17 Νοε 2008

Βλάσιος Πασκάλ (Blaise Pascal)

Υπάρχει μια πλατιά διαδεδομένη αντίληψη πως ο Χριστός και το Ευαγγέλιό Του είναι μονάχα για τους απλούς ανθρώπους, τους ταπεινούς, γι’ αυτούς που έχουν περιορισμένη σκέψη, για τους καημενούληδες, τους φτωχούληδες, για τους παρακατιανούς. Αλλά για τους δυνατούς, για τους μεγάλους, για τους αετούς είναι άχρηστα. Καλός είναι για τους κάτω, όχι όμως και για τους επάνω, για τα ισχυρά πνεύματα. Τι να τον κάνουν αυτοί το Χριστό, το Ευαγγέλιό Του, τη σωτηρία Του; Θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει σ’ αυτό το ψεύτικο και συκοφαντικό πνεύμα έναν τεράστιο κατάλογο πολλών ονομάτων δυνατών στο πνεύμα, που προσέφεραν πάρα πολλά στον κόσμο μας, στη σφαίρα της έρευνας, της διανόησης και των επιστημών, ονόματα σαν του Νεύτωνα, του Παστέρ, του Σβάιτσερ, του Φάρερ και τόσων άλλων. Βέβαια υπάρχουν πολλά διακεκριμένα πρόσωπα που αναγνώριζαν το Θεό και τη δράση Του μα δεν προχώρησαν μες στην περιοχή των αποκαλύψεών Του μέσω της Γραφής και δεν επεδίωξαν να συνάψουν μια ζωντανή σχέση πίστης μαζί Του. Τα πρόσωπα αυτά δεν μας ενδιαφέρουν και τόσο.
Ο Πασκάλ υπήρξε μια μορφή που γκρεμίζει όλα αυτά τα ψεύδη και τις συκοφαντίες αυτών των ανθρώπων κατά του Χριστού και του Ευαγγελίου Του. Ήταν άνθρωπος που από πολύ νωρίς κατέλαβε μια εντελώς ξεχωριστή θέση μέσα στον κλάδο των επιστημών, δηλαδή στα Μαθηματικά και στη Φυσική. Μα ταυτόχρονα υπήρξε μια μορφή που δε σταμάτησε σε μια εξωτερική παραδοχή και ομολογία του Θεού και των θαυμαστών Του πράξεων, μα προχώρησε πολύ περισσότερο, καθώς δεν αρκέστηκε στην αναγνώριση των θαυμαστών ενεργειών του Θεού μες στη φύση, αλλά προχώρησε και συνδέθηκε στενά με το Θεό της Βίβλου, στον Οποίον και αφιέρωσε ολόκληρη τη δύναμη και τη ζωή του. Είναι ένας άνθρωπος που έζησε μια ζωή πίστης, έζησε το Χριστό και το Ευαγγέλιό Του. Κάποτε στη ζωή του, όπως και ο απόστολος Παύλος, συνάντησε το Χριστό και δε δίστασε να θυσιάσει σ’ Αυτόν τα πάντα, ακόμα και την επιστημονική του καριέρα, στην οποία από μικρό παιδί είχε με επιτυχία επιδοθεί, μπροστά στην αγάπη και στην υπηρεσία του στο Ευαγγέλιο. Και αντί να ασχολείται με μαθηματικούς τύπους και με νόμους της φυσικής έκρινε πιο σπουδαίο να ζήσει και να φανερώσει το Χριστό στην εποχή του.
Ο Πασκάλ διακρίνεται σαν ένας άνθρωπος πίστης, αλλά κυρίως σαν ένας δυνατός απολογητής. Το βιβλίο του που λέγεται «Στοχασμοί», θεωρείται το σπουδαιότερο βιβλίο χριστιανικής απολογητικής αν και δεν πρόκειται για βιβλίο, αλλά για μια συλλογή σκόρπιων σημειώσεων και συλλογισμών που βρέθηκαν μετά το θάνατό του, και που η αδελφή του, η κ. Περιέ, ανέλαβε να συγκεντρώσει και να εκδώσει σε βιβλίο.
Πάρα πολλοί άνθρωποι και ανάμεσά τους δυνατά πνεύματα, έφτασαν στον Ιησού Χριστό περνώντας από το δρόμο του Πασκάλ, μέσω της δικής του διακονίας, της δικής του δυνατής μαρτυρίας.
Ο Πασκάλ ήταν Καθολικός, από γονείς Καθολικούς και μάλιστα μια αδελφή του ήταν μοναχή σε κάποιο μοναστήρι. Πλην όμως εδώ είναι το θαύμα που αξίζει μιας ιδιαίτερης έρευνας. Ο άνθρωπος αυτός ήταν πέρα για πέρα Βιβλικός. Έτσι μέσω της πίστης του και της μελέτης του στη Βίβλο, κατόρθωσε να βρεθεί έξω και πάνω από δόγματα, προσφέροντας σε ευρύτατες περιοχές τις αδογμάτιστες αλήθειές του για τη χάρη και τη σοφία του Θεού. Η μελέτη του στη Βίβλο τον οδήγησε να ασπαστεί τις απόψεις των Ιανσενιστών, που είχαν διωχτεί από την Καθολική Εκκλησία και ο ιδρυτής τους Κορνήλιος Ιάνσεν, επίσκοπος της Υπρ, είχε αφοριστεί. Οι Ιανσενιστές έδιναν μεγάλη σημασία στη Βίβλο, κατηγορούνταν ότι έγερναν προς τους Προτεστάντες κι είχαν επηρεαστεί από τις απόψεις του Αυγουστίνου, που κι αυτός είχε σαν βάση της πίστης του την Αγία Γραφή και τη θεία χάρη σαν βάση της σωτηρίας. Μάλιστα ο ιδρυτής του Ιανσενισμού είχε κάνει μια συλλογή από αποσπάσματα από το έργο του Αυγουστίνου, που δεν μπορούσε να την εκδώσει. Τα εξέδωσαν αργότερα οι διώκτες του οι Ιησουίτες καλόγεροι.
Στη ζωή του Πασκάλ διακρίνουμε τρεις περιόδους: Την περίοδο της ευσέβειάς του. Την περίοδο της επιστροφής του και την περίοδο της πλήρους αφιέρωσης.

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ
Ο Βλάσιος Πασκάλ γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1623 στο Κλερμόν-Φεράν της Γαλλίας. Οι γονείς του ήταν μικρο-ευγενείς, αλλά κάπως εύποροι. Ο πατέρας του, Ετιέν, ήταν εφοριακός, που τότε ήταν μια δουλειά πάρα πολύ αποδοτική. Η μητέρα του πέθανε πολύ νωρίς κι ο Βλάσιος Πασκάλ έμεινε υπό το άγρυπνο ενδιαφέρον του πατέρα του, που ήταν άνθρωπος ευσεβής και είχε τον πόθο να δώσει στο γιο του επιστημονική μόρφωση. Στον πόθο αυτόν του πατέρα ο γιος ανταποκρίθηκε πλήρως και μπορούμε να πούμε ότι ο Πασκάλ στη νεανική του ηλικία ήταν ένα από τα παιδιά εκείνα που σήμερα τα χαρακτηρίζουμε σαν παιδιά θαύματα. Δηλαδή ήταν ένα παιδί που παρουσίαζε πρώιμα ικανότητες ασυνήθιστες στη μελέτη της φυσικής και των μαθηματικών και ξεχώριζε αμέσως. Για το λόγο αυτό έγινε δεκτός στις επιστημονικές συγκεντρώσεις που οργάνωνε ο αβάς Μερσέν, ο οποίος είχε επικοινωνία με τους μεγαλύτερους ερευνητές της εποχής, όπως ήταν ο Γαλιλαίος, ο Εβαντζελίστα Τορικέλι, ο Πιερ ντε Φερμά και ο Ντεκάρ (Καρτέσιος). Σε ηλικία 11 μόλις ετών έγραψε μια μελέτη πάνω στα θέματα και στα προβλήματα του ήχου, που όμως χάθηκε. Σε ηλικία 13 ετών μόνος του έφτασε μέχρι το 32ο θεώρημα του Ευκλείδη. Σε ηλικία 17 ετών κατάρτισε την πρώτη του επιστημονική εργασία, ένα δοκίμιο, πάνω στις τομές των κώνων, με τίτλο «Δοκίμιο για τις κωνικές» (Essai sur les coniques, 1640) μια καθαρά μαθηματική μελέτη, που έδινε ένα τύπο με τον οποίον μπορούμε να προσδιορίζουμε τις διάφορες τομές των κώνων. Μέχρι και σήμερα ο τύπος αυτός εξακολουθεί να φέρει το όνομα του Πασκάλ και λέγεται «το μυστικό εξάγραμμο». Η εργασία αυτή προκάλεσε την προσοχή ακόμα και του ίδιου του Ντεκάρ (Καρτέσιου), που όταν του παρουσίασαν τον τύπο αυτόν και του είπαν ότι τον έβγαλε ένα παιδί 17 ετών, δε το αναγνώρισε ούτε το παραδέχτηκε ποτέ. Αρνήθηκε να δεχτεί κάτι τέτοιο.
Από το 1639 μέχρι το 1647 ο Πασκάλ έμεινε στη Ρουέν, όπου ο πατέρας του είχε διοριστεί σε σημαίνουσα θέση απ’ τον καρδινάλιο Ρισελιέ. Απ’ την περίοδο αυτή χρονολογούνται οι πιο σημαντικοί σταθμοί της επιστημονικής δραστηριότητας του Πασκάλ, την οποία εγκατέλειψε ολοκληρωτικά αργότερα: από τις έρευνες για το κενό, που απέβλεπαν στο να επαληθεύσουν και να αναπτύξουν τα πειράματα του Τορικέλι, μέχρι τις έρευνες για την ισορροπία των υγρών, την ατμοσφαιρική πίεση, τον υπολογισμό των πιθανοτήτων (1648-1653). Χρησιμοποίησε πορίσματα του Ιταλού φυσικού Τορικέλι, που αυτός προχώρησε και παρουσίασε ολοκληρωμένα. Για την προγραμματισμένη και ημιτελή «Πραγματεία για το κενό» έγραψε μια εισαγωγή (1647) που αποτελεί μια ρωμαλέα εξύμνηση της ελεύθερης πειραματικής έρευνας εναντίον της αρχής της αυθεντίας.
Δεν ήταν μόνο μαθηματικός και φυσικός. Ήταν ένα πολύπλευρο, πλούσιο, και ανήσυχο πνεύμα. Όταν το 1642 γύρισε από το Παρίσι στο πατρικό του σπίτι κι είδε τον πατέρα του να παιδεύεται πάνω σε μαθηματικούς υπολογισμούς, στρώθηκε να τον βοηθήσει και κατασκεύασε την πρώτη υπολογιστική μηχανή. Η κατασκευή της όμως θα κόστιζε πάρα πολύ για μπορεί να υλοποιηθεί. Αργότερα την τελειοποίησε και τη χάρισε στη Βασίλισσα της Σουηδίας. Από πολύ νωρίς φάνηκε η ιδιοφυία του Πασκάλ στη φυσική και στα μαθηματικά και αν ο πολύς ο κόσμος γνωρίζει το όνομά του αυτό οφείλεται στις μελέτες του και στα πορίσματά του, τα οποία έκανε μέχρις ηλικίας 22 ή το πολύ 25 ετών. Όλη του η φήμη ανάγεται μέσα σ’ αυτήν τη χρονική περίοδο.
Κληρονομημένη από τον πατέρα του είχε μια εσωτερική διάθεση ευσέβειας προς το Θεό. Αν και αυτή είναι ένα θαυμαστό στοιχείο, δεν είναι όμως το πλήρες αλλά το πρώτο σκαλοπάτι. Είναι αναντίρρητα ένα καλό ξεκίνημα. Υπάρχουν όμως τόσα άλλα, που ο Θεός χαρίζει και ο άνθρωπος με ταπείνωση θα πρέπει να δεχθεί. Παρά την ευσέβειά του ήταν γεμάτος αδυναμίες. Κάποτε ήρθε σε θέματα θεολογούμενα για τη χάρη του Θεού, σε διαφωνία με κάποιον και με μια επιθετικότητα απαράδεκτη και ανάρμοστη για άνθρωπο του Θεού τον πολέμησε και με μέσα όχι πάντοτε καθαρά. Διακρινόταν μάλλον για τον φανατισμό του στις πεποιθήσεις του και είχε μια αδυναμία που τον άφηνε να γλιστρά σε πονηριές.
Σταθμός στην περίοδο αυτή της ζωής του στάθηκε ένα περιστατικό, που του άνοιξε καινούργιους δρόμους. Το 1646 ο πατέρας του, που είχε τραυματιστεί στο πόδι από μια πτώση, νοσηλεύτηκε μέχρι την αποθεραπεία του από δυο ευγενείς που είχαν ασπαστεί τον Ιανσενισμό, τη μεταρρυθμιστική διδασκαλία του Φλαμανδού θεολόγου Κορνέλις Γιάνσεν. Οι Ιανσενιστές έδιναν ιδιαίτερη προσοχή στην εσωτερική τους ζωή και όχι στους εξωτερικούς τύπους. Δυο μήνες κάθισαν στο σπίτι. Οι άνθρωποι αυτοί του έκαναν πολύ μεγάλη εντύπωση. Η αγάπη τους, το ενδιαφέρον τους, και η θυσία τους! Πόση δύναμη δεν έχει η ζωή της αγάπης και της υπηρεσίας! Καθηλώνει τον άνθρωπο και τον αναγκάζει να μελετήσει και να ερευνήσει και να πάρει θέση απέναντι στη δύναμη του Θεού που αποκαλύπτεται στη ζωή των ανθρώπων. Πολύ σύντομα ο Ετιέν Πασκάλ και τα παιδιά του ασπάστηκαν τις θρησκευτικές και ηθικές ιδέες του αβαείου Πορ Ρουαγιάλ, που υπήρξε το κέντρο των οπαδών του Ιανσενισμού. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η μικρότερη αδελφή του Βλασίου, Ζακλίν, μπήκε αργότερα σε μοναστήρι. Αν και η επαφή του με τους ανθρώπους αυτούς του άνοιξε νέους ορίζοντες και του φανέρωσε πρωτόφαντες αλήθειες και καταστάσεις, ακόμα δεν είχε φτάσει στο σημείο που χρειαζόταν να στραφεί με αποφασιστική πίστη στο Θεό.
Όταν μεγάλωσε, ο πατέρας του τον έστειλε στο Παρίσι να προχωρήσει στις μελέτες του και στις έρευνές του κοντά στους καθηγητές της πόλης αυτής. Μα δυστυχώς στο σημείο αυτό τα πράγματα έμπλεξαν πολύ. Στο Παρίσι έπιασε σχέσεις με διάφορους ευγενείς και μικρο-ευγενείς και το αποτέλεσμα ήταν αυτός που μελετούσε τη Γραφή κι είχε θρησκευτικές συγκρούσεις και διαμάχες, το έριξε στην ασωτία, στη διαφθορά και στην ακολασία. Γρήγορα ξόδεψε όλα τα χρήματα που είχε και φορτώθηκε στενοχώριες και χρέη. Και δεν είναι μόνο αυτό. Έφθειρε άσχημα την υγεία του, που ποτέ δεν ήταν καλή. Μεγάλο μέρος της ζωής του ο Πασκάλ το πέρασε μέσα σε ασθένειες. Εκτός από αυτήν τη διαγωγή του υπάρχουν και άλλα περιστατικά που δείχνουν πως άλλο πράγμα είναι η ευσέβεια κι άλλο η επίσκεψη της χάρης του Θεού.
Το 1651 πέθανε οι πατέρας του, κι αυτός, ο άλλοτε ζηλωτής πάνω στα πνευματικά, δε δυσκολεύτηκε σε κληρονομικά θέματα να αδικήσει τις δυο αδελφές του, τη Ζακελίν, που ήταν κλεισμένη σε μοναστήρι, και την Περιέ. Πριν τον επισκεφτεί η σωτήρια χάρη του Θεού, έπρεπε να περάσει από καταστάσεις τέτοιες που θα του φανέρωναν την αθλιότητα του εαυτού του και την ανάγκη ταπείνωσης μπροστά στη χάρη του Θεού. Μεταξύ 1652 και 1654 ο Πασκάλ περνάει μια πιο κοσμική περίοδο και αναζητάει περισσότερο τις κοινωνικές επαφές. Το βέβαιο είναι ότι ο χειμώνας του 1653-1654 υπήρξε περίοδος σκληρής επιστημονικής εργασίας, της οποίας τα προϊόντα είναι μερικές από τις σπουδαιότερες επιστημονικές του εργασίες. Κατά την περίοδο αυτή εγκαταλείπει τελείως το Χριστιανισμό και επιδιώκει να βρει διαφορετική λύση του προβλήματος της ύπαρξης από αυτήν που δίνει ο Χριστιανισμός. Για το λόγο αυτόν επιδίδεται σε μια συστηματική μελέτη του Επίκτητου και του Μονταίν, αλλά δεν μένει ικανοποιημένος ούτε με τον ένα ούτε με τον άλλο. Όμως, άφησαν πάνω του πολλά ίχνη με τη δυνατή επιρροή που άσκησαν. Μέσα στα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί υπέρ του Χριστιανισμού, αργότερα, διακρίνουμε το πνεύμα και τη μεθοδολογία αυτών των σοφών. Στο σημείο αυτό τελειώνει η πρώτη περίοδος που ονομάσαμε «περίοδο της ευσέβειας». Αργότερα ο ίδιος, μιλώντας για τις κοσμικές απολαύσεις, σ’ έναν από τους στοχασμούς του, θα πει πως είναι αδύνατον οι απολαύσεις αυτές να συνταιριάξουν με την αλήθεια του Θεού.

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Η περίοδος αυτή αρχίζει με κάποιο περίεργο ξαφνικό γεγονός, που δεν έχει απόλυτα διασαφηνιστεί, αλλά εύκολα μπορεί να μαντεύσει κανείς. Μετά από δυο μήνες επίμονης αναζήτησης της ύπαρξης του Θεού, δοκιμάζει μια θρησκευτική έκσταση. Είναι κάτι που συνέβη τελείως ξαφνικά, καθώς ήταν μόνος στο δωμάτιό του, τη νύχτα της 23ης προς την 24η Νοεμβρίου 1654. Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία που να σφραγίζουν πέρα από κάθε αμφιβολία τι έγινε ακριβώς αυτή τη νύχτα. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι βίωσε μια απρόοπτη έκσταση, μια κεραυνοβόλα μυστικιστική κρίση. Σαν άτομα με χριστιανική εμπειρία μπορούμε να προσδιορίσουμε το περιεχόμενο της μεταστροφής αυτής. Απλά, τον επισκέφτηκε η χάρη και το έλεος του Θεού και ο Πασκάλ παραδόθηκε στον Ιησού Χριστό. Την εμπειρία της βραδιάς εκείνης την έφερε μαζί του σ’ όλη του τη ζωή. Ο ίδιος την περιγράφει μ’ ενθουσιώδη λυρισμό σ’ ένα κείμενο λίγων γραμμών, το Memorial, που βρέθηκε όταν πέθανε, ραμμένο στη φόδρα του κουστουμιού που φορούσε. Βέβαια δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποια ιδιαίτερα γεγονότα μεσολάβησαν και κάτω από ποιες συνθήκες έλαβε χώρα το σπουδαίο αυτό γεγονός στη ζωή του. Οι βιογράφοι του απορούν και δεν μπορούν να ερμηνεύσουν πώς ο άνθρωπος αυτός εγκατέλειψε τα πάντα, ακόμα και την επιστημονική του καριέρα για να στραφεί στον Χριστό. Πάρα πολλά είπανε και άλλα τόσα γράφτηκαν για να ερμηνεύσουν την αλλαγή του Πασκάλ, όπως έγινε και με τον Παύλο, που για να ερμηνεύσουν τη μεταστροφή του κατά την πορεία του προς τη Δαμασκό είπαν τα πιο αλλόκοτα πράγματα. Ο Ρενάν υποστηρίζει ότι έπαθε ηλίαση και πως μέσα στον πυρετό του τού φάνηκε ότι είδε το Χριστό. Το ίδιο επαναλήφθηκε και με τον Πασκάλ. Υποστήριξαν πως από τη μικρή του ηλικία ήταν τρομερά ευαίσθητος και το νευρικό του σύστημα ήταν πολύ αδύνατο. Κάποτε λοιπόν τα νεύρα του τεντώθηκαν, σπάσανε και αναγκάστηκε να το ρίξει στη θρησκεία και στα πράγματα του Θεού.
Άλλοι πάλι επικαλούνται κάποιο δυστύχημα ή παραλίγο δυστύχημα που συνέβηκε στον Πασκάλ. Περνούσε μια γέφυρα του Νεϊγύ και τότε κινδύνεψε η ζωή του. Ένοιωσε τότε κάποιο σοκ και αυτό στάθηκε το σημείο της μεταστροφής του. Δεν αποκλείεται σε κάποιο περιστατικό σαν αυτό που αναφέρουν οι βιογράφοι του να συνέβηκε κάτι και να είδε το παντοδύναμο χέρι της αγάπης του Θεού.
Άλλοι πάλι, αν και δεν είχε γεννηθεί ακόμα ο Φρόιντ, αποδίδουν τη μεταστροφή του στην ερωτική του ζωή. Ήταν, λένε, ανέραστος. Και όμως πώς είναι δυνατόν να ευσταθεί κάτι τέτοιο, τη στιγμή που ανάμεσα στα τόσα πολλά που έγραψε αυτός ο άνθρωπος, έγραψε και ένα βιβλίο περί έρωτα: «Διατριβή περί των ερωτικών παθών». Άλλοι πάλι ότι ήταν κυκλοθυμικός, νευρασθενικός.
Η εμπειρία αυτή σήμανε και την οριστική μεταστροφή του. Έτσι άρχισε η περίοδος της επιστροφής του Πασκάλ. Στις 7 Ιανουαρίου του 1655 παίρνει την απόφαση να αποσυρθεί και να απομονωθεί για ένα χρονικό διάστημα στο αβαείο του Πορ Ρουαγιάλ. Ήταν τότε ηλικίας 32 ετών μόνον, αλλά τα βάσανα τον είχαν γεράσει πρόωρα. Τα εγκαταλείπει πλέον όλα και όπως γράφει στους «Στοχασμούς» του, αναφερόμενος στο σημείο αυτό: «δεν είναι σωστό στον άνθρωπο να ασχολείται με έρευνες και μελέτες, όταν σοβαρότερες αποστολές και καθήκοντα των καλούν». Άρχισε να επισκέπτεται συχνά το αβαείο του Πορ Ρουαγιάλ, κέντρο περισυλλογής και στοχασμού για τους οπαδούς των νέων ιδεών, που ίδρυσε ο αβάς Σεν-Σιράν κοντά στις Βερσαλλίες, και να βρίσκεται ανάμεσα στους λαϊκούς (του ερημίτες) που περνούσαν περιόδους απομόνωσης, μελέτης και προσευχής. Η ανήσυχη και πολύ οξεία διάνοια του Πασκάλ, η υπερήφανη και ασυμβίβαστη προσωπικότητά του, η ουμανιστική πνευματική του συγκρότηση, εξηγούν τον τρόπο (άλλοτε εριστικό, άλλοτε ενθουσιώδη κι άλλοτε διαλλακτικό) με τον οποίον υποτάχθηκε στην πειθαρχία της ταπεινοφροσύνης, ακόμα και της πνευματικής, που διακήρυσσαν οι πνευματικοί του δάσκαλοι. Υποβλητική μαρτυρία του γεγονότος αυτού αποτελεί η «Συζήτηση με τον κύριο ντε Σάσι για τον Επίκτητο και τον Μονταίν», δηλαδή η έκθεση μιας συζήτησης στην οποία ο Πασκάλ προσπαθεί με μεγαλοφυή τρόπο να ενσωματώσει στη χριστιανική διδασκαλία το ηθικό δίδαγμα δύο διανοητών ξένων προς τη θρησκεία. Της ίδιας περιόδου είναι οι δύο σύντομες πραγματείες: «Το γεωμετρικό πνεύμα και η τέχνη του πείθειν» και «Προσευχή για να ζητήσουμε από τον Θεό την καλή χρήση των ασθενειών».
Η θρησκεία αντιπροσωπεύει πλέον για τον Πασκάλ την υπέρτατη εμπειρία. Μέλος του ιανσενικού κινήματος, στις τάξεις του οποίου υπήρχαν πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι, ο Πασκάλ ένιωσε με δραματικό τρόπο τα προβλήματα αγώνα και συνείδησης που έθετε η κατάσταση αυτή. Ο διωγμός όμως εναντίον τους είχε ξεσπάσει δυνατός κι ανέλαβε την υπεράσπισή τους. Η διαμάχη οξύνεται κατά τα τέλη του 1655, όταν οι Ιησουίτες αναλαμβάνουν σταυροφορία κατά του ηγέτη των Ιανσενιστών Αντουάν Αρνό και αξιώνουν να εκδιωχθεί από τη Σορβόννη. Ο Πασκάλ τελείως αυθόρμητα, αναλαμβάνει την υπεράσπιση του Αρνό εναντίον των Ιησουιτών. Έτσι του δίνεται η ευκαιρία να χρησιμοποιήσει τη διαλεκτική του δεινότητα και τη δύναμη μιας βαθιάς πεποίθησης στις «Επαρχιακές επιστολές». Από τις επιστολές αυτές, σε συμφωνία με την ομάδα του Πορ Ρουαγιάλ, εξέδωσε, μεταξύ 23ης Ιανουαρίου 1656 κι 24ης Μαρτίου 1657, δεκαοκτώ επιστολές, πολλές φορές μάλιστα με ψευδώνυμο, γιατί δεν είχε το θάρρος. Οι επιστολές του αυτές, που θεωρούνται αριστουργήματα της γαλλικής πεζογραφίας, αποτέλεσαν το πρώτο του χρονικά βιβλίο. Με το προκάλυμμα μιας ανταλλαγής διευκρινήσεων πάνω στις συζητήσεις που διεξάγονταν μεταξύ των θεολόγων, ο Πασκάλ τολμούσε να διασαφηνίσει τις συγκεχυμένες εκφράσεις κατά τρόπο προσιτό στους μη μυημένους, υπό το φως της απλής λογικής και της υπόμνησης των Γραφών. Έδειχνε έτσι ότι η αντίθεση αφορούσε τον ηθικό τομέα περισσότερο παρά τον δογματικό. Περνούσε στην αντεπίθεση καταγγέλλοντας και γελοιοποιώντας τη χαλαρή ηθική που διακήρυτταν οι Ιησουίτες, οι κυριότεροι αντίπαλοι των Ιανσενιστών, σκιαγραφώντας έναν τρόπο άμυνας των θέσεων του Πορ Ρουαγιάλ. Με το πολεμικό πάθος του, την καθαρότητα της επιχειρηματολογίας του, τη διαύγεια της πρόζας του, που τη ζωντανεύουν διάλογοι ζωηρότητας σατιρικής διάθεσης, οι «Επαρχιακές επιστολές», ή αλλιώς «Επαρχιακά» (Les provinciales), επέσυραν την καταδίκη του παπικού Index. Ωστόσο, συνάντησαν την άμεση επιδοκιμασία του καλλιεργημένου κοινού, που ενδιαφερόταν περισσότερο ή λιγότερο για τη θρησκευτική διαμάχη, ενώ αποτελούν επίσης ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά έργα του αιώνα.
Το 1657 ο Πασκάλ άρχισε να εργάζεται στην «Απολογία της χριστιανικής θρησκείας» (Apologie de la religion chrétienne) και τον επόμενο χρόνο εξέθεσε το σχέδιο της στον κύκλο του. Επρόκειτο για μια μεγάλη λογική προσπάθεια για να αποδείξει (ξεκινώντας από τα επιχειρήματα στα οποία μπορούσε να είναι ευαίσθητος κάποιος που δεν είχε εγκολπωθεί τη θρησκευτική πίστη) την αλήθεια της θρησκείας και ιδιαίτερα της χριστιανικής. Συγχρόνως ήταν μια ένθερμη έκκληση στην πίστη, στην ασκητική ζωή και στην αποκάλυψη.
Η περίοδος αυτή της ζωής του συνεχίζεται κυρίως με πολέμους υπερασπιζόμενος τους Ιανσενιστές μέχρι το 1660. Και τότε αρχίζει η τρίτη περίοδος.

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΦΙΕΡΩΣΗΣ
Στην τρίτη και τελευταία αυτή περίοδο της ζωής του βλέπουμε έναν Πασκάλ τόσο διαφορετικό. Είναι πλέον ολοκληρωμένος. Εγκαταλείπει τελείως κάθε επιστημονική ενασχόληση και κάθε οικογενειακή σχέση. Εγκαταλείπει τελείως τα εγκόσμια. Θεωρεί όλους τους ανθρώπους αδελφούς του και δεν αναγνωρίζει δεσμούς σάρκας κι αίματος. Τα 4 τελευταία έτη της ζωής του λέγεται ότι τα διέθεσε αποκλειστικά σε έργα φιλανθρωπίας και σε ένα αυστηρό ασκητισμό. Όλη του την περιουσία τη διανέμει στους πτωχούς. Έτσι έμεινε χωρίς χρήματα και πόρους. Η υγεία του είναι πεσμένη πολύ. Είναι γνωστό, ότι η τελευταία του ασθένεια χρονολογείτο από το 1658, και όσο προχωρούσε τόσο αυξάνονταν και οι πόνοι, ιδίως του κεφαλιού. Ο ίδιος είχε αδυνατίσει σε μεγάλο βαθμό, είχε εξαϋλωθεί πριν ακόμα πεθάνει. Τον Ιούνιο του 1662 παραχωρεί το σπίτι του σε μια φτωχή οικογένεια που πάσχει από ευλογιά, ενώ ο ίδιος μεταφέρεται στο σπίτι της αδελφής του, από το οποίο και δεν βγήκε παρά μόνον νεκρός. Περνάει όλο το χρόνο μελετώντας και μιλώντας για την αγάπη του Θεού και συγκεντρώνοντας τους περίφημους «Στοχασμούς» για τον εκδότη του. Αυτός ήταν ο μεγάλος πόθος της καρδιάς του, που όμως δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει. Η επιδείνωση της αρρώστιας του (που τον οδήγησε στον πρόωρο θάνατό του) τον εμπόδισε να ολοκληρώσει το έργο του. Κατά το τελευταίο έτος της ζωής του είχε εγκαταλείψει τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα και είχε επιδοθεί στο να ετοιμάσει τον εαυτό του για το θάνατο. Τώρα πια είναι πράος, γλυκός, ανεκτικός κι όχι μαχητικός όπως ήταν. Δε δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το σώμα του και για την υγεία του. Στις 19 Αυγούστου του 1662 καταλήφθηκε από σπασμούς, εν μέσω των οποίων και εξέπνευσε, αμέσως μόλις κοινώνησε. Η μεταθανάτια νεκροψία αποκάλυψε όχι μόνο σοβαρές διαταραχές του στομάχου κι άλλων οργάνων του σώματος, αλλά και σοβαρή βλάβη του εγκεφάλου.
Στα πολυάριθμα αποσπάσματα, γνωστά με τον τίτλο «Στοχασμοί» (Pensées), η θρησκεία εμφανίζεται ως η πιο συνεπής λύση στο ανθρώπινο πρόβλημα: όχι μόνο στη βάση του περίφημου επιχειρήματος του στοιχήματος, προσαρμοσμένου στον υπολογισμό των πιθανοτήτων («αξίζει να παραμελούμε τα επίγεια αγαθά, που είναι σίγουρα αλλά περιορισμένα, για την επιδίωξη του υπεργήινου αγαθού, που είναι αντικείμενο πίστης και ελπίδας, αλλά άπειρο»), αλλά ξεκινώντας από τις πολύπλοκες αντιφάσεις της ανθρώπινης υπόστασης («αθλιότητα και μεγαλείο του ανθρώπου») τόσο σαν ύπαρξη όσο και σαν γνώση. Αντιφάσεις που μόνο τα δόγματα του χριστιανισμού (ιδιαίτερα για το προπατορικό αμάρτημα) θα κατόρθωναν να εξηγήσουν και να συμβιβάσουν. Αν παραβλέψει κανείς τον απολογητικό τόνο, η περιγραφή του αδυσώπητα συμπτωματικού χαρακτήρα της ανθρώπινης εμπειρίας είναι αναμφίβολα η πιο μοντέρνα και υποβλητική πλευρά της φιλοσοφικής σκέψης του Πασκάλ, που εκφράζεται σε αγωνιώδη παράδοξα, σε αποσπάσματα πολύ τολμηρού στιλιζαρίσματος.
Η εκστρατεία κατά του Ιανσενισμού έλαβε χαρακτήρα αληθινού διωγμού. Απέναντι στις επιβουλές της Εκκλησίας, ο Πασκάλ, βαθιά τραυματισμένος στη θρησκευτική του συνείδηση, κράτησε μια στάση ακόμα πιο αδιάλλακτη από αυτήν του κύκλου του Πορ Ρουαγιάλ. Και για λόγους σκοπιμότητας, η έκδοση των «Στοχασμών», που επιμελήθηκαν εκείνοι, 8 χρόνια μετά το θάνατό του (1669-1670), παρουσίαζε ένα κείμενο ευρύτατα εκκαθαρισμένο από τα μέρη που μπορούσαν να προσφερθούν σε μια νέα όξυνση της διαμάχης. Το κείμενο αυτό το ακολούθησαν διαδοχικές εκδόσεις ώσπου (1844), με υπόδειξη του Βικτόρ Κουζέν, έγινε μια πλήρης έκδοση.
Το έργο του Πασκάλ, εκτός του ότι περιλαμβάνει δυο κείμενα θεμελιώδη στη ιστορία της γαλλικής φιλολογίας και της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, αποτελεί μια πνευματική εμπειρία εξαιρετικά πλούσια και δραματική. Η σκέψη του τροφοδότησε ένα ρεύμα της νεότερης θρησκευτικής ευαισθησίας και (κοντά στη σκέψη του Κίρκεργκορ, του Ντοστογιέφσκι και του Νίτσε) βρήκε την κατάλληλη απήχηση στους υπαρξιστές φιλοσόφους.
Τον Πασκάλ τον γνωρίζουμε κυρίως απ’ το συγγραφικό του έργο, ιδιαίτερα από τις «Επιστολές» του και πιο πολύ από τους «Στοχασμούς» του, που γνώρισαν αμέτρητες εκδόσεις σε όλο τον κόσμο. Από αυτούς τους «Στοχασμούς» θα μεταφέρουμε μερικά σημεία σε ελεύθερη απόδοση.

ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΣΤΟΧΑΣΜΟΥΣ»
- Ο άνθρωπος είναι ένα σύνολο από αντιθέσεις, που οφείλονται από τη μια μεριά στη θεία καταγωγή του κι από την άλλη στη κατάπτωσή του εξαιτίας της αμαρτίας. Είναι γεμάτος μικρότητα, αλλά και μεγαλείο. Γεμάτος δυστυχία, μα και ευτυχία. Δεσπότης των πάντων, και σκουλήκι της γης. Φορέας αληθειών και οχετός αβεβαιοτήτων. Είναι η δόξα, μα και η ατιμία του Σύμπαντος. Είναι χιμαιρικός και χαοτικός. Όλες αυτές οι αντιθέσεις αίρονται δια του Ιησού Χριστού.
- Τα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης εξηγούνται μόνο δια του υπερφυσικού χαρακτήρα του ανθρώπου.
- Το μεγαλείο του ανθρώπου οφείλεται στο Θεό. Η κατάπτωσή του στον Αδάμ. Η σωτηρία του στον Χριστό.
- Ο άνθρωπος είναι ένα δράμα σε τρεις πράξεις. Δημιουργία, πτώση, απολύτρωση.
- Η ανθρώπινη φύση θέτει προβλήματα που μόνον η αποκάλυψη του Θεού μπορεί να τα διαφωτίσει. Χωρίς την αποκάλυψη του Θεού, ο άνθρωπος παραμένει ανεξήγητος και για τον ίδιο τον εαυτό του.
- Υπάρχει γνώση του νου και γνώση της καρδιάς. Μονάχα η γνώση της καρδιάς μπορεί να μας φέρει στο θεό. Ο νους του ανθρώπου δε μπορεί να γνωρίσει το Θεό.
- Είναι δυνατόν ο άνθρωπος υπό την επήρεια ορισμένων επιχειρημάτων να πειστεί περί του Θεού. Μα μόλις ξεφύγει από αυτήν την επήρεια ξαναγυρίζει πάλι στην αμφιβολία.
- Μόνο δια της καρδιάς ο άνθρωπος φτάνει στην πίστη και δια της πίστης στο Θεό.
- Η καρδιά του ανθρώπου έχει καταπληκτική ικανότητα των θείων πραγμάτων.
- Σκοπός της ανθρώπινης εκζήτησης δεν πρέπει να είναι η γνώση, αλλά η σωτηρία.
- Μόνον ο Θεός μπορεί να κάνει κατανοητό τον άνθρωπο στον εαυτό του.
- Στους λόγους και στα επιχειρήματα των σοφών που αγωνίζονται να αποδείξουν την ύπαρξη του Θεού, προτιμά ο Πασκάλ να αντιτάξει την πίστη των απλών ανθρώπων.
- Η χριστιανική θρησκεία ανταποκρίνεται πλήρως στο δράμα του ανθρώπου.
- Ο άνθρωπος μέσα του συναντά το εγώ του, που θέλει να γίνει το κέντρο του κόσμου. Αυτό τον φέρνει σε σύγκρουση με τους άλλους ανθρώπους που το εγώ τους επιδιώκει τον ίδιο σκοπό.
- Απ’ αυτό το εγώ, που τόσο θαυμάζει ο άνθρωπος και στο οποίο θυσιάζει τα πάντα, θέλει να ξεφύγει. Δεν τολμά να μείνει μόνος μαζί του. Όταν ο άνθρωπος βρίσκεται μόνος του με το εγώ του, καταλαμβάνεται από ανία. Η φυγή από αυτή γίνεται με την ψυχαγωγία, που μπορεί να είναι συζήτηση, ανάγνωση, κυνήγι και οτιδήποτε άλλο. Η ψυχαγωγία είναι χειρότερη από την ανία. Και τούτο γιατί απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό.
- Έτσι ο άνθρωπος πέφτει από τον εαυτό του στα πράγματα και από τα πράγματα στον εαυτό του, χωρίς να μπορεί να συναντήσει την ευτυχία που βρίσκεται μόνο στο Θεό και όχι στον εαυτό του ή στα πράγματα του κόσμου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: