18 Σεπ 2011

Η αρχαία Αθήνα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η άνθηση του δυτικού πολιτισμού άρχισε πριν από 2.500 χρόνια στην Αττική, σ' ένα μικρό ελληνικό κράτος, και ιδιαίτερα στην πρωτεύουσά του την Αθήνα. Όμως στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. η Αθήνα σχεδόν αφανίστηκε. Η Ακρόπολη, ένα από τα πιο διάσημα ιστορικά αξιοθέατα του κόσμου, στους αρχαίους χρόνους ήταν το θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της πόλης. Αλλά το 480 π.Χ. τα κτίρια της Ακρόπολης κάηκαν ολοσχερώς. Η Αθήνα κατακλύστηκε από ένα στρατό περίπου 300.000 χιλιάδων Περσών, που εισέβαλε στην πόλη, υπό την ηγεσία του τρομερού και επιφανή βασιλιά Ξέρξη Α'. Οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν την πόλη και οι Πέρσες την κατέλαβαν. Φαινόταν ότι αυτό θα ήταν το τέλος της Αθήνας, αλλά μέσα στα επόμενα 50 χρόνια η πόλη αναδείχθηκε ως η πολιτιστική πρωτεύουσα ολόκληρου του ελληνικού κόσμου, και η κοιτίδα της σύγχρονης δυτικής επιστήμης και φιλοσοφίας. Η Ακρόπολη ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων με μεγαλοπρέπεια. Μέχρι το 430 π.Χ. την κοσμούσαν τα ωραιότερα μνημεία του κόσμου, με πιο σημαντικό τον Παρθενώνα, το ναό της Αθηνάς παρθένου. Πώς αναβίωσε η Αθήνα από τις στάχτες και έγινε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις στους αρχαίους χρόνους; Ποιοι ήταν οι ηγέτες, οι αρχιτέκτονες και οι καλλιτέχνες που την έκαναν μοναδική στην ιστορία;

Ο ΧΡΥΣΟΣ ΑΙΩΝΑΣ
Μετά την αποχώρηση των Περσών από την Αθήνα, ένας ηγέτης που έζησε το 460 π.Χ. θα έκανε την πόλη πολιτιστική και στρατιωτική δύναμη στον ελληνικό κόσμο. Αυτός ήταν ο Περικλής, και δεν έκανε μόνο δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, αλλά ανασύστησε το στρατό και έχτισε μερικά από τα πιο ωραία μνημεία όλων των εποχών. Στη διάρκεια των 30 ετών εξουσίας του Περικλή, η Ακρόπολη, που είχε καταστραφεί ολοσχερώς από τους Πέρσες, ανοικοδομήθηκε. Το βασικό κτίριο της ήταν ο Παρθενώνας, αλλά κτίστηκαν κι άλλοι ναοί που ήταν αριστουργήματα. Ο Περικλής οδήγησε την πόλη στη χρυσή της εποχή και έκανε το όνομα της Αθήνας αθάνατο. Ήταν η εποχή των μεγάλων καλλιτεχνών, όπως ο γλύπτης Φειδίας. Ήταν επίσης η εποχή των μεγάλων φιλοσόφων, όπως ο Σωκράτης και ο Πλάτων, που μελετούσαν τις βασικές αλήθειες στις σχολές τους. Στο θέατρο, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης έθεσαν τα θεμέλια της τραγωδίας και του κωμικού δράματος. Σχεδόν κάθε στοιχείο του δυτικού πολιτισμού, ακόμα και ο αθλητισμός, πηγάζουν από την Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. Ο Περικλής πέθανε το 429, μετά από τον λοιμό του 430 π.Χ. που κόστισε τη ζωή πολλών Αθηναίων. Όμως τα επιτεύγματά του παραμένουν αναλλοίωτα. Η Αθήνα ήταν η κορύφωση μιας δυναμικής κοινωνίας που αναπτύχθηκε με το πέρασμα χιλιάδων ετών.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Η Ελλάδα είναι μια χώρα με πανέμορφα τοπία. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι στα δάση και στα νερά κατοικούσαν θεοί και θεές και άλλα υπερφυσικά όντα. Πράγματι, στους αρχαίους καιρούς στην περιοχή κατοικούσαν διάφορα σπάνια όντα. Οι πρώτοι λαοί έφτασαν στην Ελλάδα σχεδόν 2.000 χρόνια π.Χ., στις αρχές της εποχής του χαλκού. Ανήκαν στον κλάδο των ινδοευρωπαϊκών φύλων που μετανάστευσαν από την τεράστια περιοχή της Ευρασίας. Οι πρώτοι Έλληνες ήταν πολεμικές φυλές, με κοινή γλώσσα, που όμως πολεμούσαν μεταξύ τους για να καταλάβουν τα πιο πλούσια και εύφορα μέρη. Οι πρώτοι οικισμοί ήταν κυρίως πρωτόγονες αγροτικές κοινότητες. Μεταξύ του 1500 και 1200 π.Χ. συνέβη μια πληθυσμιακή έκρηξη που οδήγησε σε γρήγορες πολιτιστικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Παλάτια και ναοί υψώνονταν παντού, μερικά απομεινάρια των οποίων μπορούμε να δούμε ακόμα και σήμερα. Αυτά συνέθεταν το κατάλληλο σκηνικό για μύθους, όπως του ποιητή Ομήρου και ιστορίες όπως η «Αργοναυτική Εκστρατεία» και οι «Άθλοι του Ηρακλή». Οι πιο πολλές από αυτές τις ιστορίες ήταν περισσότερο μύθοι παρά γεγονότα. Μια από αυτές θεωρείται αληθινή, και είναι το ομηρικό έπος της Ιλιάδας, που αναφέρεται στον πόλεμο των Ελλήνων κατά των Τρώων. Η Τροία ήταν η πόλη καταλήφθηκε με το Δούρειο Ίππο, ένα ξύλινο άλογο γεμάτο Έλληνες στρατιώτες. Όμως, η Τροία ήταν μύθος ή υπήρξε πράγματι; Μέχρι τη σύγχρονη εποχή, η πόλη και ο πόλεμος θεωρούνταν ότι αποτελούσαν μύθους. Όμως, το 1870, ο Ερρίκος Σλήμαν, ένας Γερμανός αρχαιολόγος, άρχισε να ανακαλύπτει τα ερείπια της Τροίας. Η πόλη πράγματι είχε καταστραφεί από τον πόλεμο που είχε εξαπολύσει ένας μεγάλος συνασπισμός που αποτελείτο απ’ τις μεγαλύτερες πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ήταν ένας σπάνιος συνασπισμός, επειδή συνήθως οι πόλεις αυτές πολεμούσαν μεταξύ τους. Στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. υπήρχαν περίπου 4,5 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ελλάδα. Ήταν την εποχή εκείνη που η Αθήνα έγινε η πιο ισχυρή πόλη-κράτος.

Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ
Η Αθήνα ζει και ευημερεί ακόμα και σήμερα. Η σύγχρονη πόλη γύρω από την Ακρόπολη ενσωματώνει διάφορα ερείπια των αρχαίων χρόνων, αποδεικνύοντας ότι ήταν τόπος που κατοικήθηκε συνεχώς από ανθρώπους για χιλιάδες χρόνια. Με έναν πληθυσμό περίπου 5 εκατομμυρίων ανθρώπων, η πόλη είναι συχνά χαοτική και με αρκετό νέφος. Εντούτοις παραμένει μια ζωντανή ανάμνηση ενός κόσμου που χάθηκε. Σε πολλά μέρη, παρατηρούμε τις διάφορες ιστορικές περιόδους που διάνυσε η πόλη, στα κτίρια που χτίστηκαν το ένα πάνω στο άλλο. Αλλά πάντα, πάνω από την πόλη, υψώνεται με μεγαλοπρέπεια ο θαυμάσιος Παρθενώνας και οι άλλοι πανέμορφοι ναοί της Ακρόπολης. Η λέξη «ακρόπολη» σημαίνει το ψηλότερο σημείο της πόλης, Οι περισσότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας είχαν μια ακρόπολη. Στην πραγματικότητα, το κτίσιμο όλων των πόλεων άρχιζε από τον ψηλότερο λόφο. Τέτοιοι λόφοι ήταν φυσικά οχυρά που προστάτευαν από άγρια ζώα και εχθρικά στρατεύματα. Καθώς η Αθήνα αυξανόταν και επεκτεινόταν, στην Ακρόπολη ζούσαν και εργάζονταν οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Εκεί δίδασκαν οι φιλόσοφοι και ήταν το κέντρο της εκτελεστικής εξουσίας. Και το πιο σημαντικό, εκεί ήταν ο τόπος λατρείας των θεών.
Ο λόφος κατοικείτο από την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. Στη μυκηναϊκή περίοδο, γύρω στο 1200 π.Χ., τα αρχικά τείχη αντικαταστάθηκαν από οχυρώματα, που σύμφωνα με τους μύθους χτίστηκαν από μυθικούς γίγαντες. Από τον 6ο αιώνα π.Χ. άρχισαν να χτίζονται πάνω σ’ αυτόν τα ιερά των Αθηναίων, όπως το Εκατόμπεδον κ.ά., που καταστράφηκαν κατά τους Περσικούς πολέμους. Η ανοικοδόμηση των τειχών και των ιερών άρχισε μετά την ήττα των Περσών, το 465 π.Χ., την εποχή δηλαδή του Περικλή (495-429 π.Χ.). Το 450 π.Χ., η Ακρόπολη έλαβε μια τέτοια αρχιτεκτονική εμφάνιση, που κατέστη το πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Υπό την επίβλεψη του γλύπτη Φειδία και των αρχιτεκτόνων Μνησικλή, Καλλικράτη και Καλλίμαχου χτίστηκαν και διακοσμήθηκαν ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο ναός της Απτέρου Νίκης. Η αρχιτεκτονική της έμεινε ουσιαστικά αναλλοίωτη και μετά την παρακμή της Αθήνας, που ακολούθησε την ήττα της από τη Σπάρτη. Αργότερα, τον 2ο αιώνα μ.Χ., οι Ρωμαίοι έχτισαν νέα τείχη και κτίρια, όπως το φαντασμαγορικό θέατρο του Ηρώδη του Αττικού, στη νότια πλευρά της Ακρόπολης.

ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ
Την εποχή του Περικλή, [1] η Αθήνα έφτασε στο αποκορύφωμα της δόξας της. Αναπτύσσονταν μεγάλα πολιτιστικά και πολιτικά γεγονότα. Το βιοτικό επίπεδο που απολάμβαναν οι πολίτες ήταν υψηλό. Οι άνθρωποι ζούσαν και εργάζονταν σε μια περίοδο ευημερίας και ειρήνης. Οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ήταν ευσεβείς. Πίστευαν στην απόλυτη εξουσία των θεών, που μπορούσαν να τους βοηθήσουν ή να τους βλάψουν. Θρησκευτικές γιορτές γίνονταν σε όλη τη διάρκεια του έτους. Ο αρχηγός της οικογένειας έκανε συχνά θυσίες στους θεούς. Επίσης έκαναν προσφορές στους θεούς και σε ειδικές περιπτώσεις, για παράδειγμα, όταν κάποιος ήταν άρρωστος ή έφευγε για επικίνδυνο ταξίδι. Οι τακτικές εκδηλώσεις κορυφώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια με μια μεγάλη πομπή προς την Ακρόπολη. Αυτά ήταν τα Παναθήναια προς τιμή της προστάτιδας θεάς Αθηνάς. Όλοι οι Αθηναίοι, ανεξάρτητα από τη θέση ή την ασχολία τους, μπορούσαν να πάρουν μέρος στην πορεία των Παναθηναίων. Κατά τη διάρκεια της τελετής, δυο νεαρές παρθένες πρόσφεραν στη θεά ένα πέπλο με περίτεχνα κεντήματα. Η πομπή έμπαινε στην Ακρόπολη από τα Προπύλαια.

ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ
Η επιβλητική αυτή δυτική είσοδος της Ακρόπολης άρχισε να χτίζεται από το 437-432 π.Χ., μετά την ολοκλήρωση του Παρθενώνα, πάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μνησικλή. Το οικοδόμημα αυτό διαιρείται σε τρία μέρη. Στο κέντρο είναι ένα ναόσχημο μακρύ κτίσμα με ψηλό αέτωμα και όψη δωρικού ναού. Δεξιά και αριστερά από αυτό είναι χτισμένες από μία πτέρυγα που μοιάζουν με δωρικούς ναούς χωρίς αέτωμα, αλλά έχουν στέγη αετοειδή. Το κεντρικό οικοδόμημα είναι κάτι το μοναδικό στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Έξι κίονες δωρικού ρυθμού κοσμούν την πρόσοψη. Οι κίονες λεπταίνουν όσο προχωρούν από τη βάση προς την κορυφή. Πάνω σ’ αυτούς στηριζόταν ένα αέτωμα χωρίς διακόσμηση. Ο κύριος χώρος διαιρείται σε τρία κλίτη με δυο σειρές από ιωνικούς κίονες (τρεις σε κάθε πλευρά). Στην αριστερή πλευρά των Προπυλαίων βρισκόταν η Πινακοθήκη όπου την εποχή εκείνη υπήρχε μια έκθεση με πολλά έργα ζωγραφικής (κυρίως του Πολύγνωτου) και αργότερα ένα πορτρέτο της Αφροδίτης από τον ζωγράφο Απελλή. Όλα αυτά τα αριστουργήματα έχουν πια χαθεί. Στη δεξιά πλευρά των Προπυλαίων υπήρχε ο Ναός της Αθηνάς Νίκης. Στην εποχή του Περικλή, το κτίριο περιείχε ένα πανέμορφο άγαλμα, την Άπτερο Αθηνά. «Άπτερος» σημαίνει χωρίς φτερά, και λέγεται ότι της αφαίρεσαν τα φτερά για να μη μπορεί φύγει η θεά ποτέ από την πόλη. Ήταν έργο του αρχιτέκτονα Καλλικράτη, ένα αριστούργημα από μάρμαρο, που έγινε στη διάρκεια των ανακωχών μεταξύ των πολλών πολέμων των Αθηναίων και των αιωνίων αντιπάλων τους, των Σπαρτιατών.
Τα Προπύλαια δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Το 431 π.Χ. άρχισε ο Πελοποννησιακός πόλεμος και οι εργασίες σταμάτησαν. Το 429 π.Χ. πέθανε ο Περικλής και οι διάδοχοί του δεν έδειξαν ενδιαφέρον για τη συνέχιση του έργου.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΥΛΗ
Αφού περνούσαν τα Προπύλαια, οι λατρευτές έμπαιναν στην εσωτερική αυλή. Εκεί ορθωνόταν το άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς, που αποθανάτιζε τη νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα. Ήταν ένα από τα πρώτα αγάλματα της Αθηνάς. Είχε ύψος 11 περίπου μέτρα και ήταν από ορείχαλκο. Η θεά ήταν πάνοπλη, με κράνος και χρυσή λόγχη. Ήταν έργο του Φειδία. Μεταφέρθηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Καταστράφηκε το 1204 μ.Χ.
Στη δεξιά πλευρά υπήρχε η Στοά της Βραυρωνίας Αρτέμιδος (προστάτιδας των λεχώνων). Πίσω από τη στοά της Άρτεμης, φαινόταν ο Παρθενώνας, μια θέα που μπορούμε να δούμε ακόμα και σήμερα. Ανάμεσα στα δύο κτίρια μεσολαβούσε η Χαλκοθήκη, ένας χώρος όπου φύλατταν χάλκινα αναθήματα (αγάλματα, όπλα, σκεύη), προσφορές πιστών στη θεά Αθηνά.
Στην απέναντι πλευρά, αριστερά μετά την είσοδο, υπήρχε το Αρρηφόριο. Ήταν η κατοικία των Αρρηφόρων, δυο κοριτσιών 7-11 ετών, που επιλέγονταν κάθε χρόνο για να υφάνουν το πέπλο της Αθηνάς που κάλυπτε το ξόανο της θεάς στη γιορτή των Παναθηναίων.

ΕΡΕΧΘΕΙΟ
Αριστερά και απέναντι από τον Παρθενώνα υπάρχει το Ερέχθειο (421-407 π.Χ.). Έχει χαρακτηρισθεί ως το πιο κομψό και συγχρόνως το πιο ιδιόρρυθμο κτίριο της Ακρόπολης. Στη θέση του μάλλον υπήρχε παλαιότερος, μικρών διαστάσεων ναός του 8ου αιώνα π.Χ. Αν και από πολύ νωρίς το κτίσμα συνδέθηκε με τον Εριχθόνιο, του οποίου ο μυθικός Ερεχθέας ίσως να αποτελεί απλή προσωποποίηση, ο όρος Ερέχθειο (οίκος του Ερεχθέα) είναι αρκετά ύστερος. Κατά τη μυθολογία, εδώ είχε την κατοικία του ο μυθολογικός βασιλιάς Ερεχθέας της Αθήνας, που αργότερα ταυτίστηκε με τον Ποσειδώνα. Ο ναός αρχικά αποκαλείτο ναός ή ιερό του Ερεχθέα, αλλά η πιο συχνή ονομασία του ήταν «αρχαίος νεώς» ή «ο νεώς ο εν τη πόλει εν ώ το αρχαίον άγαλμα».
Κατά μία άποψη, οι απαρχές του κλασσικού Ερεχθείου ανάγονται στα χρόνια του Περικλή και η κατασκευή του αποδίδεται στον Μνησικλή (ή στον Καλλίμαχο), και είναι ένα από τα αριστουργήματα του ιωνικού ρυθμού. Όμως ως επικρατέστερη χρονολογία κατασκευής του θεωρείται η περίοδος της Νικίειου Ειρήνης (421-415 π.Χ.). Πιστεύεται ότι οι εργασίες διακόπηκαν για ένα διάστημα, λόγω της καταστροφής των αθηναϊκών δυνάμεων στη Σικελία (413 π.Χ.). Κατά πάσα πιθανότητα επαναλήφθηκαν το 409/8 π.Χ. από τον Φιλοκλή, μετά τις νέες νικηφόρες επιχειρήσεις του Αλκιβιάδη το 410 π.Χ. Οι γυναίκες, την περίοδο μεταξύ 421 και 406, δεν επιτρέπονταν να μπουν εκεί, στον πιο ιερό ναό της Ακρόπολης. Ανάμεσα στο Ερέχθειο και στον Παρθενώνα διακρίνονται τα απομεινάρια ενός αρχαϊκού ναού («Αρχαίος Νεώς») του 6ου αιώνα π.Χ., αφιερωμένου στην Πολιάδα Αθηνά. Το 406/5 π.Χ. θα πρέπει να υπήρχε ακόμα ο ναός αυτός της Αθηνάς, που έκρυβε ένα μέρος της νότιας πρόσοψης του Ερεχθείου. Δεν ξέρουμε πότε ακριβώς «απαλλάχθηκε» το Ερέχθειο από την «ενοχλητική» παρουσία του, όμως η άποψη ότι ο «αρχαίος νεώς» επέζησε μέχρι τα χρόνια του Παυσανία (2ος αιώνα μ.Χ.) δεν είναι πειστική. Το Ερέχθειο αφιερώθηκε στην Αθηνά και στον Ποσειδώνα, ο οποίος εν μέρει ταυτιζόταν με τον Ερεχθέα, και ήταν το ιερότερο οικοδόμημα της Ακρόπολης. Εδώ όμως λατρεύονταν και ο Ήφαιστος, ο Κέκροπας, καθώς και ο τοπικός ήρωας Βούτης.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ασυνήθιστη διάρθρωση του κτιρίου, που αποτελεί το πιο ιδιόμορφο οικοδόμημα της Ακρόπολης, από άποψη αρχιτεκτονικού σχεδίου. Αυτό εξηγείται, όμως, αν αναλογιστεί κανείς τις συνθήκες που υπαγόρευαν αυτήν τη διάρθρωση. Αφενός η ανωμαλία του εδάφους καθιστούσε απαραίτητη την ανάπτυξη του χώρου σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Αφετέρου, η ανάγκη να συμπεριληφθούν στο νέο κτίσμα όσο το δυνατόν περισσότερα από τα αρχαία σύμβολα που συνδέονταν με τις παλαιότερες λατρείες και τον προγενέστερο ναό καθώς και ο μυστηριακός χαρακτήρας των λατρευτικών πράξεων που τελούνταν εκεί επέβαλλαν μια αρχιτεκτονική διαμόρφωση διαφορετική από τα καθιερωμένα πρότυπα.
Εσωτερικά ο ναός ήταν χωρισμένος σε δύο τμήματα. Το ανατολικό τμήμα προς την πρόσοψη ήταν της Αθηνάς, το δυτικό του Ποσειδώνα. Μία εξάστυλη ιωνική στοά οδηγούσε στο μονόχωρο ανατολικό τμήμα, που ήταν αφιερωμένο στην Αθηνά. Στο ιερό της Αθηνάς στεγαζόταν το πανάρχαιο (όρθιο ή καθιστό) ξόανο της Αθηνάς, το Παλλάδιο, πιθανότατα πρωτόγονης μορφής, στο οποίο απευθυνόταν η λατρεία και το οποίο έντυναν με τον πέπλο κατά την εορτή των Παναθηναίων. Ήταν η πιο παλιά αναπαράσταση της Αθηνάς, δηλαδή ένα άγαλμά της κατασκευασμένο από ξύλο ελιάς, για το οποίο πίστευαν ότι είχε πέσει στη γη από τον ουρανό («διιπετές»). Μπροστά του έκαιγε «χρυσή λυχνία» (λυχνάρι), έργο του Καλλίμαχου (5ος αιώνας π.Χ.), και πάνω από αυτήν βρισκόταν χάλκινος φοίνικας. Στις δυο πλευρές της εισόδου βρίσκονταν δύο παράθυρα, ενώ η οροφή ήταν ξύλινη και διακοσμημένη με φατνώματα. Η μορφή του εσωτερικού της ανατολικής αίθουσας δεν μπορεί να προσδιορισθεί με σαφήνεια, επειδή ο χώρος υπέστη μετατροπές στα μεσαιωνικά χρόνια.
Το δυτικό τμήμα (το ιερό του Ποσειδώνα), ήταν μικρότερο από το ανατολικό, βρισκόταν 3μ. πιο χαμηλά από εκείνο και κατεβαίνει κανείς εκεί με 12 σκαλοπάτια. Εσωτερικά διακρινόταν σε δύο μέρη, τον δίχωρο σηκό, αφιερωμένο στη λατρεία του Ηφαίστου και του Βούτη (επώνυμου ήρωα του γένους των Ετεοβουταδών), και τον πρόδομο με τρεις εισόδους (από βορρά, δύση και νότο), όπου λατρευόταν ο Ποσειδών-Ερεχθέας. Τη βόρεια είσοδο στέγαζε μεγαλοπρεπές πρόπυλο από 6 ιωνικούς κίονες σε διάταξη Π, ενώ την οροφή στόλιζαν μαρμάρινα φατνώματα. Στην αριστερή πλευρά του δαπέδου, πριν τη μεγάλη θύρα, βρισκόταν ο βωμός του Δία Υπάτου (είχε σχηματιστεί από τα λιωμένα υλικά των θυσιών) και στον βράχο του δαπέδου υπήρχαν τρεις τρύπες που προκλήθηκαν από το χτύπημα της τρίαινας του Ποσειδώνα, όπως πίστευαν οι αρχαίοι, κατά τη φιλονικία του με την Αθηνά ή το σημάδι του κεραυνού, με τον οποίο ο Δίας σκότωσε τον Ερεχθέα. Εδώ επίσης πιστεύεται ότι υπήρχαν οι τάφοι του Ερεχθέα και του Κέκροπα, των θρυλικών ιδρυτών της πόλης. Μαρμαροστρωμένη αυλή και σκάλα στα ανατολικά του βορείου προπύλου χρησίμευε για τη μετάβαση από το ένα επίπεδο στο άλλο. Μέσα στον πρόδομο υπήρχε η «Ερεχθηίς θάλασσα», το πηγάδι του αλμυρού νερού που ανέβλυσε όταν ο Ποσειδών χτύπησε το βράχο με την τρίαινά του.
Το πιο γνωστό όμως μέρος του Ερεχθείου είναι η «Παράσταση των Κορών», δηλαδή οι περίφημες Καρυάτιδες, που κοσμούσαν το ΝΔ άκρο του ναού. Πρόκειται για ένα σκεπαστό μπαλκόνι, του οποίου τη στέγη κοσμούσαν εσωτερικά φατνώματα και η οποία στηρίζεται όχι σε κίονες, αλλά σε έξι αγάλματα νεαρών παρθένων εξαιρετικής τέχνης. Τα αγάλματα αυτά, που έχουν υποστεί αρκετές ζημιές από το χρόνο, ίσως να ήταν πραγματικές αναπαραστάσεις κοριτσιών με απαράμιλλη ομορφιά, που έζησαν και πέθαναν εδώ πάνω από 2.000 χρόνια. Από μικροσκοπικά θραύσματα ζωγραφικής, οι αρχαιολόγοι κατόρθωσαν να αναπλάσουν γύψινα αντίγραφα με κάποια στοιχεία αυθεντικότητας.
Στη δυτική πλευρά του ποδιού της πρόστασης μικρό άνοιγμα οδηγούσε κάτω στον τάφο του Κέκροπα, έναν απλό τύμβο σε κάποια γωνία του παλαιού μυκηναϊκού ανακτόρου. Στον ημιυπαίθριο προαύλιο χώρο εμπρός από την δυτική πρόσοψη, που προϋπήρχε του Ερεχθείου ως τέμενος προς τιμήν της Πανδρόσου, φύλαγαν την ιερή ελιά που η Αθηνά φύτρωσε από τη γη. Κατά τη μυθολογία, στο σημείο αυτό έγινε η μυθική φιλονικία της Αθηνάς και του Ποσειδώνα, του θεού της θάλασσας, για την κυριαρχία της πόλης. Ο Ποσειδώνας χτύπησε το βράχο με την τρίαινά του και ξεπήδησε νερό. Με τη σειρά της, η Αθηνά χτύπησε με το δόρυ της και φύτρωσε η ελιά. Οι θεοί, που ήταν κριτές, έδωσαν τη νίκη στην Αθηνά. Οι Αθηναίοι, όμως, θέλοντας να συμβιβάσουν τους δύο αντίπαλους θεούς, τους αφιέρωσαν από ένα ιερό κάτω από την ίδια στέγη. Στον σηκό συναντούσε κανείς ζωγραφικές παραστάσεις με θρησκευτική θεματολογία και μαρμάρινους θρόνους που προορίζονταν για τους ιερείς του Ηφαίστου και του Βούτου. Κάτω από το Ερέχθειο βρίσκεται η τρύπα όπου κατοικούσε ο «οικουρός όφις», το ιερό φίδι της Αθηνάς, στον οποίο απευθύνονταν πολλές προσφορές. Δεν γνωρίζουμε εάν οι εγκάρσιοι τοίχοι που σημειώνονται στο εσωτερικό του δυτικού τμήματος υπήρχαν από την αρχή ή προστέθηκαν αργότερα (κάποιοι τους αποδίδουν σε επισκευή του 377/6 π.Χ.). Στην αρχική φάση του κτιρίου υπήρχαν στον βόρειο και στο νότιο τοίχο από πέντε ανοίγματα, που προφανώς σχετίζονταν με τις πέντε θεότητες που λατρεύονταν στο Ερέχθειο. Τέλος, ο δυτικός τοίχος, προς το Πανδρόσειο (μικρή στοά αφιερωμένη στη νύμφη Πάνδροσο, κόρη του Κέκροπα), είχε διώροφη πρόσοψη και σχημάτιζε στο πάνω μέρος του ένα είδος στοάς.
Αξιοσημείωτος είναι και ο γλυπτός διάκοσμος του Ερεχθείου. Τον νότιο τοίχο διέτρεχε κατά μήκος «επικρανίτις ζώνη» με ανάγλυφα ανθέμια και άνθη. Η ζωφόρος, που κοσμούσε μονάχα την ανατολική πλευρά, περιλάμβανε όχι ανάγλυφες αλλά ανεξάρτητες (ολόγλυφες) γλυπτές μορφές, σμιλευμένες ξεχωριστά σε λευκό μάρμαρο, που τοποθετήθηκαν πάνω σε σκούρο ελευσινιακό μάρμαρο. Η αναγνώριση του περιεχομένου των παραστάσεών της είναι αδύνατη λόγω των εκτεταμένων καταστροφών που έχει υποστεί. Πιθανόν είναι να παρίστανε θέματα σχετικά με τις πολλές λατρείες του χώρου είτε μύθους που σχετίζονταν με τους μυθικούς βασιλιάδες της Αθήνας (Κέκροπα, Ερεχθέα, κ.ά.). Άγνωστη παραμένει και η θεματολογία των τριών αετωμάτων που κοσμούσαν την ανατολική και δυτική πλευρά του κυρίως κτιρίου και τη βόρεια πρόσταση. Η σίμη του Ερεχθείου ήταν διακοσμημένη με λεοντοκεφαλές και ανθεμωτά ακροκέραμα, ενώ στην ανατολική και δυτική πλευρά του κτιρίου τις οροφές ομόρφαιναν ξύλινα επίχρυσα φατνώματα με φυτικά μοτίβα.
Τον 1ο αιώνα μ.Χ. προκλήθηκαν σοβαρές βλάβες στο Ερέχθειο (στο δυτικό τμήμα και στο βόρειο πρόπυλο) από πυρκαγιά, που ίσως να οφειλόταν στη χρήση φλογοβόλων από τους Ρωμαίους του Σύλλα (86 π.Χ.). Στην εποχή του Οκταβιανού Αυγούστου (α' ήμισυ 1ου αιώνα μ.Χ.) το κτίριο επισκευάσθηκε μερικώς. Την παλαιοχριστιανική περίοδο μετατράπηκε σε εκκλησία της Παναγίας, με αποτέλεσμα να προστεθεί αψίδα στον ανατολικό πρόδομο και να αλλοιωθεί τελείως η κάτοψή του προκειμένου να διαιρεθεί σε τρία κλίτη. Στην Φραγκοκρατία χρησιμοποιήθηκε ως τόπος διαμονής (παλάτι) των δουκών της Αθήνας, ενώ στους χρόνους της Τουρκοκρατίας στέγασε το χαρέμι του Τούρκου φρούραρχου των Αθηνών και έπεσε θύμα λεηλασίας του λόρδου Έλγιν, ο οποίος αφαίρεσε μία Καρυάτιδα τοποθετώντας στη θέση της ογκώδη πεσσό. Στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, μια τουρκική οβίδα γκρέμισε τμήμα του νοτίου τοίχου, θάβοντας στα ερείπια τον αγωνιστή Γκούρα και την οικογένειά του. Το 1845 άρχισαν οι πρώτες αναστηλωτικές εργασίες, που συνεχίστηκαν και εξελίχθηκαν σταδιακά μέχρι τις μέρες μας.
Στη ΒΑ πλευρά του βράχου της Ακρόπολης υπήρχαν ακόμα δύο ιερά: Το ένα, ήταν το Ιερό του Πολιέου Διός, πίσω από το Ερέχθειο. Εδώ γίνονταν θυσίες βοδιών στα Διπόλια. Το άλλο, βρισκόταν πίσω από τον Παρθενώνα και ήταν το Ιερό του Πανδίονα, από το όνομα του μυθικού βασιλιά, γιου του Εριχθόνιου ή του Κέκροπα. Εδώ έκανε τελετές η Πανδιονίδα φυλή (μια από τις 10 φυλές της Αθήνας).

Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ
Από όλα τα οικοδομήματα της Ακρόπολης, ο Παρθενώνας, ναός αφιερωμένος στην παρθένο Αθηνά, τη θεά του πολέμου και προστάτιδα της πόλης της Αθήνας, παραμένει ο πιο επιβλητικός. Είναι το πιο μεγάλο και πιο επίσημο οικοδόμημα της Ακρόπολης και συγκεντρώνει το θαυμασμό όλου του πολιτισμένου κόσμου εδώ και αιώνες. Υπήρξε το αποτέλεσμα της συνεργασίας σημαντικών αρχιτεκτόνων και γλυπτών στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα. Η εποχή της κατασκευής του ταυτίζεται με τα φιλόδοξα επεκτατικά σχέδια της Αθήνας και της πολιτικής κύρους που ακολούθησε απέναντι στους συμμάχους της κατά την περίοδο της αθηναϊκής ηγεμονίας.

Τα προηγούμενα κτίσματα
Λίγο-πολύ η ιστορική πορεία του Παρθενώνα ακολουθεί εκείνη της Ακρόπολης ως σύνολο, αν και οι περισσότερες μαρτυρίες επικεντρώνεται στο επιβλητικό κεντρικό μνημείο. Ναός της Αθηνάς πάνω στην Ακρόπολη αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο τον 8ο αιώνα π.Χ. Ήταν ένας ναός πλίνθινος πάνω σε λίθινα θεμέλια. Ο παλιότερος αρχαιολογικά βεβαιωμένος ναός είναι ένας πώρινος ναός της Αθηνάς Πολιάδος, διακοσμημένος με εναέτια γλυπτά που εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης (λέοντες και ο Ηρακλής με τον Τρίτωνα), του οποίου τα θεμέλια βρέθηκαν ανάμεσα στο Ερέχθειο και το μεταγενέστερο Παρθενώνα και είναι σήμερα σκεπασμένα. Αυτός ο ναός χρονολογείται το αργότερο γύρω στο 525 π.Χ. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι τότε επισκευάστηκε μόνο η ανωδομή του και ότι τα ίδια τα θεμέλια ανήκουν σε πρωιμότερη φάση, γύρω στο 570 π.Χ. Αυτός ο ναός καταστράφηκε το 480 π.Χ. από τους Πέρσες. Οι πηγές όμως μας πληροφορούν, ότι το 454 π.Χ. μεταφέρθηκε στο σηκό αυτού του ναού το ταμείο της Αθηναϊκής Συμμαχίας από τη Δήλο, συνεπώς θα πρέπει να ήταν επισκευασμένος και να λειτουργούσε. Το οριστικό τέλος αυτού του ναού δεν είναι γνωστό. Αναφορές στις πηγές ερμηνεύονται ως ενδείξεις ότι ήταν ακόμα σε χρήση το 406/5 π.Χ. Ο Παυσανίας πάντως δεν τον αναφέρει στην περιγραφή του της Ακρόπολης το 2ο αιώνα μ.Χ.
Σύμφωνα με μια αμφισβητούμενη θεωρία, ένας ναός της Αθηνάς Παρθένου στη θέση του κλασικού Παρθενώνα συνυπήρχε με το ναό της Αθηνάς Πολιάδος ήδη από το 560 π.Χ. περίπου (ο λεγόμενος Εκατόμπεδον ή Ur-parthenon). Σε κάθε περίπτωση, αμέσως μετά τη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. αρχίζει να χτίζεται ένας μαρμάρινος ναός (Vor-Parthenon Ι), ο οποίος όμως έμεινε ημιτελής, μέχρι το ύψος μερικών σπονδύλων των κιόνων του. Το 480-479 π.Χ. καταστρέφεται από τους Πέρσες μαζί με τα άλλα μνημεία της Ακρόπολης. Μετά την επιστροφή των Αθηναίων στην πόλη οι σπόνδυλοι του κατεστραμμένου ναού χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό στο βόρειο τείχος της Ακρόπολης, όπου είναι μέχρι σήμερα ορατοί για τον επισκέπτη που κοιτάζει το βράχο από την πλευρά της οδού Αθηνάς και το Μοναστηράκι.
Αμέσως μετά ο Κίμων ανέθεσε την κατασκευή ενός δεύτερου Παρθενώνα στον αρχιτέκτονα Καλλικράτη (Vor-Parthenon ΙΙ). Και αυτό το εγχείρημα όμως έμεινε ημιτελές με το θάνατο του Κίμωνα το 450 π.Χ. Το 447/6 π.Χ. αρχίζει σύμφωνα με τις πηγές η λατόμευση μαρμάρου για ένα νέο, μεγαλύτερο Παρθενώνα, αυτόν που θα ολοκληρωθεί τελικά στα πλαίσια του οικοδομικού προγράμματος του Περικλή για την Αθήνα. Η πλευρά του βράχου, όπου θα χτιζόταν ο ναός, επιχώνεται και επιπεδώνεται για να αντέξει τα θεμέλια του νέου Παρθενώνα.
Οι εργασίες για την ανέγερση του ολομάρμαρου αυτού ναού της Αθηνάς άρχισαν το 447 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές, αρχιτέκτονες του ναού ήταν ο Ικτίνος, ο οποίος έκτισε και το ναό του Απόλλωνα στη Φιγάλεια, και ο Καλλικράτης, αρχιτέκτονας του Ναού της Νίκης και ίσως του Ερεχθείου, ενώ την ευθύνη για το γλυπτό διάκοσμο και τη γενική επίβλεψη του έργου είχε ο γλύπτης Φειδίαςεπίσκοπος πάντων», όπως αναφέρει ο Πλούταρχος). Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι το έργο τέλειωσε μέσα σε 9 μόλις χρόνια (χρόνος ρεκόρ για την εποχή), δηλαδή το 438 π.Χ., και στη γιορτή των Μεγάλων Παναθήναιων του επόμενου χρόνου αφιερώθηκε στην πολιούχο θεά. Από το 438 ξεκίνησαν τα έργα διακόσμησης και ο γλυπτός διάκοσμος τέλειωσε το 432 π.Χ.

Το μνημείο
Ο Παρθενώνας αποτελεί το λαμπρότερο μνημείο της Αθηναϊκής πολιτείας και τον κολοφώνα του δωρικού ρυθμού. Είναι ένας από τους λίγους ολομάρμαρους ελληνικούς ναούς και ο μοναδικός δωρικός με ανάγλυφες όλες του τις μετόπες, που εμπεριέχει και τον ιωνικό ρυθμό. Πολλά τμήματα του γλυπτού διακόσμου, του επιστυλίου και των φατνωμάτων της οροφής έφεραν γραπτό διάκοσμο με κόκκινο, μπλε και χρυσό χρώμα. Χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο, εκτός από το στυλοβάτη που κατασκευάστηκε από ασβεστόλιθο.
Είναι ναός περίπτερος, με πλάτος 30 μέτρα και μήκος 70 μέτρα. Το πτερό είχε 8 κίονες δωρικού ρυθμού κατά πλάτος και 17 κατά μήκος. Η τοποθέτηση των κιόνων είναι ασυνήθιστα πυκνή με αναλογία διαμέτρου κίονα και μετακιονίου διαστήματος 1:2,25 (σύγκρινε την αναλογία 1:2,32 στο ναό του Δία στην Ολυμπία και 1:2,65 στο ναό της Αφαίας στην Αίγινα). Στις στενές πλευρές υπήρχε και δεύτερη σειρά 6 κιόνων που δημιουργούσε την ψευδαίσθηση δίπτερου ναού. Οι κίονες έχουν ύψος 10,5 μ. και πάνω τους στηρίζεται ο θριγκός (επιστήλια), οι μετόπες, τα τρίγλυφα, τα γείσα και τα αετώματα.
Μια άλλη ιδιομορφία ήταν η ύπαρξη ζωφόρου που περιέτρεχε το σηκό σε όλο του το μήκος και αποτελεί ίσως την πιο φανερή από τις ιωνικές επιδράσεις. Η ζωφόρος στους τοίχους του σηκού είχε παραστάσεις από την πομπή των Παναθηναίων, την πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή της Αθήνας. Είχε 160 μέτρα μήκος και σχεδόν ένα μέτρο πλάτος.Υπάρχουν ενδείξεις ότι η ζωφόρος ολοκληρώθηκε αφού οι λίθοι που την αποτελούσαν είχαν υψωθεί στο κτίριο. Αν και λαξεύθηκε από ένα μεγάλο αριθμό τεχνιτών, το συνολικό σχέδιο εκπονήθηκε από ένα μόνο καλλιτέχνη. Δεν γνωρίζουμε το όνομά του, αλλά υποθέτουμε ότι είναι ο Φειδίας ή ένας από τους μαθητές του. Το θέμα της ζωφόρου είναι πρωτοποριακό, γιατί δεν διηγείται ένα μυθολογικό αλλά ένα πραγματικό γεγονός. Είναι η στιγμή της πομπής και της παράδοσης του πέπλου από τον λαό της Αθήνας στη προστάτιδα θεά Αθηνά. Στη δυτική πλευρά της ζωφόρου, όπου απεικονίζονται οι σκηνές προετοιμασίας στον Κεραμεικό, υπάρχει μία πλάκα, στην οποία υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος και ένα άλογο. Τα χαρακτηριστικά τους είναι εξαιρετικά λεπτομερή και πιστεύεται ότι η πλάκα αυτή είναι έργο του ίδιου του Φειδία. Στην ανατολική πλευρά, όπου ήταν και η είσοδος του ναού παριστάνονταν η Αθηνά, ο Ζευς, η Ήρα και άλλοι θεοί, που ήρθαν να πάρουν μέρος στην πομπή και ανάμεσά τους εμφανίζεται παιδί που παραδίνει στον ιερέα τον πέπλο. Την σύνταξη, την πορεία και το τέρμα εκπροσωπούν 400 μορφές ανθρώπων και θεών, 200 μορφές ζώων, όπως πρόβατα, βόδια και άλογα. Η μεγάλη ποικιλία όσων παρίστανται, η θελκτική σεμνότητα των παρθένων, η ελεύθερη και αβίαστη στάση των ανδρών που συνδιαλέγονται, η ζωηρότητα των αλόγων, η δύναμη των βοδιών που δυστροπούν και τέλος η χάρη όλων των μορφών και των κινήσεων, καθιστούν τη ζωφόρο, όχι μόνο αυθεντική ταινία της θρησκευτικής πομπής των Παναθηναίων και διαρκές μνημείο της δόξας των Αθηνών, αλλά και αριστουργηματικό έργο του μεγάλου καλλιτέχνη του Παρθενώνα. Στη βόρεια πλευρά παρουσιάζονται μορφές όπως οι αποβάτες, οι μουσικοί, οι σκαφηφόροι, οι θαλλοφόροι, οι κανηφόροι και οι υδριαφόροι.
Στο ανατολικό αέτωμα, πάνω από την είσοδο, παρουσιάζονταν η γέννηση της Αθηνάς. Στο δυτικό αέτωμα, αυτό που ήταν ορατό από τα Προπύλαια, υπήρχαν σκηνές από τη διαμάχη μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για τη διεκδίκηση της πόλης, που σύμφωνα με τον μύθο έγινε στο μέρος που είναι το Ερέχθειο. Η Αθηνά πρόσφερε το δέντρο της ελιάς και ο Ποσειδώνας έκανε να αναβλύσει αλμυρό νερό από τον βράχο. Άνθρωποι και θεοί αποφάσισαν πως η Αθηνά είχε κάνει το καλύτερο δώρο και έτσι έγινε αυτή η προστάτιδα θεά της πόλης.
Ο σηκός ήταν χτισμένος ολόκληρος με μαρμάρινες πλάκες σε οριζόντιες σειρές και στην κάθε στενή πλευρά είχε από έξι δωρικούς κίονες που τον χώριζαν σε δύο μέρη: τον κυρίως ναό και τον οπισθόδομο. Στις ανώτερες ζωφόρους των τεσσάρων τοίχων, σε απόσταση δύο πήχεων κάτω από το πιο ψηλό σημείο των τοίχων, ο καλλιτέχνης διακόσμησε με εξαιρετική τελειότητα αναπαραστάσεις των αθηναϊκών νικών της εποχής του Περικλή. Το ύψος τους είναι περίπου αυτό ενός παιδιού δέκα ετών. Όσο ωραίο και αν ήταν το εξωτερικό του Παρθενώνα, η πραγματική ομορφιά του βρισκόταν στο εσωτερικό του. Στον κυρίως ναό υπήρχε το περίφημο άγαλμα της Αθηνάς, ένα από τα πιο μεγαλοπρεπή έργα του αρχαίου κόσμου. Ήταν στημένο πάνω σε βάθρο, είχε ύψος 12 μέτρων και φτιαγμένο από ελεφαντόδοντο, με επένδυση από χρυσάφι, που ο Φειδίας ολοκλήρωσε το 338 π.Χ. Ο Φειδίας λέγεται ότι το εμπνεύστηκα από την παρουσία της Αθηνάς μέσα στο εργαστήριό του, καθώς εργαζόταν. Ήταν τόσο ακριβό, όσο η κατασκευή 300 πολεμικών πλοίων. Όμως, το μεγάλο κόστος προκάλεσε την οργή των Αθηναίων. Ο Φειδίας κατηγορήθηκε ότι έκλεψε το χρυσάφι που προοριζόταν για την κατασκευή του αγάλματος και έφυγε από την πόλη. Το άγαλμα παρέμεινε άθικτο στη θέση του μέχρι το 426 μ.Χ. Τότε, ο στρατός, που εισέβαλε στην πόλη, το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και καταστράφηκε σε πυρκαγιά που κατέφαγε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Οι αρχαιολόγοι γνωρίζουν για την ύπαρξη του αγάλματος, από ένα μικρό αγαλματίδιο που βρέθηκε στο Βαρβάκειο, που είναι ένα μικρό αντίγραφο από την Ελληνιστική περίοδο. Υπήρχε διώροφη δωρική κιονοστοιχία σχήματος «Π», που δημιουργούσε ένα υπερώο, από το οποίο οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν από διάφορα σημεία το άγαλμα. Μέσα στον οπισθόδομο φυλάσσονταν ο θησαυρός, δηλαδή τα πολύτιμα αφιερώματα της Αθηνάς και τα χρήματα της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η οροφή του στηριζόταν σε τέσσερις ιωνικούς κίονες. Η στέγη ολόκληρου του ναού, μαζί με τους στρωτήρες, τους καλυπτήρες και τα ακροκέραμα, ήταν μαρμάρινη, αλλά στηριζόταν σε μεγάλες ξύλινες δοκούς.
Οι 92 μετόπες εσωτερικά ήταν ανάγλυφες και παρίσταναν διάφορα μυθολογικά θέματα: Οι μετόπες της ανατολικής πλευράς απεικονίζουν τη Γιγαντομαχία. Στη δυτική παριστάνεται Αμαζονομαχία, στη νότια Κενταυρομαχία (δηλαδή η μάχη μεταξύ Κενταύρων και Λαπήθων, η οποία έλαβε χώρα στη Θεσσαλία, σκαλισμένη με θαυμαστή δεξιότητα) και στη βόρεια σκηνές από την άλωση της Τροίας.
Ο Παρθενώνας παρουσιάζει τέλεια αρμονικές αναλογίες μέχρι την παραμικρή του λεπτομέρεια. Αν και ο ναός αυτός ήταν μεγαλύτερος από τους άλλους δωρικούς ναούς της εποχής του (με 8 x 17 κίονες, αντί για 6 x 13 που συνηθίζονταν τον 5ο αιώνα π.Χ.), οι αναλογίες του ήταν τόσο αρμονικές, ώστε να του προσδίδουν εκπληκτική ομοιογένεια μορφής, μνημειώδη μεγαλοπρέπεια και πρωτοφανή χάρη σε σύγκριση με τους πιο βαρείς δωρικούς προκατόχους του.
Στη φήμη του ναού συνέτειναν και οι ασύλληπτες εκλεπτύνσεις, οι αδιόρατες αποκλίσεις από την κατακόρυφο και την οριζόντια κατεύθυνση και οι αρμονικές αναλογίες. Ο στυλοβάτης παρουσίαζε ελαφρά τυμπανοειδή καμπύλωση, οι ραδινοί κίονες απέκλιναν από την κατακόρυφο προς το κέντρο του ναού και η συνολική σχεδίαση ήταν πυραμιδοειδής. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχανόταν μία κίνηση προς τα μέσα και προς τα πάνω που μετέτρεπε τον Παρθενώνα σε ένα παλλόμενο οργανικό σύνολο. Η ένταση των κιόνων (ένα ανεπαίσθητο «φούσκωμα» στο μεσαίο τμήμα τους) απέδιδε οπτικά το γεγονός ότι οι κίονες σήκωναν μεγάλο βάρος. Οι αναρίθμητες αυτές λεπτότητες σχεδιάστηκαν με μεγαλοφυή τρόπο και εκτελέστηκαν με απαράμιλλη μαθηματική ακρίβεια. Το πεντελικό μάρμαρο, με το οποίο κατασκευάστηκε, φαίνεται να αλλάζει χρώματα ανάλογα με το φως του ηλίου που λάμπει πάνω του. Για πολλά χρόνια, η Ακρόπολη ήταν προορισμός πολλών ταξιδιωτών του αρχαίου κόσμου.

ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ
Ο Παρθενώνας διατηρήθηκε άθικτος έως και τους Μακεδονικούς χρόνους. Αντίθετα, μάλιστα, μετά τον Γρανικό, στον Παρθενώνα αναρτήθηκαν ως τρόπαια χρυσές ασπίδες, λάφυρα της νίκης του Αλέξανδρου. Οι πρώτες καταστροφές έγιναν επί Λάχαρη, τον οποίο όρισε τύραννο των Αθηνών ο Κάσσανδρος, σύμφωνα με την αφήγηση του Παυσανία. Αυτός απέσπασε τις ασπίδες από τον Παρθενώνα, το χρυσάφι και τα κοσμήματα από το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Καταστροφές υπέστη και ο οπισθόδομος του ναού, όταν ο Δημήτρης ο Πολιορκητής τον χρησιμοποίησε ως προσωπικό του κατάλυμμα.
Στους Ρωμαϊκούς χρόνους δεν καταγράφονται αλλαγές στον Παρθενώνα, που συνεχίζει να διατηρεί αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία και την αίγλη του ακόμη και στους μεταχριστιανικούς αιώνες, παρόλο που επί εποχής Ιουστινιανού η πομπή των Παναθηναίων δεν ανέβαινε πια στον Παρθενώνα και είχε χαθεί πλέον κάθε λατρεία δημόσια ή ιδιωτική σύμφωνα με το Λατίνο ρήτορα Κλαύδιο Μαμερτίνο του 4ου αιώνα.
Η πρώτη καταστροφή του ναού έγινε το 267 μ.Χ. από τους Έρουλους (ένα λαό σκανδιναβικής προέλευσης), οι οποίοι κατέλαβαν την Αθήνα και πυρπόλησαν τον Παρθενώνα. Καταστράφηκε η αρχική στέγη, ολόκληρη η εσωτερική κιονοστοιχία, ενώ έπαθαν σοβαρές ζημιές οι τοίχοι του σηκού. Περίπου εκατό χρόνια αργότερα, την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, έγιναν κάποιες διορθώσεις, όχι όμως και τόσο πετυχημένες.
Στους Βυζαντινούς χρόνους (αν και γλύτωσε ο Παρθενώνας την καταστροφή από τα διατάγματα του Θεοδόσιου Β') έγινε η πρώτη μετατροπή του Παρθενώνα σε χριστιανική εκκλησία της Αγίας Σοφίας, τα εγκαίνια της οποίας έγιναν επί αυτοκρατορίας Ιουστινιανού (529 μ.Χ.). Στον πρόναο προστέθηκε η αψίδα του ιερού. Από τις μετατροπές αυτές το 1877 (σύμφωνα με τον Burnouf) δεν είχαν μείνει παρά λείψανα τοιχογραφιών και λιγοστά επιγραφικά χαράγματα στους τοίχους και τους κίονες.
Το 1205 μ.Χ. οι Φράγκοι καταλαμβάνουν την Αθήνα και ο χώρος γύρω από τον Παρθενώνα γίνεται τόπος κατοικίας του πρώτου Φράγκου άρχοντα των Αθηνών, Όθωνα Ντελαρός, ενώ η Ακρόπολη γίνεται η έδρα της φραγκικής βαρωνίας και το κέντρο του ιστορικού βίου της πόλης, σε σημείο που η Αθήνα είναι γνωστή πλέον ως Castellum Athenarum. Ο Παρθενώνας αποδίδεται στη Ρωμαϊκή εκκλησία και γίνεται Καθολικός ναός, που τιμάται στο όνομα της Παρθένου Μαρίας. Στη ΝΔ γωνία προστέθηκε ένα κωδωνοστάσιο, που επί Τουρκοκρατίας έγινε μιναρές.
Από τις αφηγήσεις μεταγενέστερων περιηγητών, όπως ο Ιταλός νοτάριος Νικόλαος Μαρτόνης που επισκέφθηκε την Ακρόπολη το 1395 ή ο Κυριάκος ο Αγκωνίτης που ταξίδεψε το 1436 στην Αθήνα, έχουμε δύο περιγραφές του χριστιανικού Παρθενώνα. Ο πρώτος εκφραστής της μεσαιωνικής ιδεολογίας απορεί πως είναι δυνατόν να έχει χτιστεί ένα τόσο μεγάλο κτήριο ενώ ο δεύτερος, εκπρόσωπος της Ιταλικής Αναγέννησης, επικεντρώνεται στην ομορφιά των αρχαίων μνημείων.
Επί Ενετοκρατίας δεν παρατηρήθηκαν και δεν καταγράφτηκαν αλλαγές στο μνημείο.
Το 1456 μ.Χ. ο Τούρκος Ομάρ Τουραχάν, στρατηγός του Μωάμεθ Β', κυριεύει την Αθήνα και η Ακρόπολη πέφτει στα χέρια των Τούρκων. Ο βράχος μένει πλέον γνωστός με το όνομα Ατίνα Καλεσί, δηλαδή φρούριο των Αθηνών. Κατά τον 17ο αιώνα, ο Παρθενώνας έχει μετατραπεί πλέον σε τζαμί και έχει μιναρέ. Τζαμί, ωστόσο που δεν πληρούσε τις προδιαγραφές της ισλαμικής θρησκείας και για αυτό δεν έγινε ποτέ λατρευτικό τέμενος των Μουσουλμάνων. Την εποχή εκείνη ο τουρκικός στρατός είχε αποθηκεύσει πυρίτιδα πάνω στην Ακρόπολη, που έγινε η αιτία να καταστραφούν τα μνημεία της και Παρθενώνας να υποστεί τις μεγαλύτερες ζημιές. Το 1645, ένας κεραυνός που έπεσε πάνω στην πυρίτιδα ανατίναξε τα Προπύλαια.
Το 1674 ο Charles-Francois Olier μαρκήσιος De Nointel επισκέπτεται την Αθήνα με το ζωγράφο Jacques Carrey στην ακολουθία του. Ο Carrey έκανε λεπτομερή σχέδια του Παρθενώνα και των γλυπτών. Τα σχέδια αυτά είναι ανεκτίμητα, γιατί απεικονίζουν λεπτομερειακά τον Παρθενώνα λίγο πριν από την καταστροφή του.
Ο Παρθενώνας διατηρήθηκε άθικτος μέχρι το 1687 μ.Χ., οπότε και υπέστη το μεγαλύτερο πλήγμα. Τότε, ο βενετσιάνικος στρατός με το Φραγκίσκο Μοροζίνι πολιορκούσε τους Τούρκους που βρίσκονταν στην Ακρόπολη. Το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου, μια οβίδα έπεσε στον Παρθενώνα, που τον χρησιμοποιούσε ως πυριτιδαποθήκη ο Αλή αγάς, διοικητής του φρουρίου, και προκάλεσε έκρηξη με αποτέλεσμα την ανατίναξη του κτιρίου. Το μεγαλύτερο τμήμα του ναού προς την ανατολική του πλευρά κατέρρευσε. Ο Μοροζίνι τελικά κυρίευσε την Ακρόπολη και στην προσπάθειά του να κλέψει κάποια γλυπτά προκάλεσε κι άλλες ζημιές. Τον επόμενο χρόνο ο Μοροζίνι εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψαν οι Τούρκοι. Οι ζημιές από την έκρηξη πρέπει να ήταν οι εξής: έπεσαν τρεις τοίχοι του σηκού, η πρόσταση του πρόναου, έξι κίονες της νότιας και οκτώ της βόρειας πλευράς.
Έκτοτε και μέχρι να παραδοθεί το μνημείο στην αρχαιολογία λεηλατήθηκε συστηματικά κυρίως από τον Λόρδο Έλγιν. Το 1801 μ.Χ., λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821, ο Thomas Bruce, κόμης του Έλγιν, πρεσβευτής της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη, κατάφερε να αποσπάσει από το Σουλτάνο φιρμάνι με το οποίο του δινόταν η άδεια να αφαιρέσει από τις χώρες που βρίσκονταν στη δικαιοδοσία του σουλτάνου, ό,τι αρχαιότητα ήθελε. Έτσι ο Έλγιν απέσπασε από την Ακρόπολη διάφορα γλυπτά. Στην προσπάθειά του να αρπάξει όσο περισσότερα μπορούσε, προκάλεσε και εκτεταμένες καταστροφές. Έβαλε να ξηλώσουν τη ζωφόρο του Παρθενώνα, τις μετόπες, τα αετώματα, μια Καρυάτιδα και έναν κίονα του Ερεχθείου, τα οποία μετάφερε στην Αγγλία. Για όλα αυτά πλήρωσε 35.000 λίρες στους Τούρκους και στους Αθηναίους δώρισε ένα ρολόι, που στήθηκε στην αρχαία Αγορά. Συνολικά μετέφερε στο Λονδίνο δεκαοκτώ (18) αγάλματα από τα αετώματα, δεκαπέντε (15) μετόπες και πενήντα (50) λίθους από τη ζωφόρο μήκους εβδομήντα πέντε (75) μέτρων. Το 1815 το Βρετανικό Μουσείο αγόρασε από τον Έλγιν τα γλυπτά του Παρθενώνα.
Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 η Ακρόπολη πολιορκήθηκε διαδοχικά από Έλληνες και Τούρκους και υπέστη σημαντικές καταστροφές. Αρχικά απελευθερώνεται από τους Έλληνες, όμως θα πολιορκηθεί αργότερα από το στρατό του Κιουταχή πασά. Το 1827 οι Τούρκοι κυριεύουν την Ακρόπολη και φεύγουν οριστικά το 1833. Αρχίζει η απομάκρυνση των ερειπίων του οικισμού που είχε σχηματιστεί με τον καιρό πάνω στον ιερό βράχο. Παρόλο που υπέστη πολλές ζημιές και λεηλασίες, η επιβλητικότητα του ναού διατηρήθηκε μέχρι τις ημέρες μας. Το 1834 άρχισαν οι αρχαιολογικές εργασίες για την αποκατάσταση των μνημείων της. Το 1885 ξεκινούν οι ανασκαφές που θα φέρουν στο φως όσα είχαν θάψει οι Αθηναίοι μετά την περσική καταστροφή του 480 π.Χ. Το 1898 αρχίζει η προσπάθεια για την αναστήλωση των μνημείων που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.

ΚΤΙΡΙΑ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΒΡΑΧΟΥ
Στη νότια πλευρά της Ακρόπολης, αρχίζοντας από το Νότο προς το Βορρά, υπήρχε πάνω στο βράχο το ιερό του Αιγέα. Μπροστά του και προς τα δεξιά ήταν ο ναός της Γης Κουροτρόφου, παραδίπλα ο ναός της Αφροδίτης Πανδήμου και πιο δεξιά ο ναός της Θέμιδος. Ακολουθούσε το Ασκληπιείο, που αποτελείτο από μια ιωνική στοά με τέσσερα δωμάτια, όπου διέμεναν οι διάφοροι επισκέπτες, και μια δωρική διόροφη στοά που χρησίμευε ως θεραπευτήριο και λεγόταν Εγκοιμητήριο. Εδώ κοιμόντουσαν οι ασθενείς για να δουν στον ύπνο τους τον θεό, ο οποίος ή τους θεράπευε ή τους υποδείκνυε τον τρόπο θεραπείας. Αριστερά της ιωνικής στοάς υπήρχε μια κρήνη, και μπροστά της ένας μικρός ναός. Επίσης υπήρχαν δυο μαρμάρινοι ναοί: ο καινούργιος και ο παλιός ναός του Διονύσου, καθώς κι ένας βωμός. Τέλος υπήρχε το θέατρο του Διονύσου, 16.000 θέσεων, το Ωδείο του Περικλή, ένας ναός του Ασκληπιού και το χορηγικό μνημείο του Θρασύλλου (320 π.Χ.) (η εκκλησία η Παναγιά η Σπηλιώτισσα).

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ
Οι Ελληνίδες της εποχής εκείνης θα επισκέπτονταν τους Δελφούς φορώντας κοσμήματα και άλλα στολίδια. Θα φορούσαν αρώματα με φυτικά εκχυλίσματα από δυόσμο και κύμινο. Μια κανονική ημέρα για μια οικογένεια αρχίζει με την αυγή. Το πρωινό για τους ενήλικες και τα παιδιά ήταν συνήθως ψωμί ποτισμένο με κρασί. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, η σύζυγος πρόσεχε τα απιδιά και ασχολείτο με το σπίτι, ενώ ο σύζυγος ασχολείτο με τα κοινά, την πολιτική ή το εμπόριο. Οι άντρες των ανώτερων τάξεων διασκέδαζαν με διάφορους τρόπους. Αν δεν εργάζονταν, επισκέπτονταν φίλους και έπιναν κρασί, ενώ η γυναίκα έμενε σπίτι. Οι άντρες έκαναν τα ψώνια σε μια περιοχή που λεγόταν Αγορά, όπου υπήρχε πληθώρα αγαθών: μαγειρικά σκεύη, λαχανικά, κρασί, κεραμικά είδη, δέρματα, ξύλινα αντικείμενα, βότανα και γιατρικά. Αναπόφευκτα, τα νομίσματα έπεφταν κάτω και χάνονταν, για να βρεθούν χρόνια αργότερα. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι συναλλαγές γίνονταν είτε με τοπικά νομίσματα ή με νομίσματα άλλων πόλεων. Σίγουρα το παζάρι ήταν σε ακμή. Ένας άλλος ζωντανός δεσμός με την αρχαία Αθήνα είναι η κεντρική αγορά στο Μοναστηράκι. Τότε, όπως και τώρα, υπήρχε ένα τεράστιο παζάρι γεμάτο κίνηση, όπου μπορούσες να αγοράσεις τα πάντα. 200 χρόνια π.Χ., ένας συγγραφέας έλεγε τα εξής: «Στην Αθήνα πουλάνε τα πάντα σ’ ένα μέρος, όπως σύκα, σταφύλια, αχλάδια, μήλα, ψάρια από μακρινές θάλασσες, αρνιά, ρεβίθια, κρέμες από αγελαδινό γάλα και κηρύθρες». Ακόμα και οικογένειες με μέτριο εισόδημα έτρωγαν φασόλια, ψάρι, σκόρδο και κρεμμύδια καθημερινά. Το κρασί, στην Ελλάδα του 5ου αιώνα, είχε υψηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα, και έτσι σερβιριζόταν αραιωμένο με νερό, σε αναλογία 1 μέρος κρασί με 5 μέρη νερό. Η ανάμειξη γινόταν σε μεγάλα δοχεία και συχνά το αρωμάτιζαν με θυμάρι, μέντα και κανέλα. Έξω από το σπίτι, το να πιείς κρασί σου πρόσφερε σημαντικούς κοινωνικούς δεσμούς, ιδιαίτερα στα συμπόσια. Η λέξη «συμπόσιο» σημαίνει «πίνω μαζί με άλλους» σε μια συγκέντρωση. Οι σύζυγοι δεν επιτρέπονταν να παραβρεθούν στα συμπόσια. Αλλά νεαρές και όμορφες κοπέλες υπηρετούσαν όσους συμμετείχαν στη συνεστίαση. Τους διασκέδαζαν με χορό, μουσική και απαγγελία ποιημάτων. Η πορνεία ήταν τόσο σημαντική στην Αθήνα, που ο νομοθέτης Σόλων την εισήγαγε στη νομοθεσία.

ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΤΙΡΙΑ
Οι εμπορικές συναλλαγές γίνονταν στον Κεραμικό, μια περιοχή δίπλα στο Δίπυλο, την κυριότερη είσοδος στην Αθήνα. Η περιοχή φημιζόταν επίσης για τους χιλιάδες τεχνίτες κεραμικών, που ήταν διακοσμημένα με τις χαρακτηριστικές μορφές σε μαύρο και κόκκινο χρώμα. Αυτό το εμπόριο των κεραμικών γινόταν σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Η κατασκευή κεραμικών, που γινόταν με ακατάπαυστους ρυθμούς, ήταν βασικό στοιχείο της οικονομικής ζωής της Αθήνας. Η ανθηρή αυτή δραστηριότητα μαρτυρούσε την ευημερία της πόλης. Κατά ένα μεγάλο βαθμό, η ζωή της πόλης εξαρτιόταν από όσα γίνονταν μέσα από το Δίπυλο.
Σε ένα άλλο μέρος της πόλης, η Αγορά, με τη Στοά της, ήταν ένα μεγάλο κέντρο του τοπικού εμπορίου. Χτίστηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. και έγινε ένας άλλος δεσμός με το παρελθόν, όταν ανοικοδομήθηκε το 1953. Σήμερα, εκεί στεγάζεται το Μουσείο της Αγοράς.
Η Στοά, ένα οικοδόμημα με μεγάλες κολώνες, όχι μόνο στέγαζε πολλά εμπορικά μαγαζιά, αλλά ήταν και ο τόπος, όπου πολλοί φιλόσοφοι της Αθήνας έδιναν τις διαλέξεις τους. Υπήρχαν μόνο άντρες φιλόσοφοι και μόνον άντρες επιτρέπονταν να παρακολουθούν τις διαλέξεις. Οι γυναίκες θεωρείτο ότι δεν είχαν ορθολογική σκέψη. Πολύ λίγα γνωρίζουμε για τη ζωή των γυναικών εκείνης της εποχής. Τα μόνα λόγια που μας άφησαν οι ίδιες οι γυναίκες βρίσκονται χαραγμένα στους τάφους τους.
Στο κέντρο της Αγοράς στεκόταν ο Θόλος, όπου στεγαζόταν η Πρυτανεία, και χτίστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. Εδώ συγκεντρωνόταν η Γερουσία για να συζητήσει τα θέματα της ημέρας, να εγκρίνει νόμους, να αποφασίσει ποιες πόλεις θα κάνει σύμμαχους και σε ποιες θα επιτεθεί. Εδώ πάρθηκε η απόφαση της θανατικής καταδίκης του Σωκράτη, που κατηγορήθηκε ότι κήρυττε υπέρ της ανταρσίας. Οι Γερουσιαστές μπορούσαν να συνεδριάζουν όλη τη νύχτα, καθώς υπήρχαν κρεβάτια γι’ αυτούς.
Το Θησείο δέσποζε σε όλη την περιοχή. Χτίστηκε την εποχή του Περικλή και παραμένει σε αξιοσημείωτη καλή κατάσταση, εν μέρει, λόγω της μετατροπής του, τον 5ο αιώνα μ.Χ. σε χριστιανικό ναό αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Έχει 6 κολώνες στην πρόσοψή του και 13 σε κάθε πλευρά του. Η μετατροπή του κτιρίου σε χριστιανικό ναό, άφησε ανέπαφες τις παγανιστικές αναπαραστάσεις των ηρώων Θησέα και Ηρακλή.
Υπήρχε επίσης μια ιερή τοποθεσία, ένας βωμός, αφιερωμένος στους 12 θεούς των Ελλήνων, που σήμερα αποτελεί υπόγεια διάβαση του ηλεκτρικού τρένου Αθήνα-Πειραιά. Ο τόπος αυτός θεωρείτο το γεωμετρικό κέντρο της Αθήνας. Όλες οι αποστάσεις υπολογίζονταν από τον βωμό που υπήρχε εδώ, όπως σήμερα είναι η πλατεία Συντάγματος. Κατά την κατασκευή της υπόγειας διάβασης βρέθηκαν πολλά αρχαία θραύσματα, που σε συνδυασμό με σύγχρονα στοιχεία βοήθησαν τους αρχαιολόγους να αναπαραστήσουν την τοποθεσία. Ο βωμός, που βρισκόταν στο κέντρο, περιστοιχιζόταν από ένα χαμηλό τείχος και οι επισκέπτες ξεδιψούσαν πίνοντας νερό από τα σιντριβάνια.
Πιο κάτω είναι η στοά του Ελευθερίου Διός, ένα άλλο μέρος όπου ο Πλάτων και ο Σωκράτης ανέπτυξαν τις ιδέες που θα καθόριζαν τη μορφή της δυτικής φιλοσοφίας. Σήμερα η δημοτική εξουσία κάνει σχέδια για την ανοικοδόμηση της τοποθεσίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κατά μια έννοια, σε μια πόλη σαν την Αθήνα, το μακρινό παρελθόν συναντά το παρόν και συνυπάρχουν σαν μια ενότητα. Αθήνα, η πόλη που επέζησε από την εισβολή των Περσών και κατάφερε να επιβιώσει από λοιμούς κι επιθέσεις. Αθήνα, η πόλη του αιώνιου ανθρώπινου δράματος, που για χιλιάδες χρόνια γνώρισε τις ίδιες ανθρώπινες ανησυχίες. Είδε μητέρες να στέλνουν τα παιδιά τους στην αβεβαιότητα ενός κόσμου που συνεχώς άλλαζε. Αθήνα, η πόλη των πιο μεγάλων φιλοσόφων και καλλιτεχνών και των εξαιρετικών ανθρώπων. Αθήνα, η πόλη που είχε την εύνοια των θεών και διατηρήθηκε από το χρόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου