4 Νοε 2012

Κέρκυρα - Η πύλη της Εσπερίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Δεν μοιάζει με καμιά άλλη ελληνική πόλη. Πιο πολύ θυμίζει παλιά ιταλική λουτρόπολη. Στην πραγματικότητα είναι ένα μεταίχμιο. Η αφετηρία και η πύλη της Εσπερίας, ή της Ανατολής, ανάλογα από πού έρχεστε. Στην Κέρκυρα μπορείτε να φτάσετε αεροπορικώς. Αλλά ειδικά την πρώτη φορά που θα την επισκεφτείτε (γιατί σίγουρα θα ακολουθήσουν κι άλλες, όπως έγινε και με μένα), καλό είναι να πάτε με το πλοίο. Αφήνοντας πίσω σας την Ηγουμενίτσα, μόλις αντικρίσετε το Παλιό Φρούριο, τα Μουράγια και το Καμπιέλο, την πιο παλιά γειτονιά της πόλης, η αίσθηση ότι σε λιγότερο από 1,5 ώρα περνάτε σε άλλη χώρα είναι διάχυτη.
Στην Κέρκυρα μπορείτε να έρθετε το καλοκαίρι ή το Πάσχα, όπως κάνουν όλοι. Όμως, κάτι θα χάσετε από τη μοναδική της ατμόσφαιρα. Το καλοκαίρι, οι ορδές των μεθυσμένων Βορειοευρωπαίων εφήβων την αλλοιώνουν, δεν συνάδουν με την αρχοντιά και τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της, έστω κι αν οι παρεκτροπές τους γίνονται έξω από την πόλη. Το Πάσχα είναι μια ξεχωριστή ιστορία. Πράγματι, το Πάσχα στην Κέρκυρα είναι μοναδικό, αλλά η μεγάλη κοσμοσυρροή μπορεί να σας φανεί κουραστική. Ακόμα κι έτσι, η πραγματική ομορφιά βρίσκεται στην Εβδομάδα των Παθών και στις εξαιρετικές φιλαρμονικές που παιανίζουν τα σπουδαιότερα πένθιμα αριστουργήματα της δυτικής μουσικής. Η έκρηξη χαράς, το σπάσιμο των μπότηδων, ταιριάζει στον αλέγρο χαρακτήρα των Κερκυραίων.
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ
Δεν ξέρω γιατί, αλλά παρά την πολυχρωμία των κτιρίων της, η Κέρκυρα μού φαίνεται μια μελαγχολική πόλη, που βρίσκει τον εαυτό της, όταν αρχίζουν τα μπουρίνια του φθινοπώρου. Η συννεφιά, η βροχή και η καθόλου σπάνια ομίχλη της ταιριάζουν. Ίσως γιατί τα χρώματά της αναδεικνύονται πιο πολύ σ’ ένα γκρίζο φόντο, ίσως γιατί γίνονται πιο κορεσμένα όταν ποτιστούν με το νερό της βροχής. Η λάμψη της πόλης φρεσκάρεται μετά από μια καλή μπόρα. Κέρκυρα και υγρασία πάνε χέρι-χέρι, κάτι που το βλέπετε στους τοίχους όπου φυτρώνει πρασινάδα.
Είναι ένα συγκεκριμένο είδος συννεφιάς, αυτό που συνοδεύει τέλεια την πόλη, οι ντόπιοι το λένε «παβιονάδα». Μια πυκνή ομπρέλα που σκεπάζει όλο τον ουρανό και αφήνει ανοιχτή μόνο μια ζώνη, λίγο πάνω από τον ορίζοντα. Αν ανεβείτε στο Παλαιό Φρούριο, στον φάρο, νωρίς το πρωί, τότε που ο ήλιος είναι ακόμα σ’ αυτήν την ανοιχτή ζώνη και κάνει τα κτίρια να αστράφτουν κάτω από τον βαρύ ουρανό, τότε θα έχετε την πιο χαρακτηριστική και αξέχαστη εικόνα της παλιάς πόλης. Τότε θα δικαιώσετε την UNESCO που την ανακήρυξε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Εδώ, στο Παλαιό Φρούριο, ξεκινάει η ιστορία της παλιάς πόλης τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Της «νέας» πόλης, συγκεκριμένα, γιατί η αρχαία, η Παλαιόπολη, βρισκόταν στη χερσόνησο του Κανονιού, ανάμεσα στον κόλπο της Γαρίτσας και τη λιμνοθάλασσα Χαλκιοπούλου, εκεί που σήμερα είναι αυτό που μοιάζει με προάστιο της «νέας» πόλης. Τον 6ο μ.Χ. αιώνα, λοιπόν, η πόλη μεταφέρεται από την Παλαιόπολη, στη χερσόνησο όπου βρίσκεται σήμερα το Παλαιό Φρούριο κι η οποία ακόμα ενωνόταν με το υπόλοιπο νησί. Η Contra Fossa (η υγρή τάφρος), το κανάλι όπου σήμερα δένουν τα ψαροκάικα, ανοίχτηκε πολύ αργότερα από τους Ενετούς για αμυντικούς λόγους. Η πρώτη οχύρωση στη χερσόνησο αυτή έγινε από τους Βυζαντινούς και για πολλούς αιώνες το Φρούριο ταυτιζόταν με την πόλη. Εξαιτίας δύο λόφων (κορυφών), οι Βυζαντινοί ονόμασαν την πόλη Κορυφώ ή Κορυφές (ή Κορφοί για τους απλούς Κερκυραίους). Από εκεί προέρχεται και το Corfu, που τυπωμένο σε τουριστικά μπλουζάκια και καρτ-ποστάλ μοιάζει ξενικό, αλλά δεν είναι. Η πόλη άρχισε να ασφυκτιά μέσα στα όρια του Φρουρίου και τον 14ο αιώνα, στα χρόνια των Ανδεγαυών (από τη Σικελία), άρχισε να εξαπλώνεται έξω από τα τείχη, στη σημερινή Σπιανάδα και στο Καμπιέλο, στην περιοχή που τότε λεγόταν Ξωπόλι. Συνεπώς, κάπου εκεί πρέπει να τοποθετήσουμε την αρχή της παλιάς πόλης, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΕΛΚΥΣΤΙΝΔΑ
Γενικά, η ιστορία της Κέρκυρας είναι ένα μεγάλο μπέρδεμα, που φανερώνεται σε κάθε βήμα στο Παλαιό Φρούριο. Σ’ ένα κάστρο που άρχισε να χτίζεται από τους Βυζαντινούς τον 6ο αιώνα και ολοκληρώθηκε από τους Βρετανούς τον 19ο αιώνα, άφησαν ίχνη όλοι οι ενδιάμεσοι, οι Ανδεγαυοί, οι Ενετοί (κυρίως αυτοί), οι Γάλλοι και οι Ρώσοι (πέρασαν και αυτοί από εδώ). Το άκρον άωτον της σύγχυσης: Ένας ναός αρχαιοελληνικού, δωρικού ρυθμού, χτισμένος από τους Εγγλέζους, σήμερα είναι ο ορθόδοξος ναός του Αγίου Γεωργίου.
Πριν περάσετε τη γέφυρα που οδηγεί στην καρδιά της παλιάς πόλης, τη Σπιανάδα και το Λιστόν, ακολουθήστε το τούνελ που οδηγεί στο λιμάνι του φρουρίου, το Μανδράκι, και απολαύστε τον καφέ με την ησυχία σας, γιατί οι εκπλήξεις και η άκρως γοητευτική σύγχυση σάς περιμένουν κι από την άλλη πλευρά της Contra Fossa.
Τι πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από το ίδιο το «σήμα κατατεθέν» της πόλης, το Λιστόν. Ένας δρόμος φτιαγμένος από Γάλλους, συγκεκριμένα από τον μηχανικό Lesseps (πατέρα του Lesseps που διάνοιξε τη Διώρυγα του Σουέζ), στα πρότυπα της παρισινής Rue de Rivoli, με εγγλέζικα κτίρια και βενετσιάνικο όνομα. «Λιστόν» σημαίνει «λίστα», που στη βενετσιάνικη διάλεκτο σημαίνει τον μεγάλο, ίσιο δρόμο. Κατά μια άλλη εκδοχή, το όνομα προέρχεται από τη λίστα των ευγενών που είχαν το δικαίωμα να κάνουν τον περίπατό τους εκεί, αφήνοντας απέξω την «πλέμπα», τον λαουτζίκο, τους ποπολάρους. Όλα αυτά μέχρι που έκαναν την εμφάνισή τους οι Γάλλοι στις αρχές του 19ου αιώνα, οι οποίοι, εμπνευσμένοι από τα ιδεώδη της φρέσκιας ακόμα δημοκρατίας, έκαψαν το «Libro d’ Oro».
Άλλο παράδειγμα είναι η Σπιανάδα, η πιο μεγάλη πλατεία των Βαλκανίων, η οποία δημιουργήθηκε όταν οι Ενετοί γκρέμισαν 2.500 σπίτια στο Ξωπόλι, για καλύτερη επιτήρηση του χώρου. Οι Γάλλοι τη δεντροφύτεψαν, οι Εγγλέζοι έφτιαξαν το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου στη μια άκρη, στην άλλη ένα κυκλικό περιστύλιο ιωνικού ρυθμού (που οι ντόπιοι το αποκαλούν «στέρνα»), προς τιμή του πρώτου Άγγλου αρμοστή Sir Thomas Maitland και τέλος, οι Έλληνες έφτιαξαν ένα πολύ βολικό πάρκινγκ.
Η ΕΠΙΡΡΟΗ ΞΕΝΩΝ ΛΑΩΝ
Όλους όσοι πέρασαν από το νησί τούς πολέμησαν οι Κερκυραίοι, αντιστάθηκαν αλλά και επηρεάστηκαν από αυτούς. Όχι μόνον από αυτούς αλλά και από τους κατατρεγμένους, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιους και Κρητικούς, που έτρεχαν για να ξεφύγουν από τον Οθωμανικό ζυγό, από τους ορθόδοξους της Κάτω Ιταλίας, που ασφυκτιούσαν από τον επεκτατισμό του καθολικισμού, και από τους Εβραίους που έφυγαν από την Ισπανία κυνηγημένοι από τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα. Αλλά κυρίως επηρεάστηκαν από τους Άγγλους κι ακόμα πιο πολύ από τους Ενετούς. Από τους πρώτους πήραν το αυστηρό πρωτόκολλο στις κοσμικές εμφανίσεις τους, το «tea time», την καλλιέργεια του κουμ κουάτ (μέσω Κίνας), τη τζιτζιμπίρα και το κρίκετ (άθλημα της αγγλικής αριστοκρατίας), που το παίζουν σε χώρο ειδικά διαμορφωμένο στη Σπιανάδα.
Από τους Ενετούς κληρονόμησαν τις φιοριτούρες και τις ρεβεράντζες, πάμπολλες λέξεις που ελαφρώς «μεταποιημένες» ακούγονται ακόμα στο καθημερινό λεξιλόγιό τους και πάνω απ’ όλα την αγάπη τους για τη μουσική, το θέατρο και τις καλές τέχνες. Ήδη από το 1720, η πρώην Στοά των Ευγενών (Loggia Nobili) μετατράπηκε σε θέατρο San Giacomo (σημερινό Δημαρχείο), όπου ανέβηκαν εντυπωσιακές παραστάσεις ιταλικού μελοδράματος.
Η αγάπη τους για τη μουσική πέρασε και στη χαρακτηριστική κελαρυστή και τραγουδιστή προφορά τους. Ακόμα και μια βρισιά από στόμα Κερκυραίου (κάτι σπάνιο λόγω της φυσικής τους ευγένειας) φτάνει στα αυτιά σαν ηχητική θωπεία. Δεν γίνεται να διαπληκτιστείς μαζί τους.
Πιο πολύ και από αυτούς που πέρασαν από το νησί, την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία των Κερκυραίων σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες, καθόρισαν αυτοί που δεν πέρασαν, δηλαδή οι Τούρκοι. Η Κέρκυρα αποτέλεσε για τη Μεσόγειο ό,τι η Βιέννη για την ηπειρωτική Ευρώπη, το τελευταίο προπύργιο της Δύσης, την τελευταία γραμμή άμυνας. Με δύο ισχυρά φρούρια, το Παλαιό και το Νέο, στις δύο άκρες της πόλης, να ενώνονται με τείχη και να την περιβάλλουν, άντεξαν δύο φορές την πολιορκία των Τούρκων. Τζαμί δεν χτίστηκε, μιναρές δεν υψώθηκε, μουεζίνης δεν ακούστηκε στην πόλη της Κέρκυρας. Πάντοτε, αντί για τον αμανέ, προτιμούσαν την όπερα και την καντάδα, ποτέ δεν χρειάστηκε ο σμυρναίικος διαχωρισμός σε «καφέ αμάν» και «καφέ σαντάν», πάντοτε ήταν «Ευρωπαίοι», γι’ αυτό και συχνά κοιτούν με ελαφρά υπεροψία εμάς τους υπόλοιπους Έλληνες και τα «ανατολίτικα» κουσούρια μας.
ΟΙ ΚΕΡΚΥΡΑΙΟΙ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ
Χωρίς κανείς να αμφισβητεί το εθνικό φρόνημα των Κερκυραίων (που άλλωστε με την καρδιά τους πανηγύρισαν την Ένωση με την Ελλάδα, το 1864), είναι στιγμές που διακρίνεις στο συλλογικό υποσυνείδητό τους, μια νοσταλγία για τα χρόνια τα παλιά, για τους Ενετούς, τους Γάλλους και τους Άγγλους. Είναι μια νοσταλγία του αναγεννησιακού κλίματος που η υπόλοιπη, ηπειρωτική Ελλάδα δεν πρόλαβε ποτέ να δοκιμάσει. Όμως, η γλώσσα και η θρησκεία είναι πάνω από τα εντυπωσιακά κτίρια και τους εκλεπτυσμένους τρόπους που τους άφησαν κληρονομιά οι Ευρωπαίοι. Ειδικά η θρησκεία και ειδικότερα η ιδιαίτερη σχέση που έχουν με τον Άγιο Σπυρίδωνα, στον οποίο προσεύχονται. Ο όρκος στον Άγιο έχει μεγαλύτερη ισχύ από κάθε όρκο «στη ζωή μου», «στη ζωή της μάνας μου», «στο σταυρό που σου κάνω».
Είναι χαρακτηριστικό ότι κάθε χρόνο πραγματοποιούνται 4 λιτανείες με περιφορά του σκηνώματος του «Αϊ-Σπυρίδωνα», με συνοδεία φιλαρμονικών. Τον υπόλοιπο χρόνο ο Άγιος αναπαύεται στην επιχρυσωμένη λάρνακά του. Δεν λείπουν και στο θέμα της θρησκείας οι κερκυραϊκές «ιδιορρυθμίες». Στη λειτουργία θα ακούσετε συχνά πολυφωνικές χορωδίες να συνοδεύονται από εκκλησιαστικό όργανο κατά τα δυτικά πρότυπα. Κάποιοι μητροπολίτες, που κατάγονται από άλλα μέρη της Ελλάδας, προσπάθησαν να τους επαναφέρουν στον «ορθό» δρόμο του βυζαντινοπρεπούς τυπικού, αλλά δεν τα κατάφεραν. Γιατί, αν κάτι δεν μπορείς να αφαιρέσεις από τους Κερκυραίους, αυτό είναι η μουσική, η κοσμική «θρησκεία» τους.
ΣΤΑ ΚΑΝΤΟΥΝΙΑ
Πολύ πιθανόν, ο ήχος κάποιας φιλαρμονικής που κάνει πρόβα θα συνοδεύει τον περίπατό σας στη Κέρκυρα. Στα στενά καντούνια, όπου το ιδιωτικό και το δημόσιο συγχέονται και όπου τα πλυμένα βγαίνουν στη φόρα με τη μορφή μιας μπουγάδας απλωμένης από παράθυρο σε παράθυρο, θα απολαύσετε τον μοναδικό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα της πόλης.
Οι παλιές βενετσιάνικες πολυκατοικίες καλά κρατούν κι ομορφαίνουν ακόμα πιο πολύ όσο το πέρασμα του χρόνου αφήνει τα σημάδια του. Ιδιαίτερα στοιχεία, όπως οι τοξοστοιχίες (τα «βόλτα», όπως τα λένε οι ντόπιοι), τα πορτόνια, τα φουρούσια στα πέτρινα μπαλκόνια, τα σιδερένια κάγκελα σε πόρτες και παράθυρα του ισογείου, οι διακοσμητικές ταινίες που χωρίζουν τους ορόφους, δεν αφήνουν το βλέμμα σας να ξαποστάσει.
Είτε διασχίσετε εγκάρσια την παλιά πόλη, ξεκινώντας από το Λιστόν και φτάνοντας στη Σπηλιά και το Νέο Φρούριο, με ενδιάμεσο σταθμό την πλατεία Δημαρχείου, είτε κινηθείτε παραλιακά, ξεκινώντας από το ανάκτορο των Μιχαήλ και Γεωργίου, περνώντας διαδοχικά από το Φαληράκι και τα Μουράγια, με παράκαμψη στην Παναγιά την Αντιβουνιώτισσα και το βενετσιάνικο πηγάδι στο Καμπιέλο, καταλήγοντας στο Παλιό Λιμάνι, κάθε εικόνα της Κέρκυρας είναι μια καρτ ποστάλ, αλλά κι ένα ανοιχτό βιβλίο Ιστορίας. Εδώ το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, λίγο πιο κάτω το πρώτο Πανεπιστήμιο της Ελλάδας, παρακάτω το σπίτι του Καποδίστρια και αριστερά πιο κάτω το σπίτι που έζησε ο Σολωμός. Η Κέρκυρα δεν αποκαλύπτεται ποτέ ολοκληρωτικά στα μάτια του επισκέπτη.
ΤΟ ΚΑΝΟΝΙ
Μια επίσκεψη στην πόλη δεν θεωρείται πλήρης αν δεν φτάσετε μέχρι το Κανόνι. Περνώντας απ’ τον γραφικό κόλπο της Γαρίτσας (το αρχαίο λιμάνι του Αλκίνοου), μπαίνετε στη Παλαιόπολη. Σε κάποιο σημείο δεξιά, βλέπετε την παλαιοχριστιανική εκκλησία, γνωστή κι ως «Αγία Κέρκυρα» και απέναντι την είσοδο για το κατάφυτο κτήμα του Μον Ρεπό, του παλιού θερινού ανακτόρου. Εκεί τριγύρω βρίσκονται τα ερείπια αρχαίου δωρικού ναού, αλλά και η περίφημη πηγή του Καρδακίου, όπου μπορείτε να ξεδιψάσετε.
Όταν πια φτάσετε στο Κανόνι, θα έχετε μπροστά σας την πιο χαρακτηριστική και πολυφωτογραφημένη εικόνα του νησιού, με το μοναστήρι της Παναγίας των Βλαχερνών και το Ποντικονήσι στα πόδια σας. Δεξιά, εκτείνεται η λιμνοθάλασσα Χαλικιοπούλου (το αρχαίο Υλαϊκό λιμάνι), που τέμνεται από τον διάδρομο προσγείωσης του διεθνούς αεροδρομίου. Σ’ αυτόν τον σημαντικό υγρότοπο, σπάνια ερπετά, θηλαστικά κι αποδημητικά πουλιά, παραδόξως, φαίνεται να συνυπάρχουν αρμονικά με τα τεράστια μεταλλικά «πτηνά» που καταφτάνουν στο αεροδρόμιο.
Λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα, στο γραφικό χωριό Γαστούρι, σας περιμένει ένα ακόμα παλάτι, το Αχίλλειο, που συνδέθηκε με τη «θλιμμένη πριγκίπισσα» Σίσι. Όμως, φτάνοντας εκεί, έχουμε πια περάσει στην όμορφη ύπαιθρο, με τα εντυπωσιακά χωριά και την οργιώδη φύση.
ΦΡΟΥΡΙΑ
ΠΑΛΑΙΟ ΦΡΟΥΡΙΟ
Το Παλαιό Φρούριο, γνωστό και ως Φορτέτσα, βρίσκεται σε μια νησίδα ανατολικά από τη Σπιανάδα, που ελέγχει περισκοπικά το θαλάσσιο πέρασμα και χωρίζεται από την πόλη με υδάτινη τάφρο, την Contra Fossa (150 μ. μήκος, 10-15 μ. πλάτος). Η επικοινωνία με την πόλη γίνεται με μια σιδερένια γέφυρα μήκους 60 μ., που παλιά ήταν ξύλινη και κινητή.
Απέναντι από την Contra Fossa προβάλλει επιβλητικό το αμυντικό μέτωπο με τους δύο πενταγωνικούς προμαχώνες Martinego (αριστερά) και Savorgnan (δεξιά) κι η μεγαλοπρεπής κύρια είσοδος του Φρουρίου, στο κέντρο του τείχους (cortina). Κατά την είσοδο στο εσωτερικό του φρουρίου εντυπωσιάζει η καλοδιατηρημένη κι επιβλητική παλιά ξύλινη καρφωτή πόρτα με τις σχισμές που περνούσαν οι αλυσίδες για την ανάρτηση της κινητής γέφυρας. Η διαμόρφωση αυτή αποτελεί έργο του Μ. Sanmichelli, ενός από τους καλύτερους αρχιτέκτονες και θεωρητικούς του αμυντικού συστήματος των προμαχώνων της εποχής της Αναγέννησης.
Η βραχώδης χερσόνησος άρχισε να κατοικείται μετά την καταστροφή της αρχαίας πόλης (Παλαιόπολη) τον 6ο αιώνα μ.Χ. Το μεγαλύτερο μέρος των οχυρώσεων που βλέπουμε σήμερα άρχισε με τους Ενετούς το 1546 κι ολοκληρώθηκε το 1588, μετά την αποτυχημένη επιδρομή των Τούρκων το 1537. Είχε 4 πύλες και δύο κορυφές απ’ τις οποίες το νησί ονομάστηκε Κορυφώ. Η πρώτη κορυφή (51 μ.) χτίστηκε από τους Βυζαντινούς και λεγόταν «Castell del Mar», γνωστή και ως «Castell Vecchio», ενώ η δεύτερη κορυφή (65 μ.) χτίστηκε από τους Ενετούς και λεγόταν «Castell di Terra», γνωστή κι ως «Castell Nuovo».
Οι Ενετοί στο εσωτερικό έχτισαν φυλακές, αποθήκες, καθώς και νέα κτίρια για τους στρατιώτες, τους ευγενείς και τους πολιτικούς. Παράλληλα με την εξωτερική θαλάσσια τάφρο, υπάρχει μετά και ξηρά τάφρος πλάτους 22 μ., που γεφυρώνεται με λίθινη τοξωτή γέφυρα (1603 μ.Χ.), από όπου ξεκινάει το τοίχωμα του κυρίως Φρουρίου. Στη θέση αυτή σήμερα βρίσκεται ένα επίμηκες επιβλητικό κτίσμα με πλινθοδομή της αγγλικής περιόδου (στρατώνες) και η πρόσβαση στους υπόλοιπους χώρους γίνεται μέσω 3 θολωτών διαδρόμων που διαμορφώνονται στη βάση του κτίσματος.
Σήμερα, μπορείτε να δείτε ανέπαφες τις επιβλητικές βενετσιάνικες οχυρώσεις, που συγκρατούν σε τρία διαμορφωμένα επίπεδα τα μεταγενέστερα, λιτά και ογκώδη κτίρια της αγγλικής περιόδου, το ρολόι-πύργος, τον ιδιόμορφο νεοκλασικό ναό του Αγίου Γεωργίου, που χτίστηκε το 1840, τους στρατώνες, την ενετική φυλακή και το ενετικό λιμάνι «Μανδράκι», που χρησιμοποιείται σήμερα από τη Λέσχη Ιστιοπλοΐας.
ΝΕΟ ΦΡΟΥΡΙΟ
Γνωστό και ως φρούριο του Αγίου Μάρκου, υψώνεται δυτικά της παλιάς πόλης, ανάμεσα στο παλιό και το νέο λιμάνι. Βρίσκεται στην κορυφή ενός τεχνητού λόφου, που δημιουργήθηκε με το άνοιγμα περιμετρικών ορυγμάτων και τη συσσώρευση των υλικών που προέκυψαν. Κατασκευάστηκε από τον Francisci Vitelli μεταξύ 1570 και 1645, και στην εντυπωσιακή του είσοδο διακρίνεται ο λέων του Αγίου Μάρκου.
Μικρότερο και αρκετά διαφορετικό από το Παλαιό Φρούριο, ξεχωρίζει για τις γωνίες του, τη γραμμική του κατασκευή και το πυκνό δίκτυο από σήραγγες. Είναι το φρούριο που δέχτηκε και απέκρουσε με επιτυχία τη δεύτερη επίθεση του τουρκικού στρατού στην Κέρκυρα. Η λύση της πολιορκίας, στις 11 Αυγούστου 1716, σήμανε το τέλος των τουρκικών βλέψεων για επέκταση προς τη Δύση. Αποτελείται από δύο μεγάλους, δίδυμους προμαχώνες και θεωρείται θαύμα φρουριακής αρχιτεκτονικής. Από την είσοδο και μέχρι το ανώτατο οχυρωματικό επίπεδο, τον προμαχώνα των Επτά Ανέμων, η περιήγηση εξελίσσεται σε έδαφος αρκετά ανηφορικό, μέσα από στοές και θολωτά περάσματα σε πλούσια εναλλαγή με υπαίθριες διελεύσεις. Από την κορυφή του Νέου Φρουρίου έχετε καταπληκτική πανοραμική θέα της παλιάς πόλης και του Παλαιού Φρουρίου.
Λίγο χαμηλότερα του προμαχώνα, βρίσκεται το επιβλητικό πέτρινο κτίσμα της Αγγλοκρατίας, που άλλοτε ήταν στρατώνας και σήμερα φιλοξενεί πολιτιστικές δραστηριότητες, διαθέτοντας χώρους, εκθέσεων και συγκεντρώσεων, το Μουσείο Κεραμικής Τέχνης, πωλητήριο εκδοτικού υλικού (βιβλία, γκραβούρες) και δημοτικό αναψυκτήριο. Στον υπαίθριο χώρο του κτιρίου οργανώνονται συχνά το καλοκαίρι μουσικές, θεατρικές και λαογραφικές εκδηλώσεις. Το ανέβασμα στον προμαχώνα, σε υψόμετρο 55 μ. από τη θάλασσα και η περιήγηση στον σκάρπωνα, περνώντας ανάμεσα από φρουριακές κατασκευές (πυροβολεία, αποθήκες πυρομαχικών, δεξαμενές νερού, υπόγειες στοές) ολοκληρώνουν την εικόνα του σημαντικού αυτού οχυρωματικού έργου, που μαρτυρεί για όλες τις αμυντικές μεθόδους και τις οικοδομικές τεχνικές της εποχής του.
ΕΝΕΤΙΚΟΣ ΝΑΥΣΤΑΘΜΟΣ
Στο ιστορικό χωριό των Γουβιών, στο τέρμα της τεράστιας υπερσύγχρονης μαρίνας, βρίσκεται ο ενετικός ναύσταθμος. Στα Γουβιά αποβιβάστηκε ο τουρκικός στρατός για πρώτη φορά στις 29 Αυγούστου 1537 υπό τις διαταγές του Χουρεϊντίν Μπαρμπαρόσα. Οι Τούρκοι, αφού κατέστρεψαν ό,τι βρήκαν στην περιοχή της Μέσης Κέρκυρας, κατευθύνθηκαν προς την πόλη και πολιόρκησαν ανεπιτυχώς το Παλαιό Φρούριο. Και τη δεύτερη φορά που επιτέθηκαν στην Κέρκυρα, σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, το 1716, αποβιβάστηκαν στο ίδιο σημείο. Μετά την απόκρουση της επίθεσης, οι Ενετοί αποφάσισαν να οχυρώσουν τη θέση, κατασκευάζοντας τον Ναύσταθμο, ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1778.
ΠΑΛΑΤΙΑ
ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Το παλάτι χτισμένο σε γεωργιανό αρχιτεκτονικό ύφος (δημοφιλές στη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου), βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Σπιανάδας. Χτίστηκε από τον πρώτο Άγγλο αρμοστή Sir Thomas Maitland, σε σχέδια του Sir George Whitemore και η κατασκευή του άρχισε το 1819 κι ολοκληρώθηκε το 1823. Χτίστηκε για να χρησιμοποιηθεί ως επίσημη κατοικία του εκάστοτε Άγγλου αρμοστή, στη διάρκεια της αγγλικής κυριαρχίας. Αργότερα, εδώ ήταν η έδρα του ομώνυμου μοναστικού Τάγματος, που ιδρύθηκε το 1818 από διακεκριμένους βρετανούς υπαλλήλους. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε πέτρα Μάλτας.
Πήρε το όνομά του από τις δύο αψιδωτές πύλες που το πλαισιώνουν, αυτή του Αρχάγγελου Μιχαήλ και αυτή του Αγίου Γεωργίου. Στην πρόσοψή του ξεχωρίζει η δωρική κιονοστοιχία (από 32 κίονες) που διακόπτεται από δύο μεγαλοπρεπείς πύλες με μορφή θριαμβευτικού τόξου και καμπυλώνεται στα άκρα της (οριοθετώντας το βόρειο άκρο της Σπιανάδας). Το κεντρικό, τμήμα πάνω από το γείσο, διακοσμείται με ανάγλυφες παραστάσεις των 7 νησιών του Ιονίου και στη μέση το κέρας της Αμάλθειας (αγγλικό σύμβολο), έργα του Κερκυραίου γλύπτη Προσαλέντη. Μεταξύ 1864 και 1913 χρησιμοποιήθηκε ως θερινή κατοικία της ελληνικής βασιλικής οικογένειας.
Στο εσωτερικό του ξεχωρίζουν τρεις αίθουσες, του θρόνου, των συμποσίων και του χορού. Οι τοίχοι και οι οροφές των κυρίων αιθουσών έχουν πλούσιο διάκοσμο ανάγλυφο και ζωγραφικό και είναι διακοσμημένοι με μυθολογικές παραστάσεις του Προσαλέντη. Υπάρχουν επίσης πολυτελή πολυέλαιοι και στα παράθυρα εκτίθενται τα μετάλλια του Αγίου Μιχαήλ και Γεωργίου. Μετά την ένωση με την Ελλάδα (1864) χρησιμοποιήθηκε ως Βασιλικό Ανάκτορο. Στους όμορφα διακοσμημένα κήπους, κυριαρχεί το άγαλμα του Άγγλου ύπατου αρμοστή Φ. Άνταμς. Σήμερα, φιλοξενεί το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, τη Δημοτική Πινακοθήκη και την Η' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
ΜΟΝ ΡΕΠΟ
Βρίσκεται στο λόφο της Ανάληψης, στη χερσόνησο του Κανονιού, στην περιοχή που καταλάμβανε η αρχαία πόλη της Κέρκυρας, η Παλαιόπολη, περίπου 3 χλμ. νότια της πρωτεύουσας. Είναι χτισμένο στην καρδιά ενός κατάφυτου κτήματος. Το νεοκλασικό οίκημα, με το δωρικό περιστύλιο, σχεδιάστηκε κατά πάσα πιθανότητα από τον αρχιτέκτονα Γιάννη Χρόνη και χτίστηκε το 1831, για να γίνει θερινή κατοικία του Άγγλου αρμοστή Frederic Adam (σύμφωνα με φήμες της εποχής, χτίστηκε για χάρη της Κερκυραίας αγαπημένης του Adam).
Το 1864 παραχωρήθηκε ως θερινό ανάκτορο στην ελληνική βασιλική οικογένεια και έγινε πια γνωστό ως Μον Ρεπό (Mon Repos), ονομασία που χρησιμοποιούσαν οι Τσάροι για τα θερινά τους ανάκτορα στην Αγία Πετρούπολη. Στο κτήμα σώζονται ερείπια αρχαίου ελληνικού ναού, αφιερωμένου στην Ακραία Ήρα. Στην περιοχή γύρω από το Μον Ρεπό, έγιναν δύο ανακαλύψεις: το 1822 ο ναός του Ασκληπιού (6ος αιώνας π.Χ.), και το 1912-1914 ο βωμός της Αρτέμιδος (7ος αιώνας π.Χ.). Στις αίθουσες του παλατιού φιλοξενείται παράρτημα του Αρχαιολογικού Μουσείου. Το Μον Ρεπό ήταν αντικείμενο δικαστικής διαμάχης ανάμεσα στο ελληνικό δημόσιο και τον έκπτωτο μονάρχη, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οπότε το κτήμα πέρασε στη δικαιοδοσία του Δήμου Κερκυραίων. Στο Μον Ρεπό μπορεί κανείς να δει μια όμορφη θέα από το λόφο της Ανάληψης, τα ερείπια της αρχαίας πόλης και τη βασιλική της Παλαιόπολης. Η παραλία του Μον Ρεπό είναι υπέροχη και προσελκύει πολλούς τουρίστες το καλοκαίρι.
ΑΧΙΛΛΕΙΟ
Βρίσκεται 10 χλμ. ΝΔ της Κέρκυρας σε μια κατάφυτη πλαγιά, πάνω από το χωριό Γαστούρι. Το θρυλικό ανάκτορο χτίστηκε μεταξύ 1884 και 1891, ως ησυχαστήριο της Αυτοκράτειρας της Αυστρίας Ελισάβετ (Σίσι), της γνωστής «θλιμμένης πριγκίπισσας», που την ενσάρκωσε με επιτυχία στον κινηματογράφο η Romy Schneider. Το ανάκτορο σχεδιάστηκε από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Rafaele Carito και χτίστηκε στο αρχιτεκτονικό ύφος της Πομπηίας, αν και περιλαμβάνει στοιχεία από ιωνική, ρωμαϊκή και αιολική τεχνοτροπία.
Πήρε το όνομά του από τα δύο αγάλματα του Αχιλλέα, που βρίσκονται στους περίφημους κήπους του, αλλά και από την πασίγνωστη ελαιογραφία «Ο θρίαμβος του Αχιλλέα». Εξαιρετική είναι η νωπογραφία που κοσμεί το ταβάνι του ισογείου, έργο του Τοσκανέζου ζωγράφου Giuseppe Callope, που αναπαριστά με αλληγορικό τρόπο τις 4 εποχές. Μετά το θάνατο της Σίσι το 1898, το Αχίλλειο δεν κατοικήθηκε για 9 χρόνια, μέχρι την αγορά του από τον Γερμανό Κάιζερ Βίλχελμ Β', ο οποίος πραγματοποίησε αρκετές αλλαγές και προσθήκες μέσα και έξω από το παλάτι. Αφαίρεσε δύο αγάλματα του Αχιλλέα, έχτισε ένα κτίριο, που το ονόμασε τη Βουλή των Ιπποτών, για να στεγάσει το τάγμα του, και αναδιάταξε τους κήπους.
Στη διάρκεια των Παγκοσμίων Πολέμων, το παλάτι χρησιμοποιήθηκε ως νοσοκομείο και αρχηγείο. Το ανάκτορο περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο, μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μια βόλτα στις αίθουσες και στους κήπους του, θυμίζει επίσκεψη σε γκαλερί, με έργα τέχνης αφιερωμένα στην ελληνική μυθολογία, για την οποία έτρεφε μεγάλη αγάπη η «θλιμμένη πριγκίπισσα».
Μέσα στο παλάτι, μπορείτε να θαυμάσετε όμορφα έργα ζωγραφικής από Ιταλούς κι Αυστριακούς ζωγράφους. Πολύ εντυπωσιακά είναι τα έργα ζωγραφικής του Άγγελου Γιαλινά, ζωγράφου από την Κέρκυρα. Η πιο αξιόλογη τοιχογραφία είναι η τοιχογραφία του θαλάμου υποδοχής που δείχνει τον Αχιλλέα να σέρνει το νεκρό σώμα του Έκτορα, μπροστά από το τείχος της Τροίας. Στις αίθουσες, μπορείτε να θαυμάσετε τα προσωπικά αντικείμενα της Ελισάβετ κι έπιπλα του Γερμανού Κάιζερ, κοσμήματα κλπ. Υπάρχουν και εκθέματα με αγάλματα που αναπαριστάνουν ήρωες από την αρχαία ελληνική ιστορία και μυθολογία, καθώς και πορτρέτα και γλάστρες.
Η διακόσμηση του Καθολικού παρεκκλησίου που στεγάζεται στο παλάτι έχει επίσης ιδιαίτερη ομορφιά. Διάσπαρτα ανάμεσα στους όμορφα διακοσμημένους κήπους και τα σιντριβάνια στέκονται τα αγάλματα των εννέα Μουσών και διαφόρων αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, όπως κι ένα μεγάλο άγαλμα του Αχιλλέα που δημιουργήθηκε το 1909 από τον Γερμανό γλύπτη Γκοτζ, με εντολή του αυτοκράτορα Βίλχελμ Β'. Το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα είναι το άγαλμα του «Αχιλλέα θνήσκοντα» που το έφτιαξε ο Γερμανός γλύπτης Γουσταύος Χέρτερ. Ένα άλλο κτίριο στο Αχίλλειο χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει τους αμαξάδες, τις άμαξες και τα άλογα.
ΜΟΥΣΕΙΑ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Εγκαινιάστηκε το 1967 και στεγάζεται σ’ ένα όμορφο κτίριο στην οδό Βράιλα, πολύ κοντά στην παραλιακή εθνική οδό της Γαρίτσας. Εδώ βρίσκονται τα πιο σημαντικά ευρήματα από ολόκληρη την Κέρκυρα, που καλύπτουν όλο το χρονικό φάσμα από την προϊστορία, μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια.
Το πιο εντυπωσιακό έκθεμα είναι το δυτικό αέτωμα της Γοργούς (17 μ. πλάτος, 3,2 μ. ύψος) και τμήμα του ναού της Αρτέμιδος (590-580 π.Χ.), κατασκευασμένο από Κορίνθιο καλλιτέχνη. Το παλαιότερο ελληνικό αέτωμα, που υπάρχει ακόμα, παριστάνει τη φτερωτή Γοργώ, περιτριγυρισμένη από φίδια, τα δύο παιδιά της Πήγασο και Χρυσάωρα (που σύμφωνα με το μύθο, γεννήθηκαν από το αίμα της, μετά τον αποκεφαλισμό της από τον Περσέα) και δύο λιοντάρια, πάνθηρες, ενώ στα πλάγια μπορείτε να δείτε παραστάσεις από τις μάχες των Τιτάνων. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, το αέτωμα είχε έντονα χρώματα, ενώ η Γοργώ ήταν συνδεδεμένη με την Άρτεμη, θεά που προστάτευε τα ζώα και τα θηρία.
Ένα άλλο έκθεμα είναι μέρος του αριστερού αρχαϊκού αετώματος (500 π.Χ.) που βρέθηκε κατά την ανασκαφή στη θέση του Φιγκαρέτο, και παριστάνει μια σκηνή από Βακχικό συμπόσιο. Μπορείτε να θαυμάσετε επίσης τα ευρήματα της νεολιθικής εποχής, από το Σιδάρι, που περιλαμβάνουν αγγεία, σκεύη και το κεφάλι ενός αρχαϊκού λιονταριού από το ναό της Ήρας (7ος αιώνας π.Χ.), που ανακαλύφθηκε κοντά στο άγαλμα του Μενεκράτη, καθώς και ένα μαυροκίτρινος νιπτήρας από την Αττική (6ος αιώνας π.Χ.).
Μεταξύ άλλων, υπάρχουν αξιόλογα ευρήματα από τους τάφους της Γαρίτσας (7ος-6ος αιώνας π.Χ.), το Ναό των Ρόδων (5ος αιώνας π.Χ.), το Ναό της Αρτέμιδος στο Κανόνι (480 π.Χ.) και το ναό του Πανόρπιου Απόλλωνα.
Αγαλματίδια αρχαίας χειροτεχνίας, αντικείμενα από χαλκό και ελεφαντόδοντο, μια επιτύμβια πλάκα που εξαίρει τον αρχαίο ήρωα Αρνία, τη στήλη του Ξέμπαρου (6ος αιώνας π.Χ.) και κέρματα (με σημαντικότερο αυτό που απεικονίζει αγελάδα), που κυκλοφόρησαν μετά την απελευθέρωση της Κέρκυρας από τους Κορίνθιους.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Ένα από τα πιο ιδιαίτερα μουσεία, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης και έχει συμπληρώσει πάνω από 80 χρόνια ζωής. Φιλοξενείται στο επιβλητικό Ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, και η συλλογή του περιλαμβάνει έργα τέχνης, αντικείμενα θρησκευτικού ενδιαφέροντος, είδη γραφής, όπλα κ.ά., από την Κίνα, την Ιαπωνία, το Νεπάλ, την Ινδία, το Θιβέτ, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Το περισσότερα εκθέματα προέρχονται από δωρεά του διπλωμάτη Γρ. Μάνου, ο οποίος το 1919 χάρισε τη συλλογή του από 10.000 αντικείμενα κινέζικης και ιαπωνικής τέχνης στο ελληνικό κράτος.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΣΥΛΛΟΓΗ
Φιλοξενείται σε αίθουσες δίπλα στην κεντρική πύλη του Παλαιού Φρουρίου και περιλαμβάνει εκθέματα από τη βυζαντινή συλλογή του Μουσείου Ασιατικής Τέχνης. Τα περισσότερα από τα εκθέματα, κυρίως ψηφιδωτά και γλυπτά, προέρχονται από την παλαιοχριστιανική βασιλική της Παλαιόπολης («Αγία Κέρκυρα»), στην περιοχή όπου βρισκόταν το κέντρο της αρχαίας πόλης. Εκτίθενται επίσης γλυπτά του 10ου-13ου αιώνα από διάφορα βυζαντινά μνημεία του νησιού, καθώς και αρκετές αποτοιχισμένες τοιχογραφίες που καλύπτουν το χρονικό διάστημα από τον 11ο μέχρι τον 17ο αιώνα.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΝΤΙΒΟΥΝΙΩΤΙΣΣΑΣ
Το μουσείο φιλοξενείται μέσα σ’ ένα από τα παλαιότερα και πλουσιότερα εκκλησιαστικά μνημεία της Κέρκυρας. Η Παναγία (Κυρά) Αντιβουνιώτισσα, χτίστηκε πιθανότατα στα τέλη του 15ου αιώνα, και άρχισε να λειτουργεί ξανά το 1994, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών αναστήλωσης του ναού. Είναι μια μονόχωρη, ξυλόστεγη βασιλική που διασώζει άθικτη την ιδιαιτερότητα του κερκυραϊκού ναού της εποχής, την ύπαρξη δηλαδή του εξωνάρθηκα που περιβάλλει το ναό από τις τρεις πλευρές. Στην ανατολική πλευρά υπάρχει αίθριο, στο νότιο τοίχο του οποίου συμφύεται το κωδωνοστάσιο. Ο ναός εσωτερικά είναι ιδιαίτερα υποβλητικός με ψηλά στασίδια, ζωγραφιστή «ταπετσαρία» στους τοίχους και ουρανία με επίχρυσα ξυλόγλυπτα θέματα. Το τέμπλο είναι λίθινο όπως λίθινες είναι και οι πλάκες του δαπέδου του κυρίως ναού όπως και των εξωναρθήκων, όπου οι περισσότερες είναι επιτάφιες με εγχάρακτα ή ανάγλυφα ονόματα και οικόσημα ευγενών, μεγάλων πρωτοπαπάδων αλλά και γενικότερα σημαντικών προσώπων της Κέρκυρας.
Το 1979 οι κτητορικές οικογένειες Αλαμάνου, Μυλωνόπουλου, Ριζικάκη και Σκάρπα αποφάσισαν να δωρίσουν το ναό, πλουσιότατο σε κειμήλια αλλά και σημαντικές φορητές εικόνες, στο Ελληνικό Δημόσιο, με τον όρο να λειτουργήσει ως μουσείο. Το 1984 μετά από τις απαραίτητες αναστηλωτικές εργασίες εγκαινιάστηκε το Μουσείο από τη Μελίνα Μερκούρη. Το 1994, μετά από τη δεύτερη και τελειωτική φάση αναστήλωσης του ναού έγινε η τελική επανέκθεση των εικόνων. Εκτίθενται περίπου 90 εικόνες και το μουσείο πρόκειται σύντομα να συμπληρωθεί με έκθεση αρχειακού υλικού του ναού. Οι εικόνες που εκτίθενται χρονολογούνται από το β’ μισό του 15ου έως και τον 19ο αιώνα και είναι ενδεικτικές του ρόλου που διαδραμάτισε η Κέρκυρα στην εξέλιξη της ελληνικής εκκλησιαστικής ζωγραφικής, ιδιαίτερα μετά το 1664, οπότε έφθασαν στο νησί πολλοί Κρητικοί ζωγράφοι, είτε για να εγκατασταθούν εκεί, είτε καθ’ οδόν προς τη Βενετία.
ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΕΣ
Η ΠΑΛΑΙΑ
Γνωστή ως «Παλαιά Φιλαρμονική» ιδρύθηκε το 1840. Σ’ αυτή δίδασκε ο Ν. Χαλικιόπουλος/ Μάντζαρος, συνθέτης του Εθνικού Ύμνου, ο οποίος ανακηρύχθηκε ισόβιος επίτιμος πρόεδρός της. Είναι η μπάντα που πρώτη απέδωσε τον Εθνικό Ύμνο, αλλά και αυτή που επιλέχθηκε να αποδώσει τον Ολυμπιακό Ύμνο στους πρώτους Αγώνες, το 1896. Σήμερα αποτελείται από μπάντα 150 μουσικών, μπαντίνα 90 μουσικών και ορχήστρα τζαζ 90 μουσικών. Έχει δώσει πολλές συναυλίες σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, αλλά και στο εξωτερικό.

«Ν.Χ. ΜΑΝΤΖΑΡΟΣ»
Ιδρύθηκε το 1890, 50 χρόνια μετά την ίδρυση της «Παλαιάς» και πήρε το όνομα του «εθνικού» μας συνθέτη. Είναι ίσως η πιο πολυβραβευμένη ανάμεσα στις φιλαρμονικές της Κέρκυρας, με διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ, αλλά και ανώτατο βραβείο αναγνώρισης από την Ακαδημία Αθηνών το 1987. Αποτελείται από μπάντα 130 μουσικών, μπαντίνα 70 ατόμων, ορχήστρα ελαφριάς μουσικής, στην οποία συμμετέχουν 45 άτομα, ενώ άλλοι 20 μουσικοί συμμετέχουν στα σύνολα πνευστών μουσικής δωματίου. Τα χρώματά της είναι το μπλε και το άσπρο.
«Ι. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ»
Η νεότερη από τις μπάντες της πόλης ιδρύθηκε το 1980 και θεωρείται εξαιρετικά επιτυχημένη. Λειτουργούν σχολές θεωρητικών, ανωτέρων θεωρητικών, σολφέζ, πνευστών, κρουστών και μουσικής πληροφορικής και τεχνολογίας με σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα. Έχει στο δυναμικό της 150 μουσικούς, οι οποίοι, εκτός από την μπάντα, συμμετέχουν και σε άλλα μουσικά σχήματα όπως μπαντίνα, ορχήστρα ελαφριάς και ποικίλης μουσικής, μπάντα επίδειξης και 16μελές σύνολο χάλκινων πνευστών. Η στολή της είναι χρώματος κόκκινου.
ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗ ΚΑΝΤΑΔΑ
Η Κερκυραϊκή Καντάδα ιδρύθηκε το 1954 από Κερκυραίους μουσικούς και χορωδούς, λάτρεις του παραδοσιακού τραγουδιού των Επτανήσων, και αποτελεί το παλιότερο χορωδιακό σωματείο του νησιού. Έχοντας σαν βάση το παραδοσιακό τραγούδι και τις καντάδες, στο ρεπερτόριό της περιλαμβάνονται το κλασικό τραγούδι, εκκλησιαστικοί ύμνοι, αλλά και σύγχρονο ελληνικό και ελαφρολαϊκό τραγούδι. Πέρα από τις τακτικές εμφανίσεις της μέσα στο νησί, έχει εμφανιστεί σε φεστιβάλ σε όλη την Ελλάδα και σε αρκετές χώρες του εξωτερικού.
ΠΗΓΕΣ
Κέρκυρα, Μια πόλη στη Λογοτεχνία (Εκδόσεις Μεταίχμιο)
www.kerkyra.gr
www.corfu.gr
www.terrakerkyra.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: