξίες παρά στις πλαστικές». Δυστυχώς δεν υπάρχουν περαιτέρω πληροφορίες για την περίοδο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καταστράφηκε η αψίδα.
Τα Ανάκτορα του Γαλέριου κτίστηκαν επίσης στις αρχές του 4ου αιώνα στο κέντρο της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης. Σήμερα σώζεται κτηριακό συγκρότημα με δύο ορόφους και με τετράγωνη ανοικτή αυλή.
Τέλος, το Οκτάγωνο βρίσκεται κοντά στη νοτιοδυτική άκρη των ανακτόρων του Γαλέριου. Το μεγάλο κτήριο κοσμείται από ορθομαρμαρώσεις και ψηφιδωτά δάπεδα, όπου ίσως βρισκόταν η αίθουσα του θρόνου.
Βυζαντινή Θεσσαλονίκη
Τα οχυρωματικά τείχη κατασκευάστηκαν από τον Μεγάλο Θεοδόσιο, τον 4ο αιώνα. Επισκευάστηκαν πολλές φορές για να αντέξουν στις βαρβαρικές επιδρομές. Σήμερα σώζονται τμήματα των τειχών κυρίως πάνω από την Εγνατία και στις Συκιές.
Βυζαντινοί ναοί και μοναστήρια
Οι βυζαντινοί ναοί της Θεσσαλονίκης αποτελούν σημαντικό δείγμα της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και τέχνης των πρώιμων χριστιανικών χρόνων και της Βυζαντινής Περιόδου. Ο πιο αντιπροσωπευτικός είναι ο ναός του Αγίου Δημητρίου, που κτίστηκε τον 7ο αιώνα και βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της πόλης και είναι η μεγαλύτερη εκκλησία της Ελλάδας. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, από το σημείο όπου μαρτύρησε ο άγιος άρχισε να αναβλύζει μύρο, που είχε θεραπευτικές ιδιότητες κι έτσι η φήμη του ναού απλώθηκε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Πιστοί κατέφταναν από όλα τα μέρη του κόσμου για να προσευχηθούν και να θεραπευτούν, ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο έπαρχος Λεόντιος. Ο Λεόντιος θεραπεύτηκε από κάποια ανίατη ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον άγιο, αντικατέστησε το μικρό τρίκλιτο ναό με μία επιβλητική πεντάκλιτη Βασιλική το 413. Κάτω από την εκκλησία βρίσκεται η Κρύπτη, το μέρος όπου μαρτύρησε και πέθανε ο άγιος Δημήτριος. Η εκκλησία είναι διακοσμημένη με ψηφιδωτό μωσαϊκό και με πλούσιο ζωγραφικό και μαρμάρινο διάκοσμο με περίτεχνα κιονόκρανα. Η εκκλησία έχει υποστεί ζημιές αρκετές φορές και καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά τον Αύγουστου του 1917. Η σημερινή εκκλησία είναι βασιλικού ρυθμού χωρισμένη με 4 κιονοστοιχίες σε 5 διαδρόμους και εγκαινιάστηκε το 1958. Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO.
Άλλοι παλαιοχριστιανικοί και βυζαντινοί ναοί της πόλης είναι:
Η Αγία Σοφία που οικοδομήθηκε τον 7ο αιώνα στη θέση παλαιότερης πεντάκλιτης βασιλικής και είναι μία από τις παλαιότερες εκκλησίες της πόλης που έχει παραμείνει ανέγγιχτη στο πέρασμα των αιώνων. Βέβαια υπέστη κάποιες καταστροφές στο σεισμό του 1978 και από την πυρκαγιά του 1890 αλλά παρόλα αυτά το μεγαλύτερο μέρος του σώζεται στο ακέραιο. Η εκκλησία αυτή θεωρείται αντίγραφο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και είναι χτισμένη στο αρχιτεκτονικό τύπο της βασιλικής με θολωτό. Οι κίονες του κεντρικού κλίτους είναι τραβηγμένοι προς τα πλάγια, ώστε ο κεντρικός χώρος του ναού να έχει σχήμα ισοσκελούς σταυρού. Ο ναός διακοσμήθηκε την περίοδο της Εικονομαχίας, με ανεικονικά ψηφιδωτά. Ο μεγάλος χρυσός σταυρός στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης αντικαταστάθηκε με το ψηφιδωτό της Θεοτόκου, μετά τη νίκη των Εικονολατρών. Την ίδια εποχή έγινε και το μωσαϊκό του τρούλου, που αναπαριστά την Ανάληψη του Ιησού και παρίστανται οι Δώδεκα Απόστολοι, η Παναγία και δύο άγγελοι. Το εσωτερικό της είναι διακοσμημένο με πανέμορφα μωσαϊκά και τοιχογραφίες της πρώιμης βυζαντινής εποχής. Ο τρούλος της διαθέτει ψηφιδωτό διάκοσμο, όπου απεικονίζεται την Ανάληψη του Σωτήρος και θεωρείται δείγμα υψηλής τέχνης.
Η Αχειροποίητος είναι τρίκλιτη βασιλική που χτίστηκε στα μέσα του 5ου αιώνα. Είναι η μόνη εκκλησία στη Θεσσαλονίκη η οποία είναι βασιλικού ρυθμού και η οποία παραμένει άθικτη. Οι μαρμάρινοι στύλοι είναι διακοσμημένοι με περίτεχνα φύλλα ακάνθου τα οποία κάνουν αντίθεση με το ψηφιδωτό μωσαϊκό, που απεικονίζει μικρούς χρυσούς σταυρούς, περίτεχνα μοτίβα με λουλούδια, την άμπελο και διάσπαρτα πουλιά. Διαθέτει τοιχογραφίες του 13ου αιώνα, που απεικονίζουν τους 18 από τους 40 μάρτυρες της Σεβαστείας, που μαρτύρησαν επί αυτοκράτορα Λικινίου. Αν και κάποιο τμήμα τους καταστράφηκε, όταν ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί τον 15ο αιώνα, είναι αρκετά καλοδιατηρημένες.
Η Παναγία των Χαλκέων οικοδομήθηκε το 1028 και που είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο. Οφείλει την ονομασία της επειδή επί Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν εκεί πολλά χαλκωματάδικα. Σώζονται τοιχογραφίες, κυρίως στη δυτική πλευρά του. Η Αγία Αικατερίνη που χτίστηκε τον 14ου αιώνα σε ρυθμό σταυροειδούς τετρακίονου με τρούλο. Σώζονται στο εσωτερικό του ναού ίχνη τοιχογραφιών. Οι Άγιοι Απόστολοι χρονολογείται από τις αρχές του 14ου αιώνα και αποτελούσε καθολικό Μονής που ίδρυσε ο πατριάρχης Νήφων Α'. Πρόκειται για πεντάτρουλο ναό με νάρθηκα. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται σημαντικά ψηφιδωτά και τοιχογραφίες. Ο Άγιος Νικόλαος Ορφανός κτίστηκε το 14ο αιώνα ως καθολικό μονής και σώζονται τοιχογραφίες σε καλή κατάσταση. Ο Άγιος Παντελεήμων του 14ου αιώνα, που αποτελούσε παλιότερα καθολικό μονής. Κτήτοράς του ήταν ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ισαάκ. Είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος τετρακίονος με τρούλο. Διασώζονται λίγες τοιχογραφίες. Η Μονή Βλατάδων είναι καθολικό μονής και κτίστηκε το 14ο αιώνα από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Δωρόθεο Βλάτη. Από τον αρχικό ναό σώζεται μόνο το ιερό και ο κυρίως ναός. Ο Ναός του Σωτήρος οικοδομήθηκε γύρω στα 1340 ως ταφικό παρεκκλήσιο. Είναι τετράγωνος ναός με τρούλο. Διασώζονται τοιχογραφίες. Ο Όσιος Δαβίδ, που βρίσκεται στην Άνω Πόλη και χρονολογείται από τον 5ο αιώνα. Παλιά ήταν καθολικό της Μονής Λατόμου. Διαθέτει τοιχογραφίες και ένα σημαντικό ψηφιδωτό που παριστάνει το όραμα του Ιεζεκιήλ. Ο ναός του Προφήτη Ηλία κτίστηκε το 14ο αιώνα και ήταν καθολικό μονής. Διαθέτει τοιχογραφίες που δεν είναι σε καλή κατάσταση.
Βυζαντινά λουτρά
Το μοναδικό σωζόμενο βυζαντινό λουτρό βρίσκεται στην πλατεία Κουλέ Καφέ, στην Άνω Πόλη. Χρονολογείται από το 13ο αιώνα και είναι στεγασμένο με τρούλο και καμάρες.
Οθωμανική περίοδος-οχυρωματικά έργα
Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης δεσπόζει ο Λευκός Πύργος, που είναι το σύμβολο της πόλης. Στην αρχή ονομάζονταν Πύργος των Λεόντων, αργότερα ονομάστηκε Πύργος του Αίματος (Kanli Kule) (λόγω των βασανιστηρίων και των θανατικών εκτελέσεων) και τέλος επικράτησε το Λευκός Πύργος (Beyaz Kule), που προήλθε απο έναν Εβραίο κατάδικο ο οποίος ασβέστωσε τον Λευκό Πύργο για να κερδίσει την ελευθερία του.
Χτίστηκε μετά την άλωση της πόλης από τους Οθωμανούς (1430) και αποτελούσε μέρος της οχύρωσης της πόλης. Αρχιτέκτονας του όμορφου αυτού οικοδομήματος φαίνεται να είναι ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, με βάση την ομοιότητα με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα φρουράς των Γενιτσάρων και μετέπειτα φυλακή θανατοποινιτών και τόπος βασανιστηρίων. Ο πύργος είναι κυκλικός, έχει 6 ορόφους, 37 μέτρα ύψος και 70 μέτρα περίμετρο. Πήρε το προσωνύμιο «Πύργος του Αίματος» επειδή χρησιμοποιούνταν ως φυλάκιο για τη φρουρά και φυλακή (λειτουργούσε ως φυλακή για τους Γενίτσαρους). Σήμερα, λειτουργεί ως μουσείο και στα εκθέματά του περιλαμβάνονται ψηφιδωτά δαπέδου και τοίχου, κεραμικά, έργα υαλουργίας και μεταλλοτεχνίας, εικόνες, νομίσματα και επιγραφές. Κατά καιρούς έχουν φιλοξενηθεί και άλλες εκθέσεις σ’ αυτό το μουσείο-κόσμημα.
Πέρα από το Λευκό Πύργο, υπάρχει ένας ακόμα κυκλικός πύργος, ο Πύργος της Αλύσεως ή Πύργος του Τριγωνίου. Κοντά σε αυτόν υπάρχει συγκρότημα από επτά πύργους, το Επταπύργιο ή Γεντί Κουλέ, που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα. Στο κτηριακό συγκρότημα περιλαμβάνεται το βυζαντινό φρούριο και οι παλιές φυλακές, που καταργήθηκαν το 1984 και μεταφέρθηκαν αλλού το 1989.
Τζαμιά
Στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας δύο σωζόμενα μουσουλμανικά τεμένη, το Αλατζά Ιμαρέτ, που χτίστηκε το 1484 και το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που οικοδομήθηκε το 1467 και ανοικοδομήθηκε το 1620. Το πρώτο μιμείται τη βυζαντινή αρχιτεκτονική ως προς την τοιχοδομία και έλαβε το όνομά του επειδή κοντά στο τζαμί λειτουργούσε πτωχοκομείο (ιμαρέτ) και σήμερα χρησιμοποιείται από τη ΔΕΘ. Το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια στέγαζε διάφορα καταστήματα και κινηματογράφο, σήμερα βρίσκεται σε φάση συντήρησης και ανάδειξης ώστε να στεγάσει προσεχώς αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Ένα ακόμα σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου είναι το Γενί Τζαμί, που κτίστηκε το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli και χρησίμευε ως τόπος λατρείας για τους Εβραίους που είχαν εξισλαμιστεί, τους επονομαζόμενους ντονμέδες (Donmeh). Έχει δύο ορόφους και συμβαδίζει με την εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα. Μετά την απέλαση των Ντονμέδων (1924) στο κτήριο στεγάστηκε το νεοσύστατο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, έως ότου μεταφερθεί στο νέο του κτήριο στη Λεωφόρο Στρατού. Σήμερα χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος.
Τέλος στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά σώζεται και το τζαμί του Λεμπέτ, που χτίστηκε για τους εγκλείστους μουσουλμάνους στο στρατόπεδο. Το κτίριο τη δεκαετία του 1990 στα πλαίσια της διάνοιξης της οδού Λαγκαδά, μεταφέρθηκε βορειότερα κατά 12 με 15 μέτρα. Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 κατεδαφίστηκαν όλα τα τζαμιά της θεσσαλονίκης, ενώ το 1925 όλοι οι μιναρέδες στα πλαίσια του «εξευρωπαϊσμού» της πόλης.
Λουτρά
Το 1444 κτίστηκε το πρώτο οθωμανικό λουτρό στη Θεσσαλονίκη, το Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος) το οποίο είναι και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα. Το κτίριο αποκαταστάθηκε πρόσφατα από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και είναι επισκέψιμο. Άλλα σωζόμενα λουτρά της εποχής της Τουρκοκρατίας είναι το Πασά Χαμάμ, το Γιαχουντί Χαμάμ (Λουτρό των Εβραίων) στην περιοχή Λουλουδάδικα, αμφότερα του 16ου αιώνα, και το Γενί Χαμάμ.
Άλλα μνημεία της Οθωμανικής περιόδου
Αξίζει να αναφερθεί στα μνημεία της περιόδου και η σκεπαστή αγορά υφασμάτων Μπεζεστένι (bezesten), που χρονολογείται από τα τέλη του 15ου αιώνα. Είναι ένα από τα δύο σωζόμενα σήμερα μπεζεστένια στην Ελλάδα (το άλλο μπεζεστένι βρίσκεται στις Σέρρες και εκεί στεγάζεται το αρχαιολογικό μουσείο Σερρών). Το μπεζεστένι και σήμερα στεγάζει μικρά καταστήματα με υφάσματα.
Στη περιοχή Ντεπό, στα ανατολικά του Δήμου Θεσσαλονίκης και επί της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας βρίσκεται η τριόροφη Βίλα Αλλατίνι του 19ου αιώνα, ιδιοκτησίας των Εβραίων Θεσσαλονικέων βιομηχάνων Αλλατίνι, η οποία σήμερα αποτελεί την έδρα της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Το 1909 η Βίλα Αλλατίνι φιλοξένησε τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β' κατά τη διάρκεια της εξορίας του στη Θεσσαλονίκη έπειτα από το Κίνημα των Νεότουρκων στη Κωνσταντινούπολη.
Άλλο ένα δείγμα πολυτελούς οικίας της αντίστοιχης περιόδου, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, είναι η Βίλα Μπιάνκα, η οποία βρίσκεται και αυτή επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας. Η βίλα Μπιάνκα, η οποία αναπαλαιώθηκε στα πλαίσια της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης και χρησιμοποιείται σήμερα σαν ένας χώρος του δικτύου Βαλκανικών πόλεων, κατασκευάστηκε τον 19ο αιώνα με τον σκοπό να στεγάσει την εύπορη οικογένεια της Θεσσαλονίκης Diaz - Fernandes.
Σύγχρονα μνημεία
Η Θεσσαλονίκη έχει πληθώρα μουσείων και ιστορικών μνημείων για να επισκεφθείτε. Το καθένα από αυτά έχει να σας μάθει κάτι διαφορετικό και να σας ταξιδέψει πίσω στο χρόνο. Εκτός από τα ιστορικά μνημεία υπάρχουν και τα σύγχρονα μνημεία της Θεσσαλονίκης. Από αυτά, το πιο γνωστό είναι ο Πύργος του ΟΤΕ, έργο του αρχιτέκτονα Αθανασιάδη, στην είσοδο της ΔΕΘ. Κτίστηκε το 1969 για να στεγάσει το περίπτερο του ΟΤΕ. Η Helexpo αποτελεί συγκρότημα εκθεσιακών περιπτέρων και τα κτήρια ακολουθούν τις σύγχρονες τάσεις της αρχιτεκτονικής.
Επίσης, η Πλατεία Αριστοτέλους, που είναι η μεγαλύτερη πλατεία στην πόλη και μία από τις μεγαλύτερες κι ομορφότερες στην Ελλάδα. Εδώ γιορτάζονται όλα τα σημαντικά γεγονότα, όπως Χριστούγεννα, Πάσχα κ.α. Επίσης στην πλατεία γίνονται και οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι συναυλίες, τα φεστιβάλ και οι εκδηλώσεις. Η σημερινή της μορφή διαμορφώθηκε μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Ερνέστ Εμπράρ και βλέπει προς τη θάλασσα. Στον χώρο της πλατείας βρίσκονται μερικά ιστορικά κτίρια της πόλης, όπως το Ολύμπιον, που διεξάγετε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το δίδυμο κτίριο του Ξενοδοχείου Ηλέκτρα Παλάς. Επίσης, μερικά από τα καλύτερα βιβλιοπωλεία της πόλης και αρκετοί ραδιοφωνικοί σταθμοί βρίσκονται στην περίφημη πλατεία.
Στη Νέα Παραλία συναντούμε σε περίοπτη θέση τον ανδριάντα του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος ανεγέρθηκε το 1970 και στην Πλατεία Ελευθερίας υπάρχει το μνημείο του Ολοκαυτώματος των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Το 2011 ανεγέρθηκε ο αδριάντας του Κ. Καραμανλή στην παραλία της πόλης. Εκτός από την επίσκεψή σας στα αξιοθέατα, στα μουσεία και στα διάφορα μαγαζιά πρέπει οπωσδήποτε να κάνετε μια βόλτα και στις τοπικές ταβέρνες και ουζερί. Θα δοκιμάσετε ξεχωριστές γεύσεις όπως τα κοκόλικα (μικρά στρογγυλά σαν κεφτεδάκια), τσιρόνια με πράσα, χειροποίητο τραχανά και χυλοπίτες, λαγγίτες, γκολιού πίτα (παραδοσιακή κολοκυθόπιτα) και φυσικά τα φημισμένα τρίγωνα Πανοράματος και το τσουρέκι με τις διάφορες παραλλαγές του.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Βακαλόπουλου Απόστολου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ. Κυριακίδη, 1997, Θεσσαλονίκη.
Βακαλόπουλου Απόστολου, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, Εκδ. Βάνιας, 1992.
Βελένη Πολυξένη Αδάμ, Θεσσαλονίκη, νεράιδα, βασίλισσα, γοργόνα, Εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη, 2001.
Γλύκατζη-Αρβελέρ Ελένη, Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1999.
Γρηγορίου Εμμανουήλ, Έλληνες και Βούλγαροι, Θεσσαλονίκη, 1954.
Δάγκα Αλέξανδρου, Συμβολή στην έρευνα για την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης: Οικονομική δομή και κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, 1912-1940, Εκδόσεις ΕΕΘ, Θεσσαλονίκη, 1998.
Δημητριάδη Βασίλη, Η Θεσσαλονίκη κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου «Η Θεσσαλονίκη και ο Ευρύτερος Χώρος», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2005.
«ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ», «Ιστορια του Ελληνικου Εθνους», Αθήνα.
Ζακυθηνού Διονυσίου, Θεσσαλονίκη, Αι Βυζαντιναί Αθήναι του Βορρά, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 1985.
Κοτζαγεώργη Φωκίωνος, Η Οθωμανική Μακεδονία (τέλη ΙΔ'-τέλη ΙΖ' αιώνα), Η Οθωμανική κατάκτηση (Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα).
Κωτσιόπουλος Κ., Το κίνημα των Ζηλωτών στην Θεσσαλονίκη (1342-1349): Θεολογική και Κοινωνιολογική διερεύνηση, Θεσσαλονίκη, 1997.
Μεταλληνός Γεώργιος, Πρωτ., Ησυχαστές και Ζηλωτές - Πνευματική ακμή και κοινωνική κρίση στον Βυζαντινό 14ο αιώνα, Ελληνισμός Μαχόμενος, Eκδόσεις Τήνος, Αθήνα 1995.
Μεταξάς Ιωάννης, «Το Προσωπικό του Ημερολόγιο», Γκοβόστης.
Μικραγιαννάκη Ε.Ι., Το πολιτιστικό έργο του Κασσάνδρου, Αρχαία Μακεδονία ΙΙ, 1977.
Μόδης Γεώργιος, Αγώνες στη Μακεδονία, εκδόσεις: Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη, 1975.
Παπαγιαννόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ Ρέκος, 1983, Θεσσαλονίκη.
Παπάζογλου Αβραάμ, «Η Θεσσαλονίκη κατά τον Μάιο του 1821».
Εκδοτικός Οργανισμός «Πάπυρος», Ιστορία Εικονογραφημένη, Η διασκέδαση των Ελλήνων στα χρόνια της δουλείας.
Παρασκευόπουλου Λεωνίδα, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Εκδ. Καστανιώτη, 1999.
Πασχαλίδης Φώτιος, Η ιστορική πορεία και το έργο της ΦΑΑΘ, Η ΦΑΑΘ και ο Μακεδονικός Αγώνας (Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης).
Χριστοδούλου Χρίστου Κ., Μουσταφά Κεμάλ: Ο βίος και η πολιτεία του στη Θεσσαλονίκη, Εκδ. Εξάντας, 2007.
Mark Mazower, «Θεσσαλονίκη, Η πόλη των φαντασμάτων», Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2006.
M.Vitti, Η πολεοδομική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή της ως το Γαλέριο, Aρχαιολογική Eταιρεία, Αθήνα, 1996.
André Gerolymatos, The Balkan Wars, 2002, Basic Books.
Ioannis Touratsoglou, Die Münzstätte von Thessaloniki in der römischen Kaiserzeit, (32/31 v. Chr. bis 268 n. Chr.), Βερολίνο, 1988.
Getzel M. Cohen, The Hellenistic settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor.
Erich Stephen Gruen, The Hellenistic World and the coming of Rome, Berkeley, Los Angeles, and London: University of California Press, 1984.
Thomas Hartwell Horne, An Introduction to the Critical Study and Knowledge of the Holy Scriptures, 1825.
W. J. Conybeare, J. S. Howson, The Life and Epistles of St. Paul, 1987, Wm. B. Eerdmans Publishing.
Samuel N. C. Lieu, Dominic Montserrat, From Constantine to Julian: A Source History, 1996, Routledge.
Michael Angold, Church and Society in Byzantium Under the Comneni, 1081-1261, 1995, Cambridge University Press.
Cyril A. Mango, The Oxford History of Byzantium, 2002, Oxford University Press Κεφ. 10 Fragmentation (1204 – 1453) υπό Stephen W. Reinert.
George Finlay, The history of Greece from its conquest by the Crusaders to its conquest by the Turks, 1851, Εδιμβούργο.
John Meyendorff, St. Gregory Palamas and Orthodox Spirituality, 1974, St Vladimir's Seminary Press.
Sol Scharfstein, Understanding Jewish History 2, 1997, KTAV Publishing House.
George E. Berkley, Jews, 1997, Branden Books, Βοστόνη.
Eric R. Dursteler, Venetians in Constantinople: Nation, Identity, and Coexistence in the Early Modern Mediterranean, 2006, Johns Hopkins University Press.
Esther Benbassa, Aron Rodrigue, Sephardi Jewry: A History of the Judeo-Spanish Community, 14th-20th Centuries, 2000, University of California Press.
Sylvie Courtine-Denamy, The House of Jacob, 2003, Cornell University Press.
Richard Cooper Hall, The Balkan Wars, 1912-1913: Prelude to the First World War, 2000, Routledge.
Alex Penmann, Jewish Thessaloniki: «Madre de Israel’s» unsung requiem, Athens News, 22/07/2005.
Herbert Adams Gibbons, The New Map of Europe (1911-1914): The Story of the Recent European Diplomatic Crises and Wars, 1914, The Century Company.
Richard J. Crampton, A Concise History of Bulgaria, 1997, Cambridge University Press.
John Meyendorff, The Orthodox Church: Its Past and Its Role in the World Today, 1981, St Vladimir's Seminary Press.
Erik Jan Zurcher, The Unionist Factor: The Role of the Committee of Union and Progress in the Turkish Nationalist Movement 1905-1926, International Journal of Middle East Studies.
E. F. Knight, Turkey; the Awakening of Turkey; the Turkish Revolution Of 1908, 2002, Adamant Media Corporation.
M. Sukru Hanioglu, The Young Turks in Opposition (Studies in Middle Eastern History), 1995, Oxford University Press.
Jacob Gould Schurman, The Balkan Wars, 1912-1913, 2005, Cosimo Inc.
Charles and Barbara Jelavich, The Establishment of the Balkan National States, 1804-1920, 1986, University of Washington Press.
Pelham H. Box, Three Master Builders and Another: Studies in Modern Revolutionary and Liberal Statesmanship, 1925, Ayer Publishing.
David Stone Potter, The Roman Empire at Bay: Ad 180-395, 2004, Routledge.
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του σημερινού νομού Θεσσαλονίκης, στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου. Είναι κτισμένη αμφιθεατρικά στις πλαγιές του Κεδρηνού Λόφου και περιβάλλεται στα βόρεια από το δάσος του Σέιχ Σου. Στη Σίνδο υπάρχει η βιομηχανική ζώνη της πόλης και στα ανατολικά βρίσκονται οι περιοχές του αεροδρομίου, της Θέρμης και του Πανοράματος.
Βόρεια-Βορειοανατολικά της πόλης υψώνεται ο Χορτιάτης, φυσική οχύρωση και πηγή μέρους του νερού που χρησιμοποιείται για την ύδρευση της. Βορειοδυτικά απλώνεται η πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, που συμπληρώνει τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης σε ύδρευση. Η πεδιάδα ευνόησε την οικονομική ανάπτυξη της πόλης και της γύρω περιοχής, καθώς σχηματίστηκε (περίπου τον 1ο π.Χ. αιώνα) από τις προσχώσεις των ποταμών που διαρρέουν το νομό κι έτσι είναι ιδιαίτερα εύφορη.
Οι τρεις αυτοί ποταμοί, ο Αξιός, ο Λουδίας και ο Γαλλικός, εκβάλλουν δυτικά της πόλης ενώ ακόμα νοτιότερα εκβάλλει ο Αλιάκμονας. Οι ποταμοί αποτέλεσαν και φυσικά υδάτινα κωλύματα σε προσπάθειες προσέγγισης της πόλης από τα νότια. Η διάβαση του Γαλλικού ποταμού από τα ελληνικά στρατεύματα, το 1912, οριστικοποίησε την άνευ όρων παράδοση των Οθωμανών. Το δέλτα του Αξιού αποτελεί υδροβιότοπο 22.000 στρεμμάτων ιδιαίτερης σημασίας, που προστατεύεται από τη συνθήκη Ραμσάρ.
Ιστορικό Κέντρο
Η πόλη της Θεσσαλονίκης έχει ένα αρκετά εκτεταμένο κέντρο, στο οποίο συγκεντρώνονται τα περισσότερα καταστήματα, δημόσιες υπηρεσίες, αξιοθέατα και χώροι αναψυχής. Η έκτασή του μπορεί να οριστεί ανατολικά από το συγκρότημα του 3ου Σώματος Στρατού, δυτικά από την Πλατεία Δημοκρατίας (πρώην Πλατεία Βαρδαρίου), βόρεια από την παραλιακή Λεωφόρο Νίκης (πρώην Λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου Α') και νότια από την οδό Ολυμπιάδος στις παρυφές της Άνω Πόλης.
Το ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης διαχωρίζεται στις συνοικίες: Λαδάδικα, Άνω Λαδάδικα, Γραγκομαχαλάς, Καπόνι, Διαγώνιος, Ναυαρίνου, Ροτόντα, Αγία Σοφία, Ιπποδρόμιο (Λευκός Πύργος). Το κεντρικότερο σημείο αποτελεί ο ενοποιημένος χώρος της Πλατείας Αριστοτέλους και της Πλατείας Αρχαίας Αγοράς (ή Δικαστηρίων) οι οποίες ενώνονται με την πεζοδρομημένη οδό Αριστοτέλους.
Κεντρικές οδικές αρτηρίες είναι οι: Τσιμισκή, Εγνατίας, Νίκης, Μητροπόλεως, Βενιζέλου και Αγίου Δημητρίου.
Κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα υπήρξε σημαντική μετατόπιση του κέντρου της Θεσσαλονίκης ανατολικότερα. Ενώ παλαιότερα η κεντρική αγορά της πόλης βρισκόταν στην περιοχή του Βαρδαρίου και εκτεινόταν έως τη σκεπαστή αγορά, πριν την πλατεία Αριστοτέλους, σήμερα έχει υπερβεί κατά πολύ αυτά τα όρια φτάνοντας στην περιοχή του Μεγάρου της Χ.Α.Ν.Θ. κοντά στον παλαιό ζωολογικό κήπο.
Άνω Πόλη
Η περιοχή της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης που διασώθηκε από την πυρκαγιά του 1917 και τη δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός, βρίσκεται στο βορειότερο και ψηλότερο τμήμα της παλιάς πόλης. Αρχίζει ουσιαστικά από τη βόρεια πλευρά της οδού Αγίου Δημητρίου φτάνοντας βόρεια ως τα τείχη της Ακρόπολης και δυτικά και ανατολικά ως τα αντίστοιχα Βυζαντινά Τείχη, που σώζονται σχεδόν ολόκληρα στην περιοχή.
Η περιοχή της Άνω Πόλης διαχωρίζεται στις συνοικίες Τσινάρι, Διοικητήριο, Βλατάδων, Τερψιθέα, Κουλέ Καφέ, Κόκκινη Βρύση, Καλλιθέα.
Παρόλο ότι η περιοχή δεν ερευνήθηκε με αρχαιολογικές ανασκαφές, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή δεν κατοικήθηκε, τουλάχιστον συστηματικά. Γειτονιές με κατοικίες δημιουργήθηκαν με την τουρκοκρατία, για να πυκνοκατοικηθεί η περιοχή στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα, καθώς εκτιμήθηκαν οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν (μικροκλίμα) και η υπέροχη θέα που προσφέρει ο τόπος.
Στην περιοχή αυτή περιλαμβάνονται σημαντικά μνημεία της Θεσσαλονίκης όπως: τα Τείχη με την Ακρόπολη και το Επταπύργιο, ο Ναός του Οσίου Δαβίδ (Μονή Λατόμου), ο Ναός του Αγίου Νικολάου Ορφανού, ο Ναός των Ταξιαρχών, η Μονή Βλατάδων, ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης, ο ναός του Προφήτη Ηλία, ένας βυζαντινός λουτρώνας της πλατείας Κρίσπου στο Κουλέ Καφέ, το Αλατζά Ιμαρέτ της οδού Κασσάνδρου, ο οθωμανικός τουρμπές στην πλατεία Τερψιθέας καθώς και πλήθος βρυσών κ.ά.
Πέρα όμως από τα μνημεία αυτά, στην περιοχή της Άνω Πόλης διασώζεται σε πολλά τμήματα ο παλιός (παραδοσιακός) πολεοδομικός ιστός της πόλης με τους στενούς λιθόστρωτους δρόμους, τα αδιέξοδα, τα μικρά ξέφωτα και τις πλατείες και προπαντός με τα μοναδικά σε λιτότητα, λειτουργικότητα και κομψότητα κτίσματα της Λαϊκής Μακεδονίτικης Αρχιτεκτονικής, αλλά και σπίτια Τουρκικών αρχιτεκτονικών επιρροών. Εξαίρετο δείγμα της οικιστικής ενότητας της Άνω Πόλης, αποτελούν τα Καστρόπληκτα σπίτια δηλαδή που κτίστηκαν την περίοδο των πληθυσμιακών μετακινήσεων των πρώτων δεκαετιών του 20 ου αιώνα, από πρόσφυγες. Τα σπίτια αυτά εφάπτονται των βυζαντινών τειχών και καταδεικνύουν την γρήγορη, πρόχειρη και ραγδαία εγκατάσταση προσφύγων στην πόλη, οι οποίοι, λόγω έλλειψης χώρου έχτισαν δίπλα στα τείχη μικρά χαμόσπιτα με στόχο την στεγαστική τους εξασφάλιση.
Νοτιοανατολική Θεσσαλονίκη
Αυτή η πλευρά της πόλης ξεκινά από οδό Βασιλέως Γεωργίου – Βασιλίσσης Όλγας (την παλαιά Οδό Εξοχών) και εκτείνεται μέχρι την περιοχή της Καλαμαριάς και της Πυλαίας. Περιλαμβάνει τις περιοχές: Σαράντα Εκκλησιές, Ευαγγελίστρια, Τριανδρία, Τούμπα, Χαριλάου, Ανάληψη, Ντεπώ, Πυλαία και Καλαμαριά.
Οι συνοικίες της Νέας Κρήνης και της Αρετσούς αποτελούν το νοτιότερο παραθαλάσσιο τμήμα του δήμου Καλαμαριάς. Εκεί συγκεντρώνεται ένα πλήθος κέντρων διασκέδασης και αναψυχής σχεδόν σε όλο το μήκος της Οδού Πλαστήρα. Η υποβαθμισμένη και βαλτώδης περιοχή της Καλαμαριάς που κατοικήθηκε, κυρίως, από προσφυγικούς, εξ ανταλλαγής πληθυσμούς μετά το 1922, σήμερα έχει φτάσει να είναι μία από τις πλέον διακεκριμένες περιοχές της Θεσσαλονίκης με αλματώδη δομική, οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη. Εκεί βρίσκεται το πρώην στρατόπεδο Μακεδονομάχου Κόδρα, ο Ναυτικός Όμιλος Καλαμαριάς, το γήπεδο του Απόλλωνα Καλαμαριάς, η Ναυτική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος και το Κυβερνείο ή Παλατάκι, παλαιό τοπικό ανάκτορο των Ελλήνων Βασιλέων.
Η απαρχή του οικισμού της Πυλαίας ιστορείται από την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης της Θεσσαλονίκης. Η Καπουτζήδα ή Καπουτζήδες (Kapıcılar), που ήταν τοποθετημένη, αρχικά, στην περιοχή Τριανδρίας - Άνω Τούμπας, ήταν το πλησιέστερο χωριό της Θεσσαλονίκης από την ανατολική πλευρά της. Απείχε περίπου 10 χιλιόμετρα από το Λευκό Πύργο, που αποτελούσε και το όριο της πόλης. Πήρε το όνομα της από τους «Καπουτζήδες» (kapıcı), τους εργαζόμενους δηλαδή των τειχών της Θεσσαλονίκης. Το ίδιο απείχε και από την πλατεία Σιντριβανίου, όπου ήταν η Πύλη της Καμάρας ή αλλιώς «Κασσανδρεωτική». Μετά την επέκταση της πόλης και τη δημιουργία του συνοικισμού Χαριλάου γύρω στα 1920-1922 απείχε από το τέρμα του μόλις 2 χιλιόμετρα.
Βορειοδυτική Θεσσαλονίκη
Αποτελείται από τις περιοχές: Αμπελόκηποι, Ελευθέριο-Κορδελιό, Μενεμένη, Δενδροπόταμος, Εύοσμος, Ηλιούπολη, Σταυρούπολη, Νικόπολη, Νεάπολη, Πολίχνη, Μετέωρα, Συκιές, Καλλιθέα, Νέα Βάρνα και Ροδοχώρι.
Οι κεντρικότερες είσοδοι της πόλης ξεκινούν από εδώ: Νέα δυτική είσοδος, Οδός Μοναστηρίου, Λαγκαδά και Κωνσταντινουπόλεως, συνδέοντας την πόλη με τον αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ και την Εγνατία Οδό.
Ο Νέος και ο Παλιός Σιδηροδρομικός Σταθμός Θεσσαλονίκης, το λιμάνι της πόλης και ο Σταθμός Υπεραστικών Λεωφορείων (ΚΤΕΛ Μακεδονία) βρίσκονται επίσης στα δυτικά.
Εδώ βρίσκονται αρκετά παλαιά διατηρητέα εργοστάσια όπως ο Μύλος, το ΦΙΞ και η Βίλκα, τα οποία σήμερα λειτουργούν ανακαινισμένα ως πολυχώροι διασκέδασης.
Η Μονή Λαζαριστών χτισμένη το 1886 από τους μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, ευρέως γνωστοί ως Λαζαριστές, από την έδρα του τάγματός τους στην εκκλησία Σεν Λαζάρ (Saint Lazare) του Παρισιού, λειτουργεί σήμερα ως χώρος διεξαγωγής θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών και εκθέσεων. Αποτελεί το Πολιτιστικό Κέντρο της Δυτικής Θεσσαλονίκης και βρίσκεται στη Σταυρούπολη
Ο Βοτανικός Κήπος στην Άνω Ηλιούπολη περιλαμβάνει 1.000 είδη φυτών, μια πραγματική όαση πρασίνου 5 στρεμμάτων.
Τα Συμμαχικά Νεκροταφεία, ή αλλιώς νεκροταφεία του Ζέιτενλικ, στην οδό Λαγκαδά, όπου βρίσκονται θαμμένοι στρατιώτες από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ρωμαϊκή περίοδος
Η ρωμαϊκή Αγορά (φόρουμ) είναι έργο του 2ου- 3ου αιώνα μ. Χ. και η στοά της ήταν διπλή, με κίονες που είχαν ανάγλυφες παραστάσεις (σήμερα φυλάσσονται στο Λούβρο). Σήμερα διοργανώνονται εκθέσεις στην περιοχή της στοάς. Αξιόλογα είναι η πλατεία, τα λουτρά και το ωδείο, που χρησιμοποιείται ως θερινό θέατρο. Στην αγορά υπήρχε μια συστοιχία κιόνων που αποτελούνταν από οκτώ ειδώλεια. Τα αγάλματα αυτά ήταν της Μαινάδας, του Διονύσου, της Αριάδνης, της Λήδας, του Γανυμήδη, του Διόσκουρου, της Αύρας και της Νίκης και ήταν γνωστά στους Θεσσαλονικείς ως οι «μαγεμένες». Οι μαγεμένες (las incantadas στα ισπανοεβραϊκά) μεταφέρθηκαν στο μουσείο του Λούβρου το 1864 από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλέρ, όπου βρίσκονται ακόμα.
Το Γαλεριανό συγκρότημα συναποτελείται από τέσσερα μνημεία
Η Ροτόντα είναι ένα από τα πιο επιβλητικά αρχαία κτίρια που κατασκευάστηκε το 306 μ.Χ. από τον Γαλέριο, για τον ίδιο, με σκοπό να γίνει το μαυσωλείο του. Το σχέδιο του όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, και έτσι μετά το θάνατο του θάφτηκε μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Είναι ένα κυκλικό κτήριο, με διάμετρο γύρω στα 24 μ. και καλύπτεται από ημισφαιρικό τρούλο. Η Ροτόντα στη διάρκεια των αιώνων, πέρασε από πολλές φάσεις, δηλαδή από ρωμαϊκός ναός μετατράπηκε, επί αυτοκράτορα Θεοδόσιου, σε χριστιανικό, μετά έγινε μουσουλμανικό τζαμί και κατέληξε σε χριστιανικό ναό, όπου πιθανόν να λειτούργησε ως τόπος λατρείας των λειψάνων των μαρτύρων. Η άποψη αυτή ενισχύεται από την κυκλική μορφή του κτίσματος, αλλά και από τις φιγούρες των μαρτύρων που απεικονίζονται στα ψηφιδωτά του θόλου. μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Σήμερα χρησιμοποιείται ως τόπος λατρείας αλλά και ως εκθεσιακός χώρος. Αν επισκεφθείτε τη Ροτόντα μη παραλείψετε να θαυμάσετε τα μοναδικής ομορφιάς ψηφιδωτά που χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Η Αψίδα του Γαλέριου, γνωστή και ως Καμάρα, χτίστηκε λίγο πριν από το 305 μ.Χ., για τον εορτασμό του θριάμβου του Γαλέριου επί του Ναρσή, βασιλιά των Περσών. Δίπλα στο σωζόμενο τόξο υπήρχε ένα ακόμα ίδιο, στο σημείο όπου η θριαμβευτική πομπή από τα ανάκτορα συναντούσε τον πλέον πολυσύχναστο δρόμο στη Θεσσαλονίκη. Στα ανάγλυφα απεικονίζεται η νίκη των Ρωμαίων επί των Περσών. Από την αρχική αψίδα μόνο 3 στύλοι και τμήμα της άνω λιθοδομής έχουν διασωθεί σήμερα. Οι 2 κύριοι στύλοι καλύπτονται από σκαλιστές μαρμάρινες πλάκες. Το οικοδόμημα αποτελείτο αρχικά από 4 κύριους στύλους και 2 μικρότερους σε κάθε πλευρά, με τους τελευταίους να στηρίζουν την κεντρική δομή. Μέσω της αψίδας ήταν δυνατή η πρόσβαση στο παλάτι του Γαλέριου, νότια, και τη Ροτόντα, βόρεια. Χαρακτηριστικό της αψίδας του Γαλέριου είναι η πλούσια διακόσμηση με παραστάσεις και μορφές, που πολλές φορές είναι περιττές. Άλλωστε όπως αναφέρουν και οι ιστορικοί «η τέχνη των αναγλύφων αποβλέπει περισσότερο στις οπτικές αξίες παρά στις πλαστικές». Δυστυχώς δεν υπάρχουν περαιτέρω πληροφορίες για την περίοδο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καταστράφηκε η αψίδα.
Τα Ανάκτορα του Γαλέριου κτίστηκαν επίσης στις αρχές του 4ου αιώνα στο κέντρο της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης. Σήμερα σώζεται κτηριακό συγκρότημα με δύο ορόφους και με τετράγωνη ανοικτή αυλή.
Τέλος, το Οκτάγωνο βρίσκεται κοντά στη νοτιοδυτική άκρη των ανακτόρων του Γαλέριου. Το μεγάλο κτήριο κοσμείται από ορθομαρμαρώσεις και ψηφιδωτά δάπεδα, όπου ίσως βρισκόταν η αίθουσα του θρόνου.
Βυζαντινή Θεσσαλονίκη
Τα οχυρωματικά τείχη κατασκευάστηκαν από τον Μεγάλο Θεοδόσιο, τον 4ο αιώνα. Επισκευάστηκαν πολλές φορές για να αντέξουν στις βαρβαρικές επιδρομές. Σήμερα σώζονται τμήματα των τειχών κυρίως πάνω από την Εγνατία και στις Συκιές.
Βυζαντινοί ναοί και μοναστήρια
Οι βυζαντινοί ναοί της Θεσσαλονίκης αποτελούν σημαντικό δείγμα της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και τέχνης των πρώιμων χριστιανικών χρόνων και της Βυζαντινής Περιόδου. Ο πιο αντιπροσωπευτικός είναι ο ναός του Αγίου Δημητρίου, που κτίστηκε τον 7ο αιώνα και βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της πόλης και είναι η μεγαλύτερη εκκλησία της Ελλάδας. Σύμφωνα με κάποιες πηγές, από το σημείο όπου μαρτύρησε ο άγιος άρχισε να αναβλύζει μύρο, που είχε θεραπευτικές ιδιότητες κι έτσι η φήμη του ναού απλώθηκε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Πιστοί κατέφταναν από όλα τα μέρη του κόσμου για να προσευχηθούν και να θεραπευτούν, ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο έπαρχος Λεόντιος. Ο Λεόντιος θεραπεύτηκε από κάποια ανίατη ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον άγιο, αντικατέστησε το μικρό τρίκλιτο ναό με μία επιβλητική πεντάκλιτη Βασιλική το 413. Κάτω από την εκκλησία βρίσκεται η Κρύπτη, το μέρος όπου μαρτύρησε και πέθανε ο άγιος Δημήτριος. Η εκκλησία είναι διακοσμημένη με ψηφιδωτό μωσαϊκό και με πλούσιο ζωγραφικό και μαρμάρινο διάκοσμο με περίτεχνα κιονόκρανα. Η εκκλησία έχει υποστεί ζημιές αρκετές φορές και καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά τον Αύγουστου του 1917. Η σημερινή εκκλησία είναι βασιλικού ρυθμού χωρισμένη με 4 κιονοστοιχίες σε 5 διαδρόμους και εγκαινιάστηκε το 1958. Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO.
Άλλοι παλαιοχριστιανικοί και βυζαντινοί ναοί της πόλης είναι:
Η Αγία Σοφία που οικοδομήθηκε τον 7ο αιώνα στη θέση παλαιότερης πεντάκλιτης βασιλικής και είναι μία από τις παλαιότερες εκκλησίες της πόλης που έχει παραμείνει ανέγγιχτη στο πέρασμα των αιώνων. Βέβαια υπέστη κάποιες καταστροφές στο σεισμό του 1978 και από την πυρκαγιά του 1890 αλλά παρόλα αυτά το μεγαλύτερο μέρος του σώζεται στο ακέραιο. Η εκκλησία αυτή θεωρείται αντίγραφο της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και είναι χτισμένη στο αρχιτεκτονικό τύπο της βασιλικής με θολωτό. Οι κίονες του κεντρικού κλίτους είναι τραβηγμένοι προς τα πλάγια, ώστε ο κεντρικός χώρος του ναού να έχει σχήμα ισοσκελούς σταυρού. Ο ναός διακοσμήθηκε την περίοδο της Εικονομαχίας, με ανεικονικά ψηφιδωτά. Ο μεγάλος χρυσός σταυρός στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης αντικαταστάθηκε με το ψηφιδωτό της Θεοτόκου, μετά τη νίκη των Εικονολατρών. Την ίδια εποχή έγινε και το μωσαϊκό του τρούλου, που αναπαριστά την Ανάληψη του Ιησού και παρίστανται οι Δώδεκα Απόστολοι, η Παναγία και δύο άγγελοι. Το εσωτερικό της είναι διακοσμημένο με πανέμορφα μωσαϊκά και τοιχογραφίες της πρώιμης βυζαντινής εποχής. Ο τρούλος της διαθέτει ψηφιδωτό διάκοσμο, όπου απεικονίζεται την Ανάληψη του Σωτήρος και θεωρείται δείγμα υψηλής τέχνης.
Η Αχειροποίητος είναι τρίκλιτη βασιλική που χτίστηκε στα μέσα του 5ου αιώνα. Είναι η μόνη εκκλησία στη Θεσσαλονίκη η οποία είναι βασιλικού ρυθμού και η οποία παραμένει άθικτη. Οι μαρμάρινοι στύλοι είναι διακοσμημένοι με περίτεχνα φύλλα ακάνθου τα οποία κάνουν αντίθεση με το ψηφιδωτό μωσαϊκό, που απεικονίζει μικρούς χρυσούς σταυρούς, περίτεχνα μοτίβα με λουλούδια, την άμπελο και διάσπαρτα πουλιά. Διαθέτει τοιχογραφίες του 13ου αιώνα, που απεικονίζουν τους 18 από τους 40 μάρτυρες της Σεβαστείας, που μαρτύρησαν επί αυτοκράτορα Λικινίου. Αν και κάποιο τμήμα τους καταστράφηκε, όταν ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί τον 15ο αιώνα, είναι αρκετά καλοδιατηρημένες.
Η Παναγία των Χαλκέων οικοδομήθηκε το 1028 και που είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο. Οφείλει την ονομασία της επειδή επί Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν εκεί πολλά χαλκωματάδικα. Σώζονται τοιχογραφίες, κυρίως στη δυτική πλευρά του. Η Αγία Αικατερίνη που χτίστηκε τον 14ου αιώνα σε ρυθμό σταυροειδούς τετρακίονου με τρούλο. Σώζονται στο εσωτερικό του ναού ίχνη τοιχογραφιών. Οι Άγιοι Απόστολοι χρονολογείται από τις αρχές του 14ου αιώνα και αποτελούσε καθολικό Μονής που ίδρυσε ο πατριάρχης Νήφων Α'. Πρόκειται για πεντάτρουλο ναό με νάρθηκα. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται σημαντικά ψηφιδωτά και τοιχογραφίες. Ο Άγιος Νικόλαος Ορφανός κτίστηκε το 14ο αιώνα ως καθολικό μονής και σώζονται τοιχογραφίες σε καλή κατάσταση. Ο Άγιος Παντελεήμων του 14ου αιώνα, που αποτελούσε παλιότερα καθολικό μονής. Κτήτοράς του ήταν ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ισαάκ. Είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος τετρακίονος με τρούλο. Διασώζονται λίγες τοιχογραφίες. Η Μονή Βλατάδων είναι καθολικό μονής και κτίστηκε το 14ο αιώνα από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Δωρόθεο Βλάτη. Από τον αρχικό ναό σώζεται μόνο το ιερό και ο κυρίως ναός. Ο Ναός του Σωτήρος οικοδομήθηκε γύρω στα 1340 ως ταφικό παρεκκλήσιο. Είναι τετράγωνος ναός με τρούλο. Διασώζονται τοιχογραφίες. Ο Όσιος Δαβίδ, που βρίσκεται στην Άνω Πόλη και χρονολογείται από τον 5ο αιώνα. Παλιά ήταν καθολικό της Μονής Λατόμου. Διαθέτει τοιχογραφίες και ένα σημαντικό ψηφιδωτό που παριστάνει το όραμα του Ιεζεκιήλ. Ο ναός του Προφήτη Ηλία κτίστηκε το 14ο αιώνα και ήταν καθολικό μονής. Διαθέτει τοιχογραφίες που δεν είναι σε καλή κατάσταση.
Βυζαντινά λουτρά
Το μοναδικό σωζόμενο βυζαντινό λουτρό βρίσκεται στην πλατεία Κουλέ Καφέ, στην Άνω Πόλη. Χρονολογείται από το 13ο αιώνα και είναι στεγασμένο με τρούλο και καμάρες.
Οθωμανική περίοδος-οχυρωματικά έργα
Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης δεσπόζει ο Λευκός Πύργος, που είναι το σύμβολο της πόλης. Στην αρχή ονομάζονταν Πύργος των Λεόντων, αργότερα ονομάστηκε Πύργος του Αίματος (Kanli Kule) (λόγω των βασανιστηρίων και των θανατικών εκτελέσεων) και τέλος επικράτησε το Λευκός Πύργος (Beyaz Kule), που προήλθε απο έναν Εβραίο κατάδικο ο οποίος ασβέστωσε τον Λευκό Πύργο για να κερδίσει την ελευθερία του.
Χτίστηκε μετά την άλωση της πόλης από τους Οθωμανούς (1430) και αποτελούσε μέρος της οχύρωσης της πόλης. Αρχιτέκτονας του όμορφου αυτού οικοδομήματος φαίνεται να είναι ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, με βάση την ομοιότητα με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα φρουράς των Γενιτσάρων και μετέπειτα φυλακή θανατοποινιτών και τόπος βασανιστηρίων. Ο πύργος είναι κυκλικός, έχει 6 ορόφους, 37 μέτρα ύψος και 70 μέτρα περίμετρο. Πήρε το προσωνύμιο «Πύργος του Αίματος» επειδή χρησιμοποιούνταν ως φυλάκιο για τη φρουρά και φυλακή (λειτουργούσε ως φυλακή για τους Γενίτσαρους). Σήμερα, λειτουργεί ως μουσείο και στα εκθέματά του περιλαμβάνονται ψηφιδωτά δαπέδου και τοίχου, κεραμικά, έργα υαλουργίας και μεταλλοτεχνίας, εικόνες, νομίσματα και επιγραφές. Κατά καιρούς έχουν φιλοξενηθεί και άλλες εκθέσεις σ’ αυτό το μουσείο-κόσμημα.
Πέρα από το Λευκό Πύργο, υπάρχει ένας ακόμα κυκλικός πύργος, ο Πύργος της Αλύσεως ή Πύργος του Τριγωνίου. Κοντά σε αυτόν υπάρχει συγκρότημα από επτά πύργους, το Επταπύργιο ή Γεντί Κουλέ, που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα. Στο κτηριακό συγκρότημα περιλαμβάνεται το βυζαντινό φρούριο και οι παλιές φυλακές, που καταργήθηκαν το 1984 και μεταφέρθηκαν αλλού το 1989.
Τζαμιά
Στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας δύο σωζόμενα μουσουλμανικά τεμένη, το Αλατζά Ιμαρέτ, που χτίστηκε το 1484 και το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που οικοδομήθηκε το 1467 και ανοικοδομήθηκε το 1620. Το πρώτο μιμείται τη βυζαντινή αρχιτεκτονική ως προς την τοιχοδομία και έλαβε το όνομά του επειδή κοντά στο τζαμί λειτουργούσε πτωχοκομείο (ιμαρέτ) και σήμερα χρησιμοποιείται από τη ΔΕΘ. Το Χαμζά Μπέη Τζαμί, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια στέγαζε διάφορα καταστήματα και κινηματογράφο, σήμερα βρίσκεται σε φάση συντήρησης και ανάδειξης ώστε να στεγάσει προσεχώς αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Ένα ακόμα σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου είναι το Γενί Τζαμί, που κτίστηκε το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli και χρησίμευε ως τόπος λατρείας για τους Εβραίους που είχαν εξισλαμιστεί, τους επονομαζόμενους ντονμέδες (Donmeh). Έχει δύο ορόφους και συμβαδίζει με την εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα. Μετά την απέλαση των Ντονμέδων (1924) στο κτήριο στεγάστηκε το νεοσύστατο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, έως ότου μεταφερθεί στο νέο του κτήριο στη Λεωφόρο Στρατού. Σήμερα χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος.
Τέλος στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά σώζεται και το τζαμί του Λεμπέτ, που χτίστηκε για τους εγκλείστους μουσουλμάνους στο στρατόπεδο. Το κτίριο τη δεκαετία του 1990 στα πλαίσια της διάνοιξης της οδού Λαγκαδά, μεταφέρθηκε βορειότερα κατά 12 με 15 μέτρα. Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 κατεδαφίστηκαν όλα τα τζαμιά της θεσσαλονίκης, ενώ το 1925 όλοι οι μιναρέδες στα πλαίσια του «εξευρωπαϊσμού» της πόλης.
Λουτρά
Το 1444 κτίστηκε το πρώτο οθωμανικό λουτρό στη Θεσσαλονίκη, το Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος) το οποίο είναι και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα. Το κτίριο αποκαταστάθηκε πρόσφατα από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και είναι επισκέψιμο. Άλλα σωζόμενα λουτρά της εποχής της Τουρκοκρατίας είναι το Πασά Χαμάμ, το Γιαχουντί Χαμάμ (Λουτρό των Εβραίων) στην περιοχή Λουλουδάδικα, αμφότερα του 16ου αιώνα, και το Γενί Χαμάμ.
Άλλα μνημεία της Οθωμανικής περιόδου
Αξίζει να αναφερθεί στα μνημεία της περιόδου και η σκεπαστή αγορά υφασμάτων Μπεζεστένι (bezesten), που χρονολογείται από τα τέλη του 15ου αιώνα. Είναι ένα από τα δύο σωζόμενα σήμερα μπεζεστένια στην Ελλάδα (το άλλο μπεζεστένι βρίσκεται στις Σέρρες και εκεί στεγάζεται το αρχαιολογικό μουσείο Σερρών). Το μπεζεστένι και σήμερα στεγάζει μικρά καταστήματα με υφάσματα.
Στη περιοχή Ντεπό, στα ανατολικά του Δήμου Θεσσαλονίκης και επί της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας βρίσκεται η τριόροφη Βίλα Αλλατίνι του 19ου αιώνα, ιδιοκτησίας των Εβραίων Θεσσαλονικέων βιομηχάνων Αλλατίνι, η οποία σήμερα αποτελεί την έδρα της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Το 1909 η Βίλα Αλλατίνι φιλοξένησε τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β' κατά τη διάρκεια της εξορίας του στη Θεσσαλονίκη έπειτα από το Κίνημα των Νεότουρκων στη Κωνσταντινούπολη.
Άλλο ένα δείγμα πολυτελούς οικίας της αντίστοιχης περιόδου, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, είναι η Βίλα Μπιάνκα, η οποία βρίσκεται και αυτή επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας. Η βίλα Μπιάνκα, η οποία αναπαλαιώθηκε στα πλαίσια της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης και χρησιμοποιείται σήμερα σαν ένας χώρος του δικτύου Βαλκανικών πόλεων, κατασκευάστηκε τον 19ο αιώνα με τον σκοπό να στεγάσει την εύπορη οικογένεια της Θεσσαλονίκης Diaz - Fernandes.
Σύγχρονα μνημεία
Η Θεσσαλονίκη έχει πληθώρα μουσείων και ιστορικών μνημείων για να επισκεφθείτε. Το καθένα από αυτά έχει να σας μάθει κάτι διαφορετικό και να σας ταξιδέψει πίσω στο χρόνο. Εκτός από τα ιστορικά μνημεία υπάρχουν και τα σύγχρονα μνημεία της Θεσσαλονίκης. Από αυτά, το πιο γνωστό είναι ο Πύργος του ΟΤΕ, έργο του αρχιτέκτονα Αθανασιάδη, στην είσοδο της ΔΕΘ. Κτίστηκε το 1969 για να στεγάσει το περίπτερο του ΟΤΕ. Η Helexpo αποτελεί συγκρότημα εκθεσιακών περιπτέρων και τα κτήρια ακολουθούν τις σύγχρονες τάσεις της αρχιτεκτονικής.
Επίσης, η Πλατεία Αριστοτέλους, που είναι η μεγαλύτερη πλατεία στην πόλη και μία από τις μεγαλύτερες κι ομορφότερες στην Ελλάδα. Εδώ γιορτάζονται όλα τα σημαντικά γεγονότα, όπως Χριστούγεννα, Πάσχα κ.α. Επίσης στην πλατεία γίνονται και οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι συναυλίες, τα φεστιβάλ και οι εκδηλώσεις. Η σημερινή της μορφή διαμορφώθηκε μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Ερνέστ Εμπράρ και βλέπει προς τη θάλασσα. Στον χώρο της πλατείας βρίσκονται μερικά ιστορικά κτίρια της πόλης, όπως το Ολύμπιον, που διεξάγετε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το δίδυμο κτίριο του Ξενοδοχείου Ηλέκτρα Παλάς. Επίσης, μερικά από τα καλύτερα βιβλιοπωλεία της πόλης και αρκετοί ραδιοφωνικοί σταθμοί βρίσκονται στην περίφημη πλατεία.
Στη Νέα Παραλία συναντούμε σε περίοπτη θέση τον ανδριάντα του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος ανεγέρθηκε το 1970 και στην Πλατεία Ελευθερίας υπάρχει το μνημείο του Ολοκαυτώματος των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Το 2011 ανεγέρθηκε ο αδριάντας του Κ. Καραμανλή στην παραλία της πόλης. Εκτός από την επίσκεψή σας στα αξιοθέατα, στα μουσεία και στα διάφορα μαγαζιά πρέπει οπωσδήποτε να κάνετε μια βόλτα και στις τοπικές ταβέρνες και ουζερί. Θα δοκιμάσετε ξεχωριστές γεύσεις όπως τα κοκόλικα (μικρά στρογγυλά σαν κεφτεδάκια), τσιρόνια με πράσα, χειροποίητο τραχανά και χυλοπίτες, λαγγίτες, γκολιού πίτα (παραδοσιακή κολοκυθόπιτα) και φυσικά τα φημισμένα τρίγωνα Πανοράματος και το τσουρέκι με τις διάφορες παραλλαγές του.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Βακαλόπουλου Απόστολου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ. Κυριακίδη, 1997, Θεσσαλονίκη.
Βακαλόπουλου Απόστολου, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, Εκδ. Βάνιας, 1992.
Βελένη Πολυξένη Αδάμ, Θεσσαλονίκη, νεράιδα, βασίλισσα, γοργόνα, Εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη, 2001.
Γλύκατζη-Αρβελέρ Ελένη, Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1999.
Γρηγορίου Εμμανουήλ, Έλληνες και Βούλγαροι, Θεσσαλονίκη, 1954.
Δάγκα Αλέξανδρου, Συμβολή στην έρευνα για την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης: Οικονομική δομή και κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, 1912-1940, Εκδόσεις ΕΕΘ, Θεσσαλονίκη, 1998.
Δημητριάδη Βασίλη, Η Θεσσαλονίκη κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου «Η Θεσσαλονίκη και ο Ευρύτερος Χώρος», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2005.
«ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ», «Ιστορια του Ελληνικου Εθνους», Αθήνα.
Ζακυθηνού Διονυσίου, Θεσσαλονίκη, Αι Βυζαντιναί Αθήναι του Βορρά, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 1985.
Κοτζαγεώργη Φωκίωνος, Η Οθωμανική Μακεδονία (τέλη ΙΔ'-τέλη ΙΖ' αιώνα), Η Οθωμανική κατάκτηση (Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα).
Κωτσιόπουλος Κ., Το κίνημα των Ζηλωτών στην Θεσσαλονίκη (1342-1349): Θεολογική και Κοινωνιολογική διερεύνηση, Θεσσαλονίκη, 1997.
Μεταλληνός Γεώργιος, Πρωτ., Ησυχαστές και Ζηλωτές - Πνευματική ακμή και κοινωνική κρίση στον Βυζαντινό 14ο αιώνα, Ελληνισμός Μαχόμενος, Eκδόσεις Τήνος, Αθήνα 1995.
Μεταξάς Ιωάννης, «Το Προσωπικό του Ημερολόγιο», Γκοβόστης.
Μικραγιαννάκη Ε.Ι., Το πολιτιστικό έργο του Κασσάνδρου, Αρχαία Μακεδονία ΙΙ, 1977.
Μόδης Γεώργιος, Αγώνες στη Μακεδονία, εκδόσεις: Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη, 1975.
Παπαγιαννόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ Ρέκος, 1983, Θεσσαλονίκη.
Παπάζογλου Αβραάμ, «Η Θεσσαλονίκη κατά τον Μάιο του 1821».
Εκδοτικός Οργανισμός «Πάπυρος», Ιστορία Εικονογραφημένη, Η διασκέδαση των Ελλήνων στα χρόνια της δουλείας.
Παρασκευόπουλου Λεωνίδα, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Εκδ. Καστανιώτη, 1999.
Πασχαλίδης Φώτιος, Η ιστορική πορεία και το έργο της ΦΑΑΘ, Η ΦΑΑΘ και ο Μακεδονικός Αγώνας (Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης).
Χριστοδούλου Χρίστου Κ., Μουσταφά Κεμάλ: Ο βίος και η πολιτεία του στη Θεσσαλονίκη, Εκδ. Εξάντας, 2007.
Mark Mazower, «Θεσσαλονίκη, Η πόλη των φαντασμάτων», Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2006.
M.Vitti, Η πολεοδομική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή της ως το Γαλέριο, Aρχαιολογική Eταιρεία, Αθήνα, 1996.
André Gerolymatos, The Balkan Wars, 2002, Basic Books.
Ioannis Touratsoglou, Die Münzstätte von Thessaloniki in der römischen Kaiserzeit, (32/31 v. Chr. bis 268 n. Chr.), Βερολίνο, 1988.
Getzel M. Cohen, The Hellenistic settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor.
Erich Stephen Gruen, The Hellenistic World and the coming of Rome, Berkeley, Los Angeles, and London: University of California Press, 1984.
Thomas Hartwell Horne, An Introduction to the Critical Study and Knowledge of the Holy Scriptures, 1825.
W. J. Conybeare, J. S. Howson, The Life and Epistles of St. Paul, 1987, Wm. B. Eerdmans Publishing.
Samuel N. C. Lieu, Dominic Montserrat, From Constantine to Julian: A Source History, 1996, Routledge.
Michael Angold, Church and Society in Byzantium Under the Comneni, 1081-1261, 1995, Cambridge University Press.
Cyril A. Mango, The Oxford History of Byzantium, 2002, Oxford University Press Κεφ. 10 Fragmentation (1204 – 1453) υπό Stephen W. Reinert.
George Finlay, The history of Greece from its conquest by the Crusaders to its conquest by the Turks, 1851, Εδιμβούργο.
John Meyendorff, St. Gregory Palamas and Orthodox Spirituality, 1974, St Vladimir's Seminary Press.
Sol Scharfstein, Understanding Jewish History 2, 1997, KTAV Publishing House.
George E. Berkley, Jews, 1997, Branden Books, Βοστόνη.
Eric R. Dursteler, Venetians in Constantinople: Nation, Identity, and Coexistence in the Early Modern Mediterranean, 2006, Johns Hopkins University Press.
Esther Benbassa, Aron Rodrigue, Sephardi Jewry: A History of the Judeo-Spanish Community, 14th-20th Centuries, 2000, University of California Press.
Sylvie Courtine-Denamy, The House of Jacob, 2003, Cornell University Press.
Richard Cooper Hall, The Balkan Wars, 1912-1913: Prelude to the First World War, 2000, Routledge.
Alex Penmann, Jewish Thessaloniki: «Madre de Israel’s» unsung requiem, Athens News, 22/07/2005.
Herbert Adams Gibbons, The New Map of Europe (1911-1914): The Story of the Recent European Diplomatic Crises and Wars, 1914, The Century Company.
Richard J. Crampton, A Concise History of Bulgaria, 1997, Cambridge University Press.
John Meyendorff, The Orthodox Church: Its Past and Its Role in the World Today, 1981, St Vladimir's Seminary Press.
Erik Jan Zurcher, The Unionist Factor: The Role of the Committee of Union and Progress in the Turkish Nationalist Movement 1905-1926, International Journal of Middle East Studies.
E. F. Knight, Turkey; the Awakening of Turkey; the Turkish Revolution Of 1908, 2002, Adamant Media Corporation.
M. Sukru Hanioglu, The Young Turks in Opposition (Studies in Middle Eastern History), 1995, Oxford University Press.
Jacob Gould Schurman, The Balkan Wars, 1912-1913, 2005, Cosimo Inc.
Charles and Barbara Jelavich, The Establishment of the Balkan National States, 1804-1920, 1986, University of Washington Press.
Pelham H. Box, Three Master Builders and Another: Studies in Modern Revolutionary and Liberal Statesmanship, 1925, Ayer Publishing.
David Stone Potter, The Roman Empire at Bay: Ad 180-395, 2004, Routledge.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου