6 Απρ 2012

Η παλιά πόλη της Κέρκυρας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Κέρκυρα δεν φέρει τυχαία τον τίτλο «Κοντέσα του Ιονίου». Ο κοσμοπολίτικος αέρας που αποπνέει, μαζί με τη γνήσια αρχοντιά της, συνθέτουν ένα σκηνικό που όμοιό του δεν υπάρχει σε κανένα άλλο νησί. Το κέντρο της Παλιάς Πόλης, Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, αποτελεί το «κόσμημα» της Κέρκυρας. Ο καλύτερος τρόπος για να το γυρίσετε είναι να περπατήσετε τα λαβυρινθώδη σοκάκια του. Ουσιαστικά εκτείνεται ανάμεσα στο Παλιό και το Νέο Φρούριο και αποτελεί ένα μωσαϊκό βρετανικών, ιταλικών και γαλλικών επιρροών. Εδώ συνυπάρχουν αρμονικά τα αγγλικά αρχοντικά, οι βυζαντινές εκκλησίες και τα βενετσιάνικα μνημεία, που χαρίζουν στον περιηγητή έναν ευρωπαϊκό αέρα.
Η ΣΠΙΑΝΑΔΑ
Σημείο συνάντησης όλων είναι η Σπιανάδα, η κεντρική πλατεία της πόλης και τόπος συνάντησης των κατοίκων και των επισκεπτών της Κέρκυρας. Βρίσκεται απέναντι από το παλιό φρούριο της πόλης και περιβάλλεται από εντυπωσιακά κτίρια, όπως το αγγλικό ανάκτορο και το κτίριο Λιστόν. Κατασκευάστηκε σύμφωνα με το στυλ των Βασιλικών Κήπων της Ευρώπης και μεγάλο μέρος της πλατείας καλύπτεται από γκαζόν. Στο κιόσκι της πλατείας διεξάγονται συναυλίες συμφωνικής ορχηστικής μουσικής στη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ τα μεσημέρια του Σαββάτου ή της Κυριακής χρησιμοποιείται και ως γήπεδο κρίκετ. Η Σπιανάδα, η μεγαλύτερη και πιο εντυπωσιακή πλατεία του ελληνικού χώρου και μια από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης, είναι αποτέλεσμα των στρατιωτικών οχυρωματικών έργων των Βενετών για την προστασία της πόλης, κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Το 1576 άρχισε η κατεδάφιση των σπιτιών που βρίσκονταν μπροστά από το Παλαιό Φρούριο από τους Βενετούς με στόχο τη βελτίωση της αμυντικής δυνατότητας της πόλης, δημιουργώντας τη «Spianata». Υπολογίζεται ότι περίπου 2.500 σπίτια του «Ξωπολιού» γκρεμίστηκαν. Η Σπιανάδα, με έκταση περίπου όσο το 1/3 του τότε οικισμού, ανοίχτηκε απέναντι από το Παλιό Φρούριο για να υπάρχει μεγάλο πεδίο βολής για τους αμυνόμενους σε περίπτωση κατάληψης της πόλης.
Μέσα στον περιορισμένο χώρο που της απέμεινε, η πόλη απομακρύνεται από τη θάλασσα και κτίζεται αμφιθεατρικά σχηματίζοντας μια πυκνή μάζα σπιτιών μεταξύ των δύο φρουρίων της, με προβολή των λόφων Καμπιέλο, Αγ. Πατέρων και Αγ. Αθανασίου. Πολύ αργότερα η περιοχή δεντροφυτεύτηκε από τους Γάλλους, διαμορφώθηκε σε πλατεία δημιουργώντας την ιστορική πλέον Σπιανάδα στο κέντρο της πόλης της Κέρκυρας. Η κατασκευή του εντυπωσιακού συγκροτήματος κατοικιών Λιστόν, μεταξύ 1807-1814 από τους Γάλλους Αυτοκρατορικούς και η ανέγερση του Παλατιού Μιχαήλ και Γεωργίου του Άγγλου αρμοστή Maitland, επί Αγγλοκρατίας, στο βόρειο άκρο της Σπιανάδα, διαμόρφωσε το σπουδαίο αστικό μέτωπο της πλατείας. Ειδικά η στοά στο ισόγειο του συγκροτήματος Λιστόν, με την έντονη δραστηριότητα χρήσεων αναψυχής, καθόρισε το χαρακτήρα της πλατείας και της κοινωνικής δραστηριότητας σε αυτή, εδώ και πολλά χρόνια, αποτελώντας το πιο κοσμικό σημείο συνάντησης. Η πλατεία της Σπιανάδα, συντέλεσε στη συγκρότηση μιας συγκεκριμένης αστικής ταυτότητας και επηρέασε την κοινωνική ζωή τη Κέρκυρας. Πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα και όχι μόνο του νησιωτικού χώρου, η Σπιανάδα, έχει απομακρύνει την πόλη από τη θάλασσα, δημιούργησε όμως το πιο ζωντανό μέρος της σύγχρονης ζωής, συνδυάζοντας το εμπόριο, την αναψυχή, τη βόλτα, τις κοινωνικές δραστηριότητες και τα σημαντικά δρώμενα της πόλης.

Στο μεγάλο υπαίθριο χώρο της πλατείας, μπορείτε να δείτε μεταξύ άλλων:
Το Περιστύλιο του Μαίτλαντ, στο νότιο άκρο της πλατείας ένα απέριττο, κυκλικό, ιωνικό, μνημείο που ανεγέρθηκε προς τιμή του πρώτου Άγγλου Αρμοστή Thomas Maitland (1816-1824), παρά το γεγονός ότι η θητεία του ήταν μία από τις πιο σκληρές και πιο μελανές για τα Επτάνησα. Στρατηγός και αρχηγός των Βρετανικών δυνάμεων της Μεσογείου, ο Μαίτλαντ υπήρξε ο σκληρότερος Άγγλος Αρμοστής. Θέσπισε για τα Επτάνησα το ανελεύθερο Σύνταγμα του 1717 και υπήρξε από τους πρωτεργάτες της εκχώρησης της Πάργας (που είχε περάσει και αυτή μαζί με τα Επτάνησα στην Αγγλική κυριαρχία) στον Αλή Πασά, γεγονός που δυσαρέστησε και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Το περιστύλιο είναι έργο του Άγγλου στρατιωτικού μηχανικού G. Whitemore και ο γλυπτικός διάκοσμος είναι του Κερκυραίου γλύπτη Προσαλέντη. Θα ακούσετε να το αποκαλούν και «στέρνα», καθώς το μνημείο σκέπασε μια παλαιότερη Ενετική στέρνα.
Την Πλατεία Ενώσεως με το κιόσκι, όπου το Πάσχα τελείται η λειτουργία της Ανάστασης και δίνονται συναυλίες από τις Φιλαρμονικές, ενώ λίγο πιο κάτω το Μνημείο της Ένωσης των Επτανήσων είναι αφιερωμένο στην Ένωση των Επτανήσων με την υπόλοιπη Ελλάδα, το 1864. Χαραγμένα επάνω του υπάρχουν τα σύμβολα όλων των Ιόνιων νησιών.
Στο χώρο της πλατείας μπροστά στη γέφυρα που οδηγεί στο Παλαιό Φρούριο, βρίσκονται οι ανδριάντες των Σούλενμπουργκ και Γκίλφορντ. Ο μαρμάρινος ανδριάντας του Γερμανού στρατάρχη Σούλενμπουργκ (Mathias von der Schulenburg) είναι έργο του γλύπτη Corradini και στήθηκε προς τιμή του Στρατάρχη, που συνέβαλε καθοριστικά στην άμυνα της πόλης που απέτρεψε του Τούρκους κατά την πολιορκία του 1716. Ο ανδριάντας είναι φιλοτεχνημένος από μάρμαρο Καράρας, από τον Ιταλό γλύπτη Antonio Gorradini. Στη βάση του υπάρχει επιγραφή στα λατινικά που αναφέρεται στη μάχη του στρατηγού κατά της πολιορκίας του 1716 και τη δημιουργία του ανδριάντα την ίδια χρονιά.
Ο δεύτερος ανδριάντας τιμά το φιλέλληνα Λόρδο του Guilford, Φρειδερίκο Νόρθ (Frederic North 1766–1827), που επανίδρυσε την Ιόνιο Ακαδημία την περίοδο της αρμοστείας Adams, η οποία αποτέλεσε σπουδαίο πνευματικό ίδρυμα της πόλης που καθιέρωσε για πρώτη φορά την ελληνική γλώσσα και λειτούργησε για 40 χρόνια (1824–1864), μέχρι δηλαδή την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα.
Μπροστά στο δωρικό περιστύλιο του Ανακτόρου Μιχαήλ και Γεωργίου βρίσκεται ο χάλκινος ανδριάντας του Lord Frederick Adam, ενός από τους πιο γνωστούς Άγγλους Αρμοστές, γνωστός για τα σημαντικά τεχνικά έργα που υλοποίησε για την πόλη, μεταξύ των οποίων το υδραγωγείο. Ο ανδριάντας είναι έργο του γλύπτη Παύλου Προσαλέντη και η χαρακτηριστική κίνηση του χεριού του ανδριάντα προς το νερό που πέφτει στη μικρή λίμνη που τον περιβάλλει παραπέμπει στο σπουδαίο αυτό τεχνικό έργο που ο Άγγλος Αρμοστής κληροδότησε στην πόλη.
Μεγάλο μέρος της πλατείας καταλαμβάνει το γήπεδο του κρίκετ. Η αγάπη των Κερκυραίων για το κρίκετ, ομαδικό παιχνίδι βρετανικής προέλευσης έχει φυσικά τις ρίζες της στην περίοδο της Αγγλοκρατίας (1814-1864).
ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΦΡΟΥΡΙΟ
Στο ανατολικό τμήμα της Σπιανάδας υψώνεται το Παλιό φρούριο της Κέρκυρας ή Φορτέτσα (Fortezza), ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα της οχυρωματικής τέχνης τόσο της βυζαντινής εποχής όσο και της βενετσιάνικης. Περιπλανηθείτε στους χώρους του και χαθείτε στις βενετσιάνικες καμάρες του. Χτίστηκε για να περιβάλει τη νέα πόλη που έχτισαν οι επιζήσαντες Κερκυραίοι, όταν καταστράφηκε, τον 6ο αιώνα, από τους επιδρομείς η Παλαιόπολη, που βρισκόταν στο Κανόνι. Οι Κερκυραίοι αναζήτησαν νέο τόπο για να ριζώσουν, που θα τους πρόσφερε μεγαλύτερη ασφάλεια. Τον τόπο αυτό τον ανακάλυψαν στο ανατολικό άκρο της σημερινής Παλιάς Πόλης, σε μια απόκρημνη χερσόνησο. Η σημερινή πύλη του Φρουρίου βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το θρυλικό Λιστόν, στην πλατεία Σπιανάδα. Για να μπείτε πρέπει να περάσετε τη γέφυρα, πάνω από την τεχνητή τάφρο, την Κόντρα Φόσσα, που έχει μετατρέψει το Παλαιό Φρούριο της Κέρκυρας σε νησί.
Τις αρχικές εργασίες των Βυζαντινών, που τα τείχη τους δε διασώζονται σήμερα, ενίσχυσαν οι Βενετσιάνοι το 16ο αιώνα, ανοίγοντας μεταξύ άλλων περισσότερες τάφρους σε μια προσπάθεια να αυξήσουν την αμυντική του ικανότητα, ενώ για περισσότερη ασφάλεια λείαναν τα τείχη, για να αποτρέψουν οποιαδήποτε μελλοντική απόπειρα επιδρομέων να αναρριχηθούν. Η εξαιρετική του θέση πρόσφερε πρόσθετα στρατηγικά πλεονεκτήματα στους υπερασπιστές της πόλης, καθώς το καθιστούσε εύκολα υπερασπίσιμο από την ξηρά, ενώ η καθαρή οπτική πρόσβαση προς τις γύρω ακτές και την ανοιχτή θάλασσα, το έκανε σχεδόν απροσπέλαστο. Δύο μεγάλοι προμαχώνες υψώνονται δεξιά και αριστερά της κεντρικής Πύλης, ενώ οι δύο μεγάλοι Πύργοι, ο Πύργος της Ξηράς και ο Πύργος της Θάλασσας χτίστηκαν πάνω στις δύο κορυφές, που έδωσαν στην πόλη το βυζαντινό της όνομα, Πόλη των Κορυφών. Αργότερα το όνομα αυτό επικράτησε για ολόκληρο το νησί, Corfu.
Στο εσωτερικό του Παλαιού Φρουρίου της Κέρκυρας διατηρούνται επιβλητικά κτίρια, κατασκευασμένα από τους Ενετούς και τους Άγγλους, για την εξυπηρέτηση των στρατιωτικών τους αναγκών: μία ενετική φυλακή (1786), που στη συνέχεια επεκτάθηκε από τους Άγγλους, δύο αγγλικοί στρατώνες (1850) κι ένα στρατιωτικό νοσοκομείο, που σήμερα φιλοξενεί τη Μουσική Σχολή. Θα πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθείτε τη δωρική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (1840), καθώς και την αξιόλογη βυζαντινή συλλογή με εικόνες και μωσαϊκά. Στη βόλτα σας, για να φτάσετε από το ένα σημείο στο άλλο, θα χρησιμοποιήσετε σήραγγες και γαλαρίες, ενώ θα περάσετε και δύο τάφρους. Και φυσικά ο προορισμός σας είναι ένας: οι εντυπωσιακές επάλξεις απ’ όπου μπορείτε να απολαύσετε μια εκπληκτική θέα τόσο της Παλιάς Πόλης όσο και της θάλασσας.
ΤΟ ΜΑΝΔΡΑΚΙ
Στη βόρεια πλευρά της βενετσιάνικης ακρόπολης φτάνει κανείς μέσω κεκλιμένης στοάς, ενώ στη συνέχεια, με πλατώματα και μικρά κεκλιμένα επίπεδα και θολωτή στοά, ο επισκέπτης οδηγείται στη μικρή πύλη των περιμετρικών τειχών, στο λιμάνι του Μανδρακίου, όπου και σήμερα ελλιμενίζονται ιστιοπλοϊκά σκάφη. Το Μανδράκι ένα μικρό τεχνητό λιμανάκι όπου ναυλοχούσε ο βενετσιάνικος στόλος σε καιρό πολέμου. Το σχήμα του, ορθογώνιο τετράπλευρο, συντελούσε στη μεγάλη χωρητικότητά του. Λέγεται ότι μπορούσε να παραλάβει «10 κάτεργα», δηλαδή γαλέρες 500 τόνων και άλλα μικρότερα πλοία.
ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Από εκεί, προχωρώντας προς τα Μουράγια, τον παραλιακό δρόμο που καταλήγει στο Παλιό Λιμάνι και το Νέο Φρούριο, στην επονομαζόμενη Κοφινέτα, στο βόρειο τμήμα της πλατείας, θα πέσετε πάνω στο επιβλητικό συγκρότημα των Ανακτόρων Μιχαήλ και Γεωργίου. Το νεοκλασικό αυτό κτίριο, φτιαγμένο από πωρόλιθο Μάλτας, χτίστηκε μεταξύ 1818 και 1823, επί Sir Thomas Maitland (1759-1824), πρώτου Αρμοστή των Ιονίων Νήσων, την εποχή της Αγγλοκρατίας στο νησί (1814-1864). Το κτίριο, εκτός από ευρύχωρη κατοικία για τον εκάστοτε Άγγλο Αρμοστή, υπήρξε και έδρα του βρετανικού διοικητικού κέντρου (Αρμοστεία). Επίσης στέγαζε το Ιπποτικό Τάγμα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, Τάγμα που συστάθηκε το 1827 από το βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιο Γ' για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στη Μάλτα και τα Ιόνια Νησιά, και έκτοτε έδωσε το όνομά του στα ανάκτορα. Παράλληλα, υπήρξε έδρα της Ιονίου Γερουσίας και, για κάποιο χρονικό διάστημα, της Ιονίου Βουλής. Το 1864, μετά την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, πέρασε στην ιδιοκτησία του ελληνικού κράτους και από το 1864 έως το 1913 χρησιμοποιήθηκε ως θερινή κατοικία της τότε βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας. Από το 1928 στεγάζει το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης. Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου υπέστη πολλές φθορές. Το 1953 αποκαταστάθηκαν οι τρεις Μνημειακές Αίθουσες του πρώτου ορόφου. Το κτίριο ανακαινίστηκε πλήρως στα τέλη του 1992 και φιλοξένησε την Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα το 1994.
Το επιβλητικό και μεγάλο σε μέγεθος κτιριακό συγκρότημα των Ανακτόρων σχεδιάστηκε από τον Άγγλο Συνταγματάρχη Μηχανικό, Sir George Whitmore (1775-1862). Χτισμένο με μια αρχιτεκτονική μορφολογία που ουσιαστικά εισήγαγε τον αγγλικό ρομαντικό κλασικισμό στα Επτάνησα, το κτίριο διακρίνεται από μεγαλοπρέπεια αλλά και κομψότητα παρά το μεγάλο μέγεθός του. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κτίριο ανακτόρων στην Ελλάδα, μετά τα ανάκτορα του Όθωνα στην Αθήνα, τη σημερινή Βουλή. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1814 και τελείωσε το 1824. Το Ανάκτορο αποτελείται από ένα τριώροφο κτίριο, που ενώνεται, μέσω του εξωτερικού δωρικού περιστυλίου και δύο αψίδων, με δύο πλαϊνές πτέρυγες. Στην αριστερή πτέρυγα στεγάζεται το Τμήμα Αρχειονομίας και Βιβλιοθηκονομίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Το γείσο της στέγης κοσμείται από ανάγλυφες παραστάσεις με τα σύμβολα των νησιών της Επτανήσου, φιλοτεχνημένα από το σημαντικό Κερκυραίο γλύπτη Παύλο Προσαλέντη: ο Πήγασος με το Βελλερεφόντη για τη Λευκάδα, το κεφάλι του Οδυσσέα για την Ιθάκη, οι μυθικοί ήρωες Κέφαλος και Ζάκυνθος για την Κεφαλληνία και τη Ζάκυνθο αντίστοιχα, η τρίαινα για τους Παξούς, η Αφροδίτη με το δελφίνι για τα Κύθηρα και για την Κέρκυρα η «απήδαλος ναυς». Στο ακρότερο μέρος της επιστέγασης υπήρχε άγαλμα που αναπαριστούσε τη Μ. Βρετανία, το οποίο πήραν οι Άγγλοι όταν αποχώρησαν από το νησί το 1864. Στη θέση του τοποθετήθηκε μαρμάρινη πλώρη κερκυραϊκού πλοίου. Η κύρια είσοδος του Ανακτόρου οδηγεί στο ισόγειο, όπου επισκέψιμες είναι οι τρεις αίθουσες των περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου, η αίθουσα προβολών και η Αίθουσα των Συνεδριάσεων της Ιονίου Γερουσίας, με την αυθεντική της επίπλωση. Στον πρώτο όροφο κυριαρχούν η Αίθουσα του Θρόνου, η Αίθουσα των Συμποσίων και η Κυκλική Αίθουσα υποδοχής, που τις ενώνει (Ροτόντα). Μπροστά στην κύρια όψη του Ανακτόρου, στη Σπιανάδα, υπάρχει ο χάλκινος ανδριάντας του Lord Frederick Adam, ενός από τους πιο γνωστούς Άγγλους Αρμοστές, που υλοποίησε σημαντικά τεχνικά έργα για την πόλη, όπως το υδραγωγείο. Ο ανδριάντας είναι έργο του γλύπτη Παύλου Προσαλέντη. Σήμερα, το Ανάκτορο στεγάζει το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, τη Δημοτική Πινακοθήκη, την Η' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και ένα δημοτικό καφέ στον κήπο του.
Η ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Αν ακολουθήστε την Καποδιστρίου, στο αριστερό σας χέρι θα συναντήσετε ένα κτίριο αναγεννησιακού ρυθμού. Πρόκειται για την Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας, μία «εστία» πνευματικού πλούτου, που ιδρύθηκε το 1836. Η Εταιρεία αποτελεί το παλαιότερο πνευματικό ίδρυμα της νεότερης Ελλάδος, ενώ πρότυπό της αποτέλεσε η αντίστοιχη Αναγνωστική Εταιρεία της Γενεύης, της οποίας μέλη ήταν ο Καποδίστριας, ο Κάλβος και πολλοί Επτανήσιοι. Ιδρύθηκε ως «Φιλολογική Λέσχη» το 1836, την περίοδο της Αγγλικής Προστασίας (1814-1864), από ξένους απόφοιτους γαλλικών πανεπιστημίων που διώχθηκαν από την Ιταλία ως καρμπονάροι. Κύριος στόχος της δημιουργίας της «Λέσχης» ήταν η ενημέρωση και επαφή των μελών της με την πνευματική, επιστημονική και πολιτική κίνηση της Δυτικής Ευρώπης εκείνης της εποχής, κυρίως απ’ τη Γαλλία, Αγγλία και την Ιταλία. Η πρώτη προεδρία τελέστηκε από το σπουδαίο φιλόσοφο, πολιτικό, διπλωμάτη και καθηγητή της Ιόνιας Ακαδημίας Πέτρο Βραϊλά-Αρμένη. Τον διαδέχθηκαν Κερκυραίοι ξεχωριστοί για την πνευματική, πολιτική και κοινωνική τους δράση, επιφανείς γιατροί, συγγραφείς, πολιτικοί, ιεράρχες.
Τα πρώτα χρόνια της Εταιρείας, η πνευματική και πολιτική κατάρτιση των ιδρυτών συνέπεσε και ταυτίσθηκε με το φιλελεύθερο και απελευθερωτικό κύμα που είχε απλωθεί στη Δυτική Ευρώπη και που ήταν επόμενο να σφραγίσει εξαρχής τις πολιτικές τοποθετήσεις της Εταιρείας. Ο ρόλος της αποδείχτηκε καθοριστικός για την ιστορία του νησιού και των Επτανήσων. Η Εταιρεία στάθηκε πρωτοπόρος ή συμπαραστάτης σε εθνικές και πολιτικές αλλαγές της τότε προστασίας, όπως καθιέρωση της ελευθεροτυπίας και η επιβολή της Ελληνικής ως επίσημης γλώσσας του «Ηνωμένου κράτους των Ιονίων Νήσων» και βρέθηκε στο προσκήνιο του γενικότερου κινήματος που κατέληξε στην Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, το 1864.. Μέλη της Εταιρείας από τα πρώτα χρόνια εκλέγονται Επτανήσιοι και ξένοι που ξεχωρίζουν στον κόσμο του πνεύματος, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν στα πρώτα 100 χρόνια, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Διονύσιος Σολωμός, ο Ιάκωβος Πολυλάς, ο Γεράσιμος Μαρκοράς, ο Γεώργιος Θεοτόκης, ο Νικόλαος Τομαζαίος, ο Νικόλαος Μάντζαρος, ο Σπύρος Σαμαράς, ο Λορέντζος Μαβίλης (γραμματέας της Εταιρίας μέχρι τον ηρωικό θάνατο του στο Δρίσκο) και ο Μητροπολίτης Κερκύρας και μετέπειτα οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας. Η ανεκτίμητης αξίας βιβλιοθήκη της Αναγνωστικής Εταιρείας διαθέτει 10.000 τόμους επτανησιακής βιβλιογραφίας, εφημερίδες, φυλλάδια, παλιούς χάρτες, χαρακτικά και φωτογραφίες. Μερικές από τις δραστηριότητες της Εταιρείας είναι η διοργάνωση εκθέσεων διαφόρων καλλιτεχνών, διαλέξεων και σεμιναρίων, επιστημονικών συνεδρίων και μουσικών εκδηλώσεων. Ίδρυσε, επίσης, το δικό της μουσικό Τρίο Κλασσικής μουσικής, με βιολί, πιάνο και βιολοντσέλο. Από το 1978 η Εταιρία είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Σωματίων και Ιδρυμάτων, «Europa Nostra» που εργάζεται για την προστασία και τη διάσωση της αρχιτεκτονικής, της ιστορικής και της φυσικής κληρονομιάς.
ΦΑΛΗΡΑΚΙ-ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Λίγο πιο κάτω, είναι το Φαληράκι και το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, από όπου μπορείτε να απαθανατίσετε τη γραφική εικόνα του Παλαιού Φρουρίου να σκεπάζει με τον όγκο του το Μανδράκι, το φυσικό λιμανάκι του.
Σύμφωνα με την παράδοση, στην περίοδο της παρακμής του Βυζαντίου, οι δυτικοί συνήθιζαν να παίρνουν τα λείψανα των Αγίων και να τα μεταφέρουν στα μέρη τους, είτε για να τα προφυλάξουν είτε για να τα οικειοποιηθούν. Με τον ίδιο τρόπο κάποιοι ναυτικοί αφαίρεσαν το λείψανο του Αγίου Νικολάου το 1087 από τη Λυκία (όπου γεννήθηκε και πέθανε ως Αρχιεπίσκοπος ο Άγιος Νικόλαος) για να το μεταφέρουν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι. Στο ταξίδι τους προς την Ιταλία λέγεται ότι έκαναν μια στάση στην πόλη της Κέρκυρας, όπου οι κάτοικοι του νησιού τους παρεκάλεσαν να θέσουν το σκήνωμα για προσκύνηση. Αυτοί δέχτηκαν κι έτσι δημιουργήθηκε μια μαρμάρινη πλάκα όπου έβαλαν το λείψανο του αγίου για να το προσκυνήσουν οι Χριστιανοί Κερκυραίοι. Πολύ αργότερα οικοδομήθηκε ο ομώνυμος ναός στη θέση αυτή προς τιμή του γεγονότος αυτού. Στη μαρμάρινη πλάκα όπου τοποθετήθηκε το σκήνωμα του αγίου οφείλεται η δεύτερη ονομασία αυτής της εκκλησίας (Άγιος Νικόλαος της Πλάκας), αν και πιο γνωστή είναι με το όνομα Άγιος Νικόλαος των Λουτρών, λόγω της θέσης της. Ο ναός του Αγίου Νικολάου των Λουτρών χτίστηκε τον 17ο αιώνα πάνω σε παλαιότερη εκκλησία που είχε ανεγερθεί το 1414. Η παλαιότερη εκκλησία καταστράφηκε το έτος 1537 από τους Τούρκους. Η ύπαρξη του σημερινού ναού του Αγίου Νικολάου Λουτρών ουσιαστικά οφείλεται στην κρητικής καταγωγής οικογένεια Παστού, που ανέλαβε τα έξοδα ανέγερσής του. Στις αρχές του 20ου αιώνα, η περιουσία της εκκλησίας περιήλθε στο δημόσιο και πουλήθηκε για να δημιουργηθεί το Δημοτικό Θέατρο της πόλης της Κέρκυρας.
ΜΕΓΑΡΟ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Στη στροφή του δρόμου στέκει αγέρωχο το σπίτι του Ιωάννη Καποδίστρια. Εκεί φιλοξενείται μέρος των υπηρεσιών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Το μέγαρο Καποδίστρια ή κτίριο της παλιάς Νομαρχίας χτίστηκε επί Αγγλοκρατίας, ως μέγαρο της οικογένειας του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια. Τα σχέδια έκανε ο Ιωάννης Xρόνης (Κερκυραίος αρχιτέκτονας που σχεδίασε πολλά δημόσια κτίρια της πόλης μεταξύ των οποίων την Ιόνιο Βουλή και την Ιονική Τράπεζα), το 1832. Χρησιμοποιήθηκε ως έδρα του προέδρου της Ιονίου Γερουσίας επί Αγγλοκρατίας. Το 1864 εγκαταστάθηκαν εκεί οι υπηρεσίες της Νομαρχίας. Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκαν οι Ιταλοί και οι Γερμανοί διοικητές. Σήμερα στεγάζει υπηρεσίες του Ιονίου Πανεπιστημίου. Το κτίριο έχει καταπληκτική θέα στη θάλασσα στην υπέροχη τοποθεσία Μουράγια. Η κατασκευή του είναι ιδιαίτερα προσεγμένη. Υπάρχουν πολλά λαξευτά τμήματα φτιαγμένα από ροζ πέτρα Σινιόν. Στο ισόγειο και στον ημιώροφο έχει χρησιμοποιηθεί λευκό, λαξευτό μάρμαρο. Οι οροφές των δωματίων έχουν διακοσμηθεί με εξαιρετικές τοιχογραφίες. Η εξωτερική πρόσοψη του κτιρίου κοσμείται με κομψές παραστάδες κορινθιακού ρυθμού.
ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΝΤΙΒΟΥΝΙΩΤΙΣΣΑ (ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ)
Συνεχίζοντας την παραλιακή πορεία σας, θα βρεθείτε στην Παναγία την Αντιβουνιώτισσα, που το όνομά της οφείλεται στο λόφο Αντιβούνι ή Οβρηοβούνι (το σημερινό Καμπιέλο), πάνω στον οποίο βρίσκεται ο ναός. Ο ναός, από τους παλιότερους και πιο σημαντικούς της μεταβυζαντινής εποχής της πόλης, κτίστηκε πιθανόν τον 15ο αιώνα. Ανήκει στον τύπο των Επτανησιακών Βασιλικών και περιβάλλεται στις τρεις πλευρές του από εξωνάρθηκες. Η «ουρανία» του ναού, δεν φέρει όπως συνηθίζεται στις Επτανησιακές Βασιλικές ζωγραφικές παραστάσεις, αλλά είναι χωρισμένη σε διάχωρα, διακοσμημένα αριστοτεχνικά με ξυλόγλυπτα και επιχρυσωμένα στοιχεία. Ο φυσικός φωτισμός του ναού πραγματοποιείται μέσω μεγάλων ημικυκλικών παραθύρων στις μακρόστενες πλευρές του. Οι τοίχοι καλύπτονται από εντυπωσιακή ζωγραφιστή ταπετσαρία και το πέτρινο τέμπλο του ναού είναι έργο του 17ου αιώνα. Στον εξωνάρθηκα διατηρούνται επιτάφιες πλάκες που φέρουν τα οικόσημα των ευγενών που έχουν ταφεί εκεί καθώς και ορισμένα ίχνη τοιχογραφιών. Το Βυζαντινό Μουσείο Αντιβουνιώτισσας ιδρύθηκε μετά από δωρεά, το 1979, του ομώνυμου ναού που ανήκε στις οικογένειες Αλαμάνου, Μυλωνοπούλου, Ριζικάρη και Σκάρπα, στο Ελληνικό Δημόσιο, για να στεγαστεί στο συγκεκριμένο χώρο το Μουσείο. Το 1984, μετά από τις απαραίτητες αναστηλωτικές εργασίες εγκαινιάζεται το Μουσείο. Το 1994, μετά από τη δεύτερη και τελειωτική φάση αναστήλωσης του ναού, έγινε η τελική επανέκθεση των εικόνων. Το Μουσείο περιλαμβάνει συλλογή Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών εικόνων και κειμηλίων.
ΜΟΥΣΕΙΟ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το σπίτι όπου έζησε ο Διονύσιος Σολωμός κι όπου σήμερα στεγάζει το ομώνυμο μουσείο. Ο εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στη Ζάκυνθο την Άνοιξη του 1798, ολοκλήρωσε τους σπουδές του στην Ιταλία, όπου επηρεάστηκε από την άνθηση της ιταλικής λογοτεχνίας, γύρισε στο νησί του, αλλά μετά από οικονομικές διαφορές που είχε με τον αδερφό του για κληρονομικά θέματα, αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Κέρκυρα όπου κι έζησε το υπόλοιπο της ζωής του (1828-1857). Οι οικογενειακές προστριβές με τα αδέρφια του δεν στάθηκαν εμπόδιο για τη δημιουργικότητα και την αγάπη του Σολωμού για την τέχνη. Παρά τις δικαστικές διαμάχες (1833-1838) που είχε με τον ετεροθαλή αδερφό του, Ιωάννη Λεονταράκη, που υπήρξαν και η αιτία απομάκρυνσης του ποιητή από τη μητέρα του, ο Σολωμός συνέχισε το έργο του και μάλιστα η περίοδος αυτή θεωρείται η ωριμότερη, με τη δημιουργία των έργων «ο Κρητικός» (1833), «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» (έως το 1845), «ο Πόρφυρας» (1847). Το ποιητικό ταλέντο του αναγνωρίστηκε πολύ νωρίς, σχεδόν αμέσως μετά την επιστροφή του από την Ιταλία, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στην Κέρκυρα, και όχι μόνο, μεγάλος κύκλος θαυμαστών του, από τους οποίους ξεχωρίζουν: ο Νικόλαος Μάντζαρος, ο Ιωάννης και ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος, ο Ερμάννος Λούντζης, ο Nicolo Tommaseo, ο Ανδρέας Μουστοξύδης, ο Πέτρος Βράιλας Αρμένης, ο Ιάκωβος Πολυλάς, ο Ιούλιος Τυπάλδος, ο Ανδρέας Λασκαράτος και ο Γεράσιμος Μαρκοράς. Η φήμη του σε Ελλάδα και Ευρώπη οφείλεται ουσιαστικά στη δημοσίευση του έργου «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» (1823), ένα από τα πρώτα ελληνόγλωσσα ποιήματά του, εμπνευσμένο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Σολωμός ήταν μέλος της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας και με το θάνατό του, το 1857, το δημόσιο πένθος που κηρύχτηκε ήταν αρκετά συγκινητικό.
Το σπίτι στην Κέρκυρα όπου έζησε, δημιούργησε και πέθανε ο Διονύσιος Σολωμός υπέστη μεγάλη καταστροφή με τους βομβαρδισμούς του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αργότερα, μετά από εργασίες αποκατάστασης και μετασκευών λειτούργησε στο κτίριο, το Κέντρο Σολωμικών Σπουδών από την Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, που λειτουργεί και ως Μουσείο Σολωμού. Στους χώρους του Μουσείου διατηρείται το γραφείο του Διονύσιου Σολωμού, ένα μικρό αυτόγραφό του, στους τοίχους υπάρχουν παλιές φωτογραφίες, πορτρέτα γνωστών Κερκυραίων, παλιοί χάρτες και χειρόγραφα του ποιητή στην ελληνική και ιταλική γλώσσα. Το Μουσείο διαθέτει πλούσια Σολωμική βιβλιοθήκη που περιέχει τις παλιές εκδόσεις του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν», σειρά προσωπογραφιών του Διονύσιου Σολωμού αλλά και μελών της Σολωμικής Σχολής.
ΤΟ ΝΕΟ ΦΡΟΥΡΙΟ
Περνώντας και το Παλιό Λιμάνι μπροστά σας ορθώνεται, σαν άγρυπνος φύλακας, το Νέο Φρούριο. Από εδώ, η πανοραμική εικόνα της Παλιάς Πόλης αξίζει όσο χίλιες λέξεις. Το Νέο Φρούριο της Κέρκυρας (Fortezza Nuova) χτίστηκε από τους Ενετούς το 16ο αιώνα, στη διάρκεια της πρώτης φάσης τειχισμού του Borgo ή Ξωπολιού, δηλαδή του οικισμού-πόλης που βρισκόταν έξω από το Παλιό Φρούριο, όταν έγινε επιτακτική η ανάγκη προστασίας της πόλης, κάτι που δεν μπορούσε πλέον να εξασφαλίσει το Παλιό Φρούριο. Αυτή η πρώτη φάση τειχισμού διήρκησε 12 χρόνια, από 1577 έως 1588 και έγινε υπό την επίβλεψη του Ενετού μηχανικού Φραντζέσκο Βιτέλη (Francisco Vitelli). Η οικοδόμηση ολοκληρώθηκε το 1645, αν και γνώρισε αρκετές ανακατασκευές κι επεκτάσεις από τότε. Ο συνολικός τειχισμός του Borgo που υπήρξε κολοσσιαίο έργο για την εποχή, έγινε με απόφαση του Προνοητή Loredan και για την υλοποίησή του χρησιμοποιήθηκαν πέτρες και υλικά από την Παλαιά Πόλη.
Σύμφωνα με την ιστορία, ο Ενετός αρχιτέκτονας, για να βρει τα οικοδομικά υλικά που απαιτούνταν και για να ανοιχτεί χώρος για τα τείχη, χρειάστηκε να κατεδαφίσει πάνω από 2.000 οικήματα, στην πλειοψηφία τους κατοικίες κι εκκλησίες και να δαπανήσει χιλιάδες χρυσά ενετικά δουκάτα. Ανάμεσα σ’ αυτά που καταστράφηκαν είναι και μια από τις πιο όμορφες Πύλες της πόλης, η Porta Reale. Οι πύλες της περιτείχισης της πόλης, που εξασφάλιζαν την επικοινωνία της με τη θάλασσα, τους γύρω οικισμούς και την ύπαιθρο, ήταν 4: Η Βασιλική πύλη (Porta Reale), το πιο αξιόλογο έργο της δυτικής περιτείχισης, αποτελούσε την κύρια είσοδο της πόλης από το εσωτερικό του νησιού, κατασκευάστηκε μεταξύ 1576-78, και κατεδαφίστηκε το 1894 για τη διάνοιξη της οδού Γ. Θεοτόκη. Η Πύλη Ραϊμόνδου (Porta Raimonda) στο νότιο άκρο της Σπιανάδα. Κατεδαφίστηκε το 1837 από τους Άγγλους για να διανοιχτεί ο παραλιακός δρόμος προς τη Γαρίτσα. Η Πύλη της Σπηλιάς (Porta di Spilea) ενσωματωμένη στον ομώνυμο στρατώνα, εξασφάλιζε την επικοινωνία της πόλης με το νέο λιμάνι, διαμορφώθηκε τον 16ο αιώνα κι αποτελούσε την κύρια είσοδο από τη θάλασσα. Η Πύλη του Αγ. Νικολάου (Porta San Nicolo) στα βόρεια της Σπιανάδα, χαμηλά στο θαλάσσιο περιτείχισμα, ήταν ενσωματωμένη στο βενετικό κτίριο του στρατιωτικού Νοσοκομείου. Σήμερα στέκονται όρθιες δύο από τις πύλες αυτές: η Πύλη της Σπηλιάς ή Άρκο Μπονάτι, μπροστά από το παλιό λιμάνι και η Πύλη του Αγ. Νικολάου, στο Φαληράκι, στον παραλιακό δρόμο στο τέλος της Σπιανάδας.
Το Φρούριο δέχτηκε πολλά πλήγματα στη διάρκεια των αιώνων. Οι Κερκυραίοι αναγκάστηκαν να καταστρέψουν μεγάλο τμήμα του, όπως και τα πιο πολλά τείχη που το ένωναν με το Παλιό Φρούριο, μετά από απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων, τις παραμονές της ένωσης των Επτανήσων με την Ελλάδα, το 1864. Ωστόσο διατηρούνται μέχρι σήμερα, χωρίς να είναι προσβάσιμες στο κοινό, οι σήραγγες που το ένωναν με το Παλιό Φρούριο. Το Νέο Φρούριο δέχτηκε σφοδρές επιθέσεις και στη διάρκεια των βομβαρδισμών κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται για ένα στιβαρό αυστηρό οικοδόμημα, που στέκεται επιβλητικό πάνω από το Παλιό Λιμάνι, απ’ όπου έχει και πρόσβαση, και προσφέρει μια μοναδική πανοραμική θέα της πόλης και της ανοιχτής θάλασσας. Οι επιβλητικές οχυρώσεις του Νέου Φρουρίου δεσπόζουν στη ΒΔ πλευρά της Παλιάς Πόλης, στο ύψωμα του Αγ. Μάρκου, γι’ αυτό το Φρούριο αποκαλείται επίσης και Φρούριο του Αγ. Μάρκου. Για να το πλησιάσει ο επισκέπτης θα πρέπει να διασχίσει όλο το παραλιακό μέτωπο, την περιοχή Μουράγια και να φτάσει στο παλιό Λιμάνι, πάνω από το οποίο στέκεται επιβλητικό το Νέο Φρούριο. Η εντυπωσιακή κεντρική πύλη του Νέου Φρουρίου από τη θάλασσα είναι διακοσμημένη με έναν υπέροχο ανάγλυφο Λέοντα του Αγίου Μάρκου, το έμβλημα που θα δένει αιώνια το Φρούριο με τη Βενετία. Στο Νέο Φρούριο μπορεί να μπει κανείς και από τη νότια πύλη, από την πλευρά της πόλης, με μια είσοδο λιγότερο εντυπωσιακή από την κεντρική πύλη.
Το Νέο Φρούριο είναι μικρότερο σε έκταση από το Παλιό, ο όγκος του όμως στέκεται επιβλητικός στη δυτική πλευρά της Παλιάς Πόλης ισορροπώντας με τον απέναντι όγκο του Παλιού Φρουρίου. Το Νέο Φρούριο οργανώνεται σε δύο επίπεδα, για να ανταποκρίνεται στο διπλό του ρόλο: την προστασία του λιμανιού και τον έλεγχο της ενδοχώρας. Το χαμηλότερο επίπεδο, που προστάτευε το νέο λιμάνι, περιλαμβάνει έναν πενταγωνικό προμαχώνα, έναν επιπρομαχώνα και το μικρό οχυρό την «Punta Pepretura». Εδώ βρίσκεται τριώροφο εντυπωσιακό κτίσμα του 19ου αιώνα, με εμφανή οπτοπλινθοδομή που σήμερα φιλοξενεί το Λιμεναρχείο. Στο ψηλότερο επίπεδο οχύρωσης, που προστάτευε την πλευρά της υπαίθρου, διαμορφώνονται δύο προμαχώνες στα δυτικά, που λέγονται προμαχώνες των «Επτά Ανέμων». Αυτοί συγκρατούν ένα τριώροφο εντυπωσιακό κτίριο που υπήρξε Στρατώνας της Αγγλοκρατίας (1854), με θαυμάσιο εσωτερικό, που σήμερα στεγάζει εκθεσιακούς χώρους. Εδώ στεγάζεται μόνιμη έκθεση Κεραμικής Τέχνης με σημαντικά δείγματα κερκυραϊκής κεραμικής, διαφόρων ειδών και τύπων από διάφορες ιστορικές περιόδους. Σ’ όλη σχεδόν την έκταση του Φρουρίου, στο εσωτερικό των προμαχώνων και των οχυρών, υπάρχει εκτενές δίκτυο υπόγειων στοών, που δεν είναι ακόμη επισκέψιμες και που κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν ως καταφύγια. Στο υπόλοιπο χώρο του Φρουρίου, η περιήγηση είναι ευχάριστη, ενώ η θέα της Παλιάς Πόλης προσφέρεται από πολλά σημεία άπλετη και εντυπωσιακή. Σήμερα εκτός από εγκαταστάσεις του Πολεμικού Ναυτικού, το Νέο Φρούριο φιλοξενεί εκθέσεις φωτογραφίας, ζωγραφικής κ.α., ενώ στους χώρους του βρίσκουν στέγη μουσικές συναυλίες και άλλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες.
ΤΟ ΛΙΣΤΟΝ
Σήμα κατατεθέν στη δυτική πλευρά της Σπιανάδα είναι το Λιστόν. Πρώην δημόσιο κτίριο με εντυπωσιακές καμάρες και φανάρια, συνιστά τη γαλλική «νότα», καθώς φιλοτεχνήθηκε στα πρότυπα της διάσημης Rue de Rivoli του Παρισιού. Το Λιστόν, που το όνομά του είναι παραφθορά της έκφρασης List d’ Or και προέρχεται από τη φράση Libro d’ Oro (Χρυσή Βίβλος), επειδή από μπροστά του είχαν δικαίωμα να περάσουν μόνον όσοι ήταν εγγεγραμμένοι στην παραπάνω «Λίστα των Ευγενών», υπήρξε κάποτε τόπος συγκέντρωσης της κερκυραϊκής αριστοκρατίας. Η ονομασία του μπορεί να προέρχεται και από τη λέξη Lista (δηλαδή «ευθεία γραμμή»), που στη βενετική διάλεκτο υποδήλωνε αρχικά ένα τμήμα δρόμου μπροστά από την κατοικία ενός πρεσβευτή, που οριοθετείτο από άσπρες πλάκες. Με το χρόνο η λέξη «liston» ταυτίστηκε με την κατά μήκος οριοθέτηση αυτή με πλάκες και στη συνέχεια κι ως χώρος περιπάτου και συναναστροφής.
Το εντυπωσιακό συγκρότημα κατοικιών κτίστηκε μεταξύ 1807-1814, από τους Γάλλους Αυτοκρατορικούς, την εποχή της Β' Γαλλικής Κυριαρχίας του νησιού. Το κτίριο σχεδιάστηκε από το Γάλλο αρχιτέκτονα Lesseps, ο οποίος επηρεάστηκε από τους αρχιτέκτονες Percier και Fontaine που είχαν σχεδιάσει την τοξοστοιχία στην Rue de Rivoli στο Παρίσι. Στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της κατασκευής του κτιρίου συνέπραξε ενεργά και ο Έλληνας μηχανικός Ιωάννης Παρμεζάν. Πρόκειται για συγκρότημα κτιρίων που αναπτύσσονται γραμμικά μπροστά στη Σπιανάδα, με ισόγειες τοξωτές στοές (που λέγονται βόλτες), που αρχικά χρησιμοποιήθηκαν ως στρατώνες. Στην περίοδο της Αγγλικής Αρμοστείας (1815-1864), οι Εγγλέζοι επέκτειναν τις τοξοστοιχίες, ενώ σταδιακά πρόσθεσαν τους ορόφους, που σήμερα φιλοξενούν κατοικίες και γραφεία και από το 1822 στεγάζονται εκεί προξενεία (Αυστριακό και Τούρκικο).
Οι στοές στο ισόγειο του Λιστόν αποτελούν ένα αρχιτεκτονικό στοιχείο που προστατεύει και ενοποιεί το κτίριο με το δημόσιο χώρο και αποτελούν το χαρακτηριστικό στοιχείο της αστικής ζωής στην Κέρκυρα. Εδώ και χρόνια φιλοξενούν εστιατόρια και καφενεία και έχουν πολλές κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές δραστηριότητες. Το Λιστόν αποτελούσε πάντα το πιο κοσμικό σημείο της πόλης και τόπο συνάντησης και διασκέδασης της αριστοκρατικής τάξη της πόλης. Σήμερα, για να έρθετε εδώ δε χρειάζεται να ανήκετε σε κάποια λίστα, αλλά να έχετε τύχη βουνό για να βρείτε ένα τραπέζι στα μοντέρνα καφενεία του που «κουρνιάζουν» κάτω από την τοξωτή στοά. Ακριβώς πίσω της εκτείνεται μια σειρά από πλακόστρωτους πεζόδρομους, που σηματοδοτούν την είσοδο στην καρδιά της Παλιάς Πόλης. Έτσι η μεγάλη στοά του Λιστόν, σε συνδυασμό με τη μεγάλη πλατεία της Σπιανάδα που ανοίγεται μπροστά του, συντέλεσε στο να δημιουργηθεί ο πιο εντυπωσιακός και ζωντανός δημόσιος χώρος της Ελλάδας.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ
Ακολουθώντας την οδό Νικηφόρου Θεοτόκη φτάνετε στην όμορφη και ζωντανή Πλατεία Ηρώων Κυπριακού Αγώνα, που κάποτε λεγόταν Πλατεία των Στερνών ή Del Banco. Οι ντόπιοι αποκαλούν την πλατεία αυτή «πλακάδα τ’ Αγιού», καθώς η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, που βρίσκεται εκεί, αποτελεί ένα είδος λαϊκής Μητρόπολης για την πόλη. Το καλοκαίρι η πλατεία γεμίζει πλανόδιους ζωγράφους και χειροτέχνες. Στο κέντρο της πλατείας υπάρχει ο ανδριάντας του Γ. Θεοτόκη (1844- 1916), Κερκυραίου πολιτικού που διετέλεσε 4 φορές πρωθυπουργός της χώρας, στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου.
Εδώ, σ’ ένα διώροφο κερκυραϊκό αρχοντικό, ιδιοκτησία της Ιονικής Τραπέζης, στεγάζεται το μοναδικό Μουσείο Χαρτονομισμάτων στην Ελλάδα. Είναι κτίριο της Αγγλοκρατίας κι αποτελεί ένα από τα σημαντικά δημόσια κτίρια που σχεδίασε ο σημαντικός Κερκυραίος αρχιτέκτονας Iωάννης Xρόνης. Άρχισε να χτίζεται το 1844, ως ένα από τα πρώτα κτίρια Τραπεζών στην Ελλάδα. Το κτίριο αρχικά συνδύαζε τη λειτουργία της Τράπεζας στο ισόγειο και την κατοικία του διευθυντή στους επόμενους δύο ορόφους του. Η Ίδρυση της Ιονικής Τράπεζας στην Κέρκυρα, είναι μια σημαντική στιγμή για τη νεώτερη οικονομική, και όχι μόνο, ιστορία της Ελλάδος. Το 1839, με ένα «διάταγμα της διαπρεπούς Γερουσίας της Κοινοπολιτείας των Ιονίων Νήσων» ιδρύθηκε η «Ιονική Κρατική Τράπεζα Limited», που αργότερα μετονομάστηκε σε Ιονική Τράπεζα, για να χρηματοδοτήσει το εμπόριο μεταξύ Επτανήσων και Μ. Βρετανίας. Η Ιονική Τράπεζα αποτελεί έτσι την παλαιότερη στη χώρα και συνέχισε τη δραστηριότητά της και μετά την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, το 1864, με υποκαταστήματα σε όλη τη Χώρα και στο εξωτερικό. Η Ιονική Τράπεζα σήμερα έχει συγχωνευτεί με την Alpha Bank. Το ιστορικό κτίριο της Ιονικής Τράπεζας αποτελεί μια μνημειακή, προσεγμένη κατασκευή με λαξευτή τοιχοποιία στο ισόγειο και περίτεχνο διάκοσμο στο αέτωμα της στέγης και στα ανοίγματα των ορόφων. Έχει όψη ναού, ιωνικού ρυθμού, με τοξωτά ανοίγματα.
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑΣ
Στο βάθος διακρίνεται η είσοδος του Αγίου Σπυρίδωνα και το μεγάλο πυργοειδές καμπαναριό του. Η εκκλησία στην οποία βρίσκεται σήμερα το λείψανο του αγίου κτίστηκε από Ενετούς το 1589 και προσελκύει πλήθος τουριστών. Η μονόχωρη Επτανησιακή Βασιλική Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα είναι εξωτερικά λιτά διακοσμημένη. Αντίθετα, το εσωτερικό του ναού, είναι πλούσιο σε διακόσμηση. Εντύπωση δημιουργεί το τέμπλο το οποίο κατασκευάστηκε το 1864 από μάρμαρο Πάρου και σχεδιάστηκε από τον αυστριακής καταγωγής αρχιτέκτονα Μ. Μάουερς. Οι εξίσου αξιόλογες εικόνες του τέμπλου είναι έργα του Κερκυραίου ζωγράφου Σπύρου Προσαλέντη. Η περίφημη «ουρανία» του ναού είναι χωρισμένη σε 17 τμήματα με χρυσά πλαίσια, ζωγραφισμένα αρχικά από το σπουδαίο Κερκυραίο ζωγράφο, Παναγιώτη Δοξαρά, το 1727. Οι αρχικές εικόνες ωστόσο δεν κατάφεραν να επιβιώσουν λόγω της υγρασίας. Στα μέσα του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1852, η «ουρανία» αποκαταστάθηκε και επανάκτησε χρώμα και ζωντάνια από τα χέρια του ζωγράφου Ν. Ασπιώτη. Άλλος ένας ζωγράφος, ένας από τους πολλούς και περίφημους καλλιτέχνες της Επτανησιακής Σχολής, του οποίου τα έργα ολοκλήρωσαν τη σημερινή διακόσμηση της εκκλησίας, είναι ο Σ. Σπεράντζας. Το καμπαναριό του ναού, το οποίο κτίστηκε το 1620 και δεσπόζει στην παλιά πόλη της Κέρκυρας, είναι λιτό, όπως άλλωστε θα ταίριαζε στην απλή εξωτερική όψη της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα. Πρόκειται για ψηλό καμπαναριό τετραγωνικής διατομής, ιταλικού τύπου, που μοιάζει με το κωδωνοστάσιο του ελληνικού ναού του Αγίου Γεωργίου (S. Giorgio del Greci) στη Βενετία. Αυτό που ξεχωρίζει στο ιταλικού τύπου καμπαναριό του Αγ. Σπυρίδωνα, είναι ο κόκκινος τρούλος στο τελείωμά του, ενώ ακριβώς κάτω από τη θέση της καμπάνας, βρίσκεται ένα μεγάλο ρολόι με λατινικούς αριθμούς και χρυσούς δείκτες. Από την άλλη έξοδο του ναού βγαίνετε στο ομώνυμο καντούνι, που βρίθει από καταστήματα με παραδοσιακά προϊόντα, ανάμεσα στα οποία και το χαρακτηριστικό κερκυραϊκό λικέρ κουμκουάτ.

ΟΔΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΘΕΟΤΟΚΗ
Επόμενη στάση, η οδός Νικηφόρου Θεοτόκη, ένας από τους κύριους εμπορικούς άξονες και ένας από τους παλαιότερους δρόμους της πόλης, καθώς προϋπήρχε του περιτειχίσματος των Ενετών και ένωνε τη Σπιανάδα με το Νέο Φρούριο και το λιμάνι διασχίζοντας την πύλη της Σπηλιάς. Ο ιστορικός αυτός δρόμος, υπήρξε από πολύ νωρίς η εμπορική ραχοκοκαλιά της πόλης. Είναι ο πλατύτερος δρόμος του ιστορικού κέντρου και σε συνδυασμό με τις εκατέρωθεν στοές, δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης της εμπορικής δραστηριότητας. Οι ισόγειες στοές των κτισμάτων, διαμορφώνουν ένα σκηνικό εξαιρετικής ομορφιάς αλλά και δίνουν τον απαραίτητο προστατευμένο χώρο για τις χρήσεις εμπορίου και αναψυχής.
Η οδός οφείλει το όνομά της στο Νικηφόρο Θεοτόκη, που γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1731. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κέρκυρα, δίπλα στον ιερομόναχο Ιερεμία Καββαδία, τον ίδιο άνθρωπο που υπήρξε δάσκαλος και του Ευγένιου Βούλγαρη, συνέχισε τις σπουδές του σε Φιλοσοφία, Ιατρική, Μαθηματικά και Φυσική στην Πάντοβα και Μπολόνια της Ιταλίας. Ο Θεοτόκης, μετά τις σπουδές του στα ιταλικά πανεπιστήμια, επιστρέφει στη γενέτειρά του και επιδιώκει να κερδίσει την αναγνώριση της τοπικής κοινωνίας μέσω του διδακτικού του έργου. Ιδρύει το Κοινόν Φροντιστήριο, όπου οι νέοι της Κέρκυρας φοιτούν δωρεάν. Η δράση του φτάνει κι εκτός του ελλαδικού χώρου: Λειψία, Μολδαβία, Ρωσία, Βενετία. Πεθαίνει στη Ρωσία το 1800.
Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΜΠΙΕΛΟ
Από την οδό Νικηφόρου Θεοτόκη, όποιον δρόμο κι αν επιλέξετε είναι σίγουρο ότι θα σας οδηγήσει στην περιοχή Καμπιέλο. Πρόκειται για την παλαιότερη και πιο γραφική συνοικία της Παλιάς Πόλης, που διατηρεί ατόφια την αρχιτεκτονική της. Στο εσωτερικό της, ανάμεσα στα στενά και δαιδαλώδη καντούνια, εμφανίζονται αναπάντεχα ανοίγματα, μικρές πλατείες ή μικρά πλατώματα που λειτουργούν ουσιαστικά σαν κόμβοι διανομής της κίνησης σε δίστρατα και τρίστρατα.

Τα σκοτεινά περάσματά της καταλήγουν απρόσμενα σε μικρά πλατώματα με εκκλησίες και πέτρινα πηγάδια στο κέντρο τους, χαριτωμένα εστιατόρια και όμορφους κήπους, κάνοντάς την ιδανικό μέρος για έναν απογευματινό περίπατο ή για ένα ρομαντικό δείπνο. Τα στενά σοκάκια με τα πολυώροφα παλιά σπίτια και τα ρούχα που κρέμονται από σχοινιά (δεμένα σε αντικριστά κτίρια) αποτελούν ένα μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα σκηνικό, που έχει ανάλογό του, στην ιδιότυπη ανάπτυξη του ιστού της Βενετίας με τα μικρά campi (πλατείες που συνήθως έχουν πέτρινα πηγάδια στο κέντρο τους).

ΠΛΑΤΕΙΑ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟΥ
Επιστρέφοντας στη Νικηφόρου Θεοτόκη, στρίψτε αριστερά στη Μιχ. Θεοτόκη και συνεχίστε μέχρι την Ευγενίου Βούλγαρη. Μπροστά σας υψώνεται η πλατεία Δημαρχείου, που αποτελούσε το κοινωνικό, διοικητικό και πνευματικό κέντρο της Ενετικής Κέρκυρας. Σχεδιασμένη και οριοθετημένη από μια σειρά σημαντικά δημόσια κτίρια, διαθέτει τα κατεξοχήν χαρακτηριστικά της αστικής πλατείας. Αποτελεί την κυριότερη πλατεία της πόλης, εάν εξαιρέσουμε το μεγάλο δημόσιο χώρο της Σπιανάδα. Γύρω από την πλατεία βρίσκονταν σπουδαία δημόσια κτίρια, όπως η Λότζια (στοά) των Ευγενών που αργότερα έγινε Θέατρο και σήμερα στεγάζει το Δημαρχείο, η Καθολική Μητρόπολη Αγίων Ιακώβου και Χριστόφορου (San Giacomo) και η Κατοικία του Λατίνου Αρχιεπισκόπου, που σήμερα στεγάζει υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
Το κτίριο που σήμερα στεγάζει το Δημαρχείο της Κέρκυρας άρχισε να κτίζεται το 1663, αρχικά ως Στοά των Ευγενών (Loggia dei Nobili), ένα είδος Εντευκτηρίου όπου συγκεντρώνονταν τα μέλη της για συζητήσεις, εκδηλώσεις και ψυχαγωγία, κατά τα πρότυπα ανάλογων Στοών στις Ιταλικές πόλεις της Αναγέννησης. Με το αυξημένο ενδιαφέρον της Βενετίας για την Κέρκυρα και τη συγκέντρωση εδώ πολυάριθμων πληρωμάτων του στόλου της Γαληνότατης, ο Γενικός Προβλεπτής της Ανατολής Andrea Corner παίρνει την πρωτοβουλία, το 1720, να μετατρέψει τη Στοά σε Θέατρο για τη διασκέδαση των αξιωματικών. Το θέατρο ονομάστηκε «Nobile Teatro di San Giacomo», καθώς βρίσκεται δίπλα στην Καθολική Μητρόπολη San Giacomo. Το San Giacomo, το πρώτο Θέατρο σε ελληνικό χώρο, λειτούργησε με όλες τις Ευρωπαϊκές μεθόδους και προδιαγραφές, με έμφαση στο ιταλικό μελόδραμα και στην όπερα, αλλά και την Commedia dell’ Arte. Οι παραστάσεις άρχιζαν με ιδιαίτερη επισημότητα, παρουσία αξιωματούχων της Βενετίας και των κερκυραϊκών αρχών. Η αυλαία του San Giacomo φιλοξένησε για δύο αιώνες θρυλικές όπερες συνθετών. όπως ο Ροσίνι, ο Μπελίνι ή ο Βέρντι και συγγραφέων, όπως ο Γκολντόνι, ο Ρακίνας ή ο Βολτέρος. Το αναγεννησιακού ρυθμού κτίριο, είναι κατασκευασμένο από λαξευτή πέτρα Σινιόν, σε σχέδια αγνώστου αρχιτέκτονα. Εξωτερικά ήταν πλούσια διακοσμημένο με αψίδες και μπαρόκ γλυπτά. Η πλατεία είχε 12 σειρές καθίσματα και πάνω από αυτήν βρίσκονταν τρεις σειρές θεωρείων (23 συνολικά). Η σκηνή του θεάτρου βρίσκονταν στη δυτική πλευρά. Η αυλαία του αποτελούσε ένα εξαιρετικό έργο τέχνης, φιλοτεχνημένη από τον Giovanni Buzatto, Σύμβουλο της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Βενετίας, ή κατά άλλους από τον Napoleone Genovesi. Την κοσμούσαν παραστάσεις από την Οδύσσεια και τον Οδυσσέα στο μυθικό νησί των Φαιάκων, δηλαδή την Κέρκυρα. Η αυλαία σώθηκε από την καταστροφή του Θεάτρου το 1943 και σήμερα βρίσκεται στους χώρους του νέου Δημοτικού Θεάτρου της Κέρκυρας, όπως και η Portantina, ένα επίχρυσο φορείο με βελούδινο κάθισμα, που πηγαινοέφερνε, από το ξενοδοχείο στο θέατρο, την πριμαντόνα της κάθε παράστασης. Στα 1832, έγιναν κάποιες προσθήκες για την επέκταση του θεάτρου, οι οποίες αφαιρέθηκαν αργότερα, όταν μετατράπηκε σε Δημαρχείο, το 1902.
Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ
Στη ίδια πλατεία, το βλέμμα σας σίγουρα θα μαγνητίσει και η Καθολική Μητρόπολη της Κέρκυρας. Ο ναός των Αγίων Ιακώβου και Χριστόφορου αποτελεί, όπως ο ναός του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης και ο ναός της Παναγίας της Τενέδου ή του Καρμήλου, έναν από τους ιερούς ναούς που περιλαμβάνονται στην Καθολική Αρχιεπισκοπή Κέρκυρας-Ζακύνθου και Κεφαλληνίας, που ίσως είναι η πρώτη στην Ελλάδα καθώς ιδρύθηκε το 1369 μ.Χ. Ο ναός υπάγεται διοικητικά στη Μητρόπολη της Βενετίας, που με τη σειρά της υπάγεται στη Μητρόπολη της Φλωρεντίας και αποτελεί τη Μητρόπολη του Ιονίου Πελάγους. Εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες περίπου 3.000 πιστών, κυρίως μαλτέζικης καταγωγής, στην Κέρκυρα. Ο ναός, που ονομάζεται και Duomo, κτίστηκε το 1553 μ.Χ., όταν επίσκοπος ήταν ο Ιάκωβος Cocco, ο οποίος τον καθαγίασε, και από το 1565 μ.Χ. και μετά αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί την Καθολική Μητρόπολη της Κέρκυρας και ολόκληρου του Ιονίου Πελάγους. Ο ναός δέχτηκε διάφορες μετασκευές μέχρι να πάρει τη σημερινή του μορφή. Το 1658 πραγματοποιήθηκαν μετασκευές από το Λατίνο Επίσκοπο Κάρολο Labbia, ενώ παράλληλα προστέθηκαν και τα 6 παρεκκλήσια του ναού. Μετά από περίπου 50 χρόνια (1709) ανακαινίστηκε ξανά από τον Καθολικό Επίσκοπο Αύγουστο Zacco και η οριστική μορφή της Καθολικής Μητρόπολης αποκτήθηκε ουσιαστικά το 1905. Δυστυχώς, μετά από περίπου 40 χρόνια, το 1943, στους γερμανικούς βομβαρδισμούς, το εσωτερικό του ναού υπέστη μεγάλη καταστροφή και η αναστήλωσή ολοκληρώθηκε από τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο Αντ. Βαρθαλίτη, το 1970. Το κεντρικό Βήμα είναι αφιερωμένο στον Εσταυρωμένο Χριστό, αριστερά βρίσκονται τα τρία παρεκκλήσια του Αγ. Σπυρίδωνα και του Αγ. Αρσενίου, της Αμίαντης Σύλληψης της Θεοτόκου και του Παναχράντου Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, ενώ δεξιά βρίσκονται τα παρεκκλήσια του Χριστού Βασιλέα του Σύμπαντος, της Παναγίας της Υγείας και της Αγ. Θηρεσίας του Λιζιέ. Ο ναός διαθέτει διάφορα αξιόλογα έργα τέχνης, ένα από τα οποία είναι τοιχογραφία του αγιογράφου Χρυσολωρά, χρονολογίας 1756.
Η PORTA REMOUNDA
Στη συνέχεια ανηφορίστε τη Γκίλφορντ μέχρι να φτάσετε στην περιοχή Porta Remounda, ένα από τα πιο αυθεντικά τμήματα της Παλιάς Πόλης με λιθόκτιστα σπίτια, που σε ταξιδεύουν στο παρελθόν.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όποιον κάθετο δρόμο κι αν πάρετε θα σας βγάλει πάλι στη Σπιανάδα και στο Λιστόν. Εκεί, μετά από μία «εφ’ όλης της ύλης» περιήγηση στην Παλιά Πόλη της Κέρκυρας, ένας απολαυστικός καφές θα είναι ό,τι πρέπει για να κλείσετε τη μέρα σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου